Σε λεπτή κόκκινη γραμμή ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δικαστές εξελίσσονται οι εξεταστικές επιτροπές για την απόδοση ποινικών ευθυνών σε πρώην υπουργούς.

Σημείο τριβής ανάμεσα σε πολιτικούς και δικαστικούς είναι ποιος έχει την ευθύνη για την τιμωρία των πολιτικών. Όλες οι συντεταγμένες ,κατά γενική ομολογία, οδηγούν στην ανάγκη Συνταγματικής αναθεώρησης του άρθρου 86 που ρητά προβλέπει ότι αν μέσα σε δύο κοινοβουλευτικές περιόδους δεν έχει κινηθεί η ποινική διαδικασία από τη Βουλή, τότε χάνει η πολιτεία το δικαίωμα να κινήσει τη δίωξη σε βάρος των πολιτικών προσώπων.

Οι δικαστές αντιτείνουν ότι οι πολιτικοί είναι εκείνοι που μπορούν να αλλάξουν το σκηνικό της ατιμωρησίας, καθώς εκ του Συντάγματος εκείνοι είναι που έχουν τη νομοθετική εξουσία. Εδώ και καιρό εξάλλου, πολύ πριν σοβαρές υποθέσεις, όπως η Ζίμενς και το Βατοπέδι, οδηγηθούν στη δικαιοσύνη δικαστικοί λειτουργοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου και έλεγαν ότι τα χέρια τους είναι δεμένα με τον υπάρχοντα νόμο περί ευθύνης υπουργών.

Νομικοί και δικαστικοί κύκλοι μάλιστα θεωρούν ότι ακόμη και οι χθεσινές διορθωτικές παρεμβάσεις που επιχειρήθηκαν με το νομοσχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα ο υπουργός Δικαιοσύνης για τις επικείμενες αλλαγές στον υπάρχοντα νόμο περί ευθύνης υπουργών δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να έχει αναδρομική ισχύ και να εφαρμοστεί στις εκκρεμείς υποθέσεις.

Επιπλέον, οι δικαστές είναι επιφυλακτικοί καθώς γνωρίζουν καλά πως για να … χτυπηθεί το κακό της ατιμωρησίας στη ρίζα του πρέπει να κλείσει πρώτα η ομπρέλα προστασίας που παρέχει το Σύνταγμα σε πρώην υπουργούς και υφυπουργούς που ελέγχονται στο πλαίσιο ποινικών ερευνών.

Για το λόγο αυτό δεν έλειψαν από την πλευρά των νομικών οι φωνές που απέδωσαν τη χθεσινή παρουσίαση του νόμου σε επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης. Όλοι πάντως, συμφωνούν πως σε κάθε περίπτωση πως την ίδια τύχη με την υπόθεση του Βατοπεδίου θα έχει και η υπόθεση της Ζίμενς σε περίπτωση που η δικογραφία σταλεί από τη Βουλή στο δικαστικό συμβούλιο του Αρείου Πάγου.