Αύριο 1 Απριλίου θα πραγματοποιηθεί η κηδεία του σπουδαίου Μανώλη Γλέζου σε στενό οικογενειακό κύκλο λόγω κορονοϊού.

Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, την ημέρα της κηδείας του Μανώλη Γλέζου, η ελληνική σημαία στο βράχο της Ακρόπολης θα κυματίζει μεσίστια μετά από απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ο Μανώλης Γλέζος πέθανε χθες 30 Μαρτίου βυθίζοντας σε πένθος όλη την Ελλάδα. Η οικογένεια του εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία τονίζει ότι σε στενό οικογενειακό κύκλο – όπως οι συνθήκες επιβάλλουν – θα γίνει η κηδεία του Μανώλη Γλέζου.

«Γνωρίζουμε ότι οι σκέψεις των ανθρώπων που τον γνώρισαν (…) τον συντροφεύουν», αναφέρει η ανακοίνωση της οικογένειάς του.

Αναλυτικά, «ο αγαπημένος μας σύζυγος, πατέρας και παππούς, o αγωνιστής Μανώλης Γλέζος έφυγε σήμερα Δευτέρα 30 Μάρτη από την ζωή. Η οικογένειά του ευχαριστεί θερμά τη Διοίκηση, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Νοσοκομείου ΝΙΜΤΣ, στο οποίο είχε νοσηλευτεί πολλές φορές στο παρελθόν, καθώς και τη Διοίκηση, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Νοσοκομείου ΕΡΡΙΚΟΣ ΝΤΥΝΑΝ, για τις άοκνες προσπάθειές τους, τις τελευταίες μέρες της ζωής του.

Η κηδεία του Μανώλη Γλέζου, λόγω των περιορισμών που ισχύουν, θα γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο. Γνωρίζουμε ότι οι σκέψεις των ανθρώπων που τον γνώρισαν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, των φίλων του, των συναγωνιστών του, των συγγενών του και των συγχωριανών του, τον συντροφεύουν», υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση της οικογένειας του Μανώλη Γλέζου.

Τέλος, η οικογένεια παρακαλεί αντί στεφάνου να γίνει δωρεά στη Βιβλιοθήκη Νίκου Ν. Γλέζου στ’ Απεράθου (Τράπεζα Εurobank, Αρ. Λογαριασμού: 0026-0244-12-0201196948 IBAN GR6202602440000120201196948).

Θυμίζουμε ότι είναι ο άνθρωπος που τη νύχτα της 30ής προς την 31η Μαΐου 1941, μαζί με τον Λάκη Σάντα κατέβασαν από τον ιστό του ιερού βράχου της Ακρόπολης τη ναζιστική σημαία, μια αν μη τι άλλο ηρωϊκή πράξη που φούσκωσε με υπερηφάνεια τα στήθη των Ελλήνων.

Μανώλης Γλέζος: Ο πρώτος και τελευταίος Παρτιζάνος

Ο Μανώλης Γλέζος γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 στον Απείρανθο της Νάξο και μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αναλαμβάνοντας αρχισυντάκτης της εφημερίδας Ριζοσπάστης. Ακολούθως διετέλεσε διευθυντής και της εφημερίδας Αυγής.

Ωστόσο, γρήγορα συνελήφθη για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, φτάνοντας μάλιστα να καταδικαστεί σε θάνατο τρεις φορές.

Οι συνεχείς δικαστικές του περιπέτειες μέχρι την οριστική του απαλλαγή με τη γενική αμνηστία του 1971 προκάλεσαν συχνά την αντίδραση τόσο της εγχώριας όσο και της διεθνούς κοινής γνώμης.

Ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική καθώς υπήρξε βουλευτής και πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) και αργότερα βουλευτής και ευρωβουλευτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), βουλευτής του Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας (ΣΥΝ) και του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ).

Από το 2014 έως το 2015 διετέλεσε ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ έχοντας λάβει τις περισσότερες ψήφους από οποιονδήποτε άλλον υποψήφιο στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014. Ήταν επίσης επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της ΛΑ.Ε στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015, αλλά δεν κατάφερε να εκλεγεί. Παράλληλα είχε βραβευτεί το 1962 από την ΕΣΣΔ με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν.

Ο Γάλλος πρόεδρος Σαρλ ντε Γκωλ, την περίοδο των πρώτων δικαστικών του περιπετειών, τον είχε χαρακτηρίσει ως τον «πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης».