Μείωση της καταναλωτικής δαπάνης των ελληνικών νοικοκυριών από το 2008 και μια ανισότητα ανάμεσα σε φτωχά και πλούσια νοικοκυριά που επιμένει, καταγράφουν οι στατιστικές έρευνες στη χώρα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς 2008, που δημοσιοποίησε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή, το 2008 η μέση μηνιαία καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών ανήλθε στα 2.117,67 ευρώ (αύξηση 18,2% σε σύγκριση με το 2004).

Η αύξηση αυτή σε πραγματικούς όρους (λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβολή των τιμών κατά το διάστημα 2004- 2008), ανήλθε σε 6,8%, ενώ η αντίστοιχη αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών για την περίοδο 1998- 2004 ανήλθε σε 12,2%. Καταγράφεται, δηλαδή, μείωση της ανοδικής τάσης της καταναλωτικής δαπάνης από αγορές.

Η μέση μηνιαία κατανάλωση των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 27,3% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 30,4% του οικογενειακού τους προϋπολογισμού σε είδη διατροφής, ενώ τα μη φτωχά το 15,5%.

Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι κ.λπ.), οι δαπάνες για υγεία ανέρχονται στο 8,3% του οικογενειακού προϋπολογισμού τους, ενώ των μη φτωχών σε 6,6%.

Ο κίνδυνος φτώχειας απειλούσε το 2008 το 19% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνονται υπόψη μόνο η καταναλωτική δαπάνη με τρόπο κτήσης αγορά, ενώ μειώνεται στο 16% του πληθυσμού, όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).

Από την ανάλυση των στοιχείων της έρευνας προκύπτει εξάλλου, μια μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου και, ειδικότερα, μετατόπιση των δαπανών για διατροφή, ένδυση- υπόδηση, διαρκή καταναλωτικά και λοιπά αγαθά προς τις δαπάνες που αφορούν στη στέγαση, τις μεταφορές, την εκπαίδευση και τα ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια.

Έτσι, η μεγαλύτερη άνοδος καταγράφεται στις δαπάνες για ξενοδοχεία, εστιατόρια και καφενεία (+33,4%) και στη στέγαση- ενοίκιο, ηλεκτρισμός, ύδρευση κ.λπ. (+30,2%), ενώ μείωση καταγράφεται μόνο στις δαπάνες για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (-4,4%), η οποία οφείλεται στις δαπάνες για τσιγάρα.

Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2004), παρατηρείται μείωση στην ποσοστιαία κατανομή της δαπάνης για γαλακτοκομικά προϊόντα (0,6%), ψάρια (0,4%), λαχανικά (0,4%), φρούτα (0,1%) και ζάχαρη, μαρμελάδα, μέλι, γλυκά και ζαχαρωτά (0,4%) και αύξηση για αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (0,9%), κρέας (0,8%), λοιπά είδη διατροφής (0,2%) και καφέ, τσάι, κακάο (0,2%).

Οι μηνιαίες ποσότητες ειδών διατροφής που καταναλώθηκαν παρουσιάζουν πτωτική τάση εκτός των ζυμαρικών (+12%) και του κρέατος (+1,4%). Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στα προϊόντα αρτοποιίας (15,9%) και στο γιαούρτι (13,4%). Αξιοσημείωτη αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες είναι η μείωση της κατανάλωσης σε φρούτα και λαχανικά κατά 1.598,98 και 2.318,69 γραμμάρια αντίστοιχα. Πάντως, και το 2008, το σχετικά μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αφορά σε είδη διατροφής (16,4%) και ακολουθούν οι δαπάνες για μεταφορές (13,4%), ενώ το μικρότερο μέρος των δαπανών αφορά στην εκπαίδευση.

Στην έρευνα καταγράφεται, τέλος, μια σαφής βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στην τετραετία 2004- 2008. Συγκεκριμένα, παρατηρείται σημαντική αύξηση (από 34% σε 42%) των νοικοκυριών που διαθέτουν ηλεκτρονικό υπολογιστή στην κύρια κατοικία τους (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +25,9%), καθώς και αύξηση του ποσοστού των νοικοκυριών που διαθέτουν, τουλάχιστον, ένα κινητό τηλέφωνο (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +16,6%).

Επίσης, καταγράφεται αύξηση (από 9% σε 13,6%) των νοικοκυριών που διαθέτουν χώρους στάθμευσης στην κατοικία (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +54%), καθώς και αύξηση (από 66,6% σε 66,9%) του ποσοστού κατοχής, τουλάχιστον ενός επιβατικού αυτοκινήτου ΙΧ από τα νοικοκυριά (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +2,5% και του αριθμού των αυτοκινήτων +11,5%). Στον αντίποδα, υπήρξε μείωση του αριθμού των νοικοκυριών που κατέχουν εξοχικές κατοικίες (3,3%) και σταθερό τηλέφωνο(6,4%).