Τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από τη μέρα που ξεκίνησε στην δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού -αρχικά- η δίκη της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή.

Της Ειρήνης Προμπονά

Σαν σήμερα, το 2015, ανήμερα των γενεθλίων του Χίτλερ και μια μέρα πριν την επέτειο του πραξικοπήματος των Συνταγματαρχών, ξεκίνησε μια ιστορική δίκη, αυτή της ναζιστικής οργάνωσης ΧΑ. Στην έναρξή της, πολίτες και δημοσιογράφοι είχαν γεμίσει ασφυκτικά την αίθουσα στον Κορυδαλλό. Στην ίδια αίθουσα, πριν από 40 περίπου χρόνια, δικάστηκαν και οι πρωταίτιοι της Χούντας.

Στην πορεία, τόσο η αίθουσα του Κορυδαλλού, όσο και εκείνη του Εφετείου θα έμενε άδεια τον περισσότερο καιρό, με την Μάγδα Φύσσα να βρίσκεται μόνη στα κόκκινα καθίσματα της αίθουσας.

Η κ. Μάγδα που δεν έχει λείψει παρά ελάχιστα απ’ την ακροαματική διαδικασία, που έχει ακούσει και εισπράξει την απαξία και το μίσος εκείνων που δολοφόνησαν το παιδί της, ζώντας ξανά και ξανά την δολοφονία του μέσα από τις καταθέσεις και από την άθλια συμπεριφορά του ακροατηρίου της ΧΑ, έμοιαζε σαν να έχει ξεχαστεί κάπως κι από μας, που επετειακά θυμόμαστε να τη αποκαλούμε «μάνα μας», «μάνα κουράγιο», «αγωνίστρια» και άλλα πολλά, ανάλογα με την επέτειο που πλησιάζει.

Ίσως η περιγραφή τεσσάρων χρόνων δίκης  να συνοψίζονται στην φράση της Μάγδας Φύσσα, από την πρόσφατη τηλεοπτική της συνέντευξη στην ΕΡΤ για την Ημέρα της Γυναίκας: «Νιώθω σαν να έχω φορτωθεί στους ώμους μου τον φασισμό της χώρας κι εγώ να πρέπει να τον σηκώνω, αλλά δεν θεωρώ τον εαυτό μου σύμβολο, είμαι μια μάνα που έχασε το παιδί της».

Τα σύμβολα προκύπτουν για πολύ συγκεκριμένους λόγους ακόμα κι αν εκείνος που αποτελεί σύμβολο δεν επιθυμεί να είναι τέτοιο. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν η χρήση του συμβόλου λειτουργεί ως «αντιπρόσωπος» και η κοινωνία εφησυχάζει αδικαιολόγητα.

Η κ. Μάγδα αντέχει να είναι εκεί για όλους μας. Και εισπράττει αγάπη, απ’ όλους όσους θα βρεθούν σε κάποιες από τις δικάσιμους. Όμως αυτό δε σημαίνει πως φέρει ευθύνη για τη δική μας απουσία, από μια υπόθεση που μας αφορά προσωπικά. Η δίκη αυτή που έχει μπει στην τελική της ευθεία, δεν μπορεί να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο με ελάχιστους ακροατές και χωρίς ουσιαστική κάλυψη από τα Μέσα.

Ίσως είναι πιο βολικό να μηρυκάζουμε στοχαστικά φράσεις όπως «η δίκη σέρνεται, καθυστερεί, λιμνάζει», χωρίς να ενδιαφέρουν οι σημαντικές λεπτομέρειες που αφορούν τη  διαδικασία, την υπόθεση, τις συνθήκες, να δικάζουμε και να προεξοφλούμε την απόφαση του δικαστηρίου, τα πρόσωπα που βρίσκονται στο ακροατήριο ή να ωρυόμαστε που ο Ρουπακιάς απολαμβάνει τον ήλιο παίζοντας ρακέτες σε μια παραλία ξέγνοιαστος, εξοργισμένοι από τα fake news, πλειοδοτώντας σε αντιφασισμό στα social media,  απ’ το να οργανωθούμε και να σταθούμε πλάι στους συγγενείς των θυμάτων και στα ίδια τα θύματα, μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Και κυρίως να σταθούμε απέναντι στο σκοτάδι και στο μίσος της ΧΑ. Tη στιγμή μάλιστα που η ακροδεξιά και τα νεοναζιστικά μορφώματα κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη και όχι μόνο. Τη στιγμή που το μέλλον θυμίζει κάτι απ’ το σκοτεινότερο παρελθόν της ανθρωπότητας.

Σ’ αυτή τη δίκη έχουμε την ευκαιρία να είμαστε θεατές της ιστορίας την στιγμή που συμβαίνει. Να ζήσουμε τα αμοντάριστα πλάνα της. Να είμαστε αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων. Σπάνιο να ζεις την Ιστορία την ώρα που συμβαίνει. Περισσότερο κι από τα παραπάνω όμως, έχουμε την ευκαιρία να αποδείξουμε πως, πέρα  από τις όποιες διαφορές μας, μπορούμε να είμαστε ενωμένοι απέναντι στον (νέο)ναζισμό και στις μαύρες μέρες που ονειρεύονται οι οπαδοί του για την ανθρωπότητα.

Η δίκη θα τελειώσει. Και τότε ένα καινούργιο κεφάλαιο θα ξεκινήσει. Η μάχη με τον ναζισμό και τον φασισμό μέσα στην κοινωνία δεν τελειώνει ποτέ, καθώς τον τρέφει η λήθη και η άγνοια.