Την ανάγκη να δοθεί, κατ΄ αρχήν, μεγαλύτερη βαρύτητα στην αντισεισμική προστασία στο επίπεδο της πρόληψης, και μετά στην αντιμετώπιση των συνεπειών ενός σεισμού, υπογράμμισε ο Κυριαζής Πιτιλάκης, καθηγητής πολιτικών μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και διευθυντής του Εργαστηρίου Εδαφοδυναμικής και Σεισμικής Δυναμικής.

Μιλώντας στη σχετική συνεδρίαση του Συντονιστικού Τοπικού Οργάνου του Δήμου Θεσσαλονίκης, επισήμανε, χαρακτηριστικά, ότι είναι πιο σημαντικό να γίνουν προληπτικές παρεμβάσεις ώστε ένα σχολείο να μην πάθει ζημιά, από ό,τι να υπάρξει οργάνωση ώστε να μεταφερθεί ένα τραυματισμένο παιδί στο νοσοκομείο.

Στο ίδιο μήκος κύματος, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπογράμμισε ότι, για παράδειγμα, αν πέσει η γέφυρα της οδού Λαγκαδά θα διακοπεί η πρόσβαση προς το νοσοκομείο Παπαγεωργίου, ή αν πέσει η γέφυρα στο αεροδρόμιο, αυτό δεν θα είναι προσβάσιμο σε περίπτωση σεισμού. Με τη λογική αυτή, θα πρέπει να υπάρχει πλήρης καταγραφή των δικτύων μεταφορών και υποδομών στην πόλη (οδικό δίκτυο, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, φυσικού αερίου κ.λ.π.) και της κατάστασης του κτιριακού αποθέματος μιας περιοχής.

Συνεπώς, όπως σχολίασε, θα πρέπει να δρομολογηθούν ενέργειες αναβάθμισης γεφυρών, διατήρησης της συνδεσιμότητας κάθε περιοχής με τους βασικούς οδικούς άξονες και τις προσβάσεις στο αεροδρόμιο και τα νοσοκομεία, αναβάθμισης των δεξαμενών του δικτύου ύδρευσης, συντήρησης υποσταθμών της ΔΕΗ που βρίσκονται στην πόλη και ολοκλήρωσης παρεμβάσεων σε κτίρια στρατηγικής σημασίας που θα κληθούν να εξυπηρετήσουν την κατάσταση μετά από έναν ισχυρό σεισμό.

«Ο σεισμός θα έρθει και η ευχή μας πάντα είναι να είναι όσο το δυνατόν πιο μικρός. Ωστόσο, η ιστορία της πόλης δείχνει ότι μπορεί εμείς να μη τον ζήσουμε αλλά τα παιδιά μας, ή τα εγγόνια μας, ή τα εγγόνια των παιδιών μας, θα έχουν ένα μεγάλο σεισμό και η πολιτεία θα πρέπει να σχεδιάζει μακροπρόθεσμα» τόνισε ο κ. Πιτιλάκης.

Την κρισιμότητα του στοιχείου της ενημέρωσης, ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν σε περίπτωση σεισμού που θα πρέπει να κατευθυνθούν, επισήμανε ο καθηγητής σεισμολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μανώλης Σκορδίλης. Παράλληλα, ανέφερε, ότι θα πρέπει να υπάρχει ανοιχτό κανάλι επικοινωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων αλλά και σχέδιο διαφυγής καθώς, όπως τόνισε, συνήθως μετά από έναν μεγάλο σεισμό μπλοκάρουν όλοι οι δρόμοι.

Επ΄ αυτού, ο Γενικός Γραμματέας του Δήμου Θεσσαλονίκης και πρόεδρος του Συντονιστικού Οργάνου Θωμάς Ψαρράς, διαβεβαίωσε ότι οι υπηρεσίες του Δήμου βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα, τόνισε ότι το τμήμα πολιτικής προστασίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες σχεδίασε δράσεις ανά τομέα παρέμβασης και μεριμνά για την επάρκεια των μέσων ενώ γνωστοποίησε ότι έχουν ανακοινωθεί, στην κεντρική ιστοσελίδα του δήμου, χάρτες με 94 χώρους συγκέντρωσης πληθυσμού, σε περίπτωσης σεισμού και 47 χώροι προσωρινού καταυλισμού. Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι ο σχεδιασμός του Δήμου περιλαμβάνει τη διάθεση έντυπου και ηλεκτρονικού ενημερωτικού υλικού στους πολίτες, εκπαιδεύσεις σε σχολεία, ασκήσεις εκκένωσης σε κτίρια, που στεγάζουν υπηρεσίες του Δήμου, με ιδιαίτερη μέριμνα στους παιδικούς σταθμούς, και προσεισμικό έλεγχο σχολείων και δημοτικών κτιρίων.

«Πιστεύω στην πρόληψη και στην εκπαίδευση», τόνισε και η Κρυσταλένια Γεωργιάδου, εκπρόσωπος της διεύθυνσης Πολιτικής Προστασίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης. «Τις πρώτες κρίσιμες ώρες μετά τον σεισμό θα πρέπει ο πολίτης να πειστεί να μην χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του, αλλά να κατευθυνθεί στους χώρους καταφυγής ώστε να υπάρχει η δυνατότητα επικοινωνίας, γιατί σε τέτοιες στιγμές καταλύεται η επικοινωνία. Έτσι θα αποσυμφορηθεί η άναρχη κυκλοφορία και θα κερδίσουμε τη δυνατότητα να κινηθούν ασθενοφόρα, τροχαία και πυροσβεστική» είπε με νόημα.