Προτάσεις για την επίτευξη στόχων που θα μειώσουν περαιτέρω σε σημαντικό βαθμό τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από τα καινούργια αυτοκίνητα και τα ελαφρά εμπορικά οχήματα (ημιφορτηγά) έως το 2020, παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Με τις προτάσεις αυτές θα μειωθούν οι μέσες εκπομπές από τα καινούργια αυτοκίνητα από 135,7g το 2011 σε 95g CO2 ανά χλμ το 2020, με υποχρεωτικό στόχο 130g το 2015. Οι εκπομπές από τα ημιφορτηγά θα μειωθούν από 181,4g το 2010 (το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν αριθμητικά στοιχεία) σε 147g CO2/χλμ το 2020, με υποχρεωτικό στόχο τα 175g το 2017.

Οι υποχρεωτικοί στόχοι για το 2020 προβλέπονται ήδη στην ισχύουσα νομοθεσία αλλά πρέπει να υλοποιηθούν. Έπειτα από εμπεριστατωμένη τεχνική και οικονομική ανάλυση την οποία διεξήγαγε η Επιτροπή, οι κανονισμοί που προτείνονται σήμερα καθορίζουν τον τρόπο επίτευξης των στόχων.

Καθαρές οικονομίες για τους καταναλωτές

Από την ανάλυση της Επιτροπής προκύπτει ότι οι στόχοι του 2020 είναι επιτεύξιμοι, οικονομικά υγιείς και αποδοτικοί σε σχέση με το κόστος: η τεχνολογία είναι άμεσα διαθέσιμη, το κόστος της είναι αισθητά χαμηλότερο από το προβλεπόμενο και η εφαρμογή της αναμένεται ότι θα τονώσει την απασχόληση, θα αυξήσει το ΑΕΠ και θα ωφελήσει τους καταναλωτές και τη βιομηχανία.

Ο ιδιοκτήτης κάθε καινούργιου αυτοκινήτου θα εξοικονομεί από το κόστος των καυσίμων περίπου 340 ευρώ κατά μέσο όρο το πρώτο έτος, ήτοι κατ’ εκτίμηση 2904-3836 ευρώ συνολικά καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του αυτοκινήτου (13 έτη), σε σύγκριση με τον στόχο για το 2015. Για τα ημιφορτηγά, η μέση εξοικονόμηση από το κόστος των καυσίμων εκτιμάται σε περίπου 400 ευρώ το πρώτο έτος και σε 3363-4564 ευρώ κατά τα 13 έτη της διάρκειας ζωής τους.

Συνολικά, οι καταναλωτές θα εξοικονομούν περίπου 30 δισ. ευρώ τον χρόνο από το κόστος των καυσίμων και εκτιμάται ότι οι στόχοι θα μπορούσαν να επιφέρουν αύξηση του ΑΕΠ της ΕΕ κατά 12 δισ. ευρώ ετησίως και των δαπανών για την απασχόληση κατά περίπου 9 δισεκατ. ευρώ ετησίως.

Οι προτάσεις αυτές αναμένεται ότι θα επιτρέψουν την εξοικονόμηση 160 εκατομμυρίων τόνων πετρελαίου ―αξίας περίπου 70 δισεκατ. ευρώ σε σημερινές τιμές― και περίπου 420 εκατομμυρίων τόνων CO2 κατά την περίοδο έως το 2030.

Τόνωση της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας
Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία θεωρείται ηγέτης στον τομέα της τεχνολογίας παγκοσμίως, κυρίως λόγω των σημαντικών επενδύσεών της στην καινοτομία σε συνδυασμό με μια απαιτητική εγχώρια αγορά. Η εκτίμηση από την Επιτροπή των επιπτώσεων των προτάσεων δείχνει ότι ο τομέας έχει μεγάλες δυνατότητες καινοτομίας και σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών.

Οι στόχοι του 2020 προσφέρουν ένα σαφές και σταθερό νομικό περιβάλλον για τις επενδύσεις και θα τονώσουν περαιτέρω την καινοτομία από τους παραγωγούς οχημάτων και τους προμηθευτές κατασκευαστικών στοιχείων, ενισχύοντας περαιτέρω το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της βιομηχανίας της ΕΕ.

Η καθιέρωση παρόμοιων προτύπων απόδοσης ως προς τις εκπομπές CO2 ή τα καύσιμα σε τρίτες χώρες θα αύξανε τη ζήτηση για τεχνολογίες μείωσης του CO2 και πιο αποδοτικά αυτοκίνητα κατασκευασμένα στην Ευρώπη.

Διατήρηση και δημιουργία θέσεων απασχόλησης
Η ανάγκη για νέες τεχνολογίες και βελτιώσεις στην οικονομία καυσίμου θα έχει θετικό αντίκτυπο στη ζήτηση για κατασκευαστικά στοιχεία. Η οικονομία καυσίμου αναμένεται ότι θα έχει ευεργετική επίδραση στην απασχόληση, καθώς η οικονομία καυσίμου αυξάνει την αξία των αυτοκινήτων που κατασκευάζονται και επιφέρει αναλογικά υψηλότερη ζήτηση εργασίας δεδομένου ότι η κατασκευή οχημάτων αποτελεί δραστηριότητα με υψηλή ένταση εργασίας.

Επόμενα βήματα
Οι προτάσεις θα υποβληθούν προς συζήτηση και έγκριση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Οι προτάσεις θα τροποποιήσουν δύο ισχύοντες κανονισμούς με τους οποίους θεσπίζονται δεσμευτικές απαιτήσεις για τους κατασκευαστές με σκοπό την επίτευξη του υποχρεωτικού στόχου του 2015 για τα αυτοκίνητα και του στόχου του 2017 για τα ημιφορτηγά. Τα μέτρα εφαρμογής των κανονισμών έχουν ήδη θεσπιστεί και οι εκπομπές CO2 από καινούργια οχήματα παρακολουθούνται σε ετήσια βάση.

Πηγή: econews