Μειωμένες κατά 34% είναι οι αποδόσεις των βιολογικών-οργανικών καλλιεργειών σε σχέση με τις αντίστοιχες συμβατικές καλλιέργειες των ίδιων προϊόντων σε παρόμοιας έκτασης γη.

Αυτό δείχνει η νέα μεγάλη επιστημονική έρευνα, που έγινε με επικεφαλής τη Βερένα Σόϊφερτ του Τμήματος Γεωγραφίας του καναδικού πανεπιστημίου ΜακΓκιλ του Μόντρεαλ. Οι επιστήμονες συνέκριναν τις σοδειές 34 διαφορετικών καλλιεργειών αγροτικών προϊόντων, τόσο με βάση την παραδοσιακή, όσο και με βάση την οργανική-βιολογική μέθοδο.

Μεγάλο μειονέκτημα εμφανίζουν οι βιολογικές καλλιέργειες λαχανικών και ορισμένων δημητριακών όπως το σιτάρι, που αποτελούν την μερίδα του λέοντος στην κατανάλωση του πλανήτη. Τα δημητριακά και τα λαχανικά χρειάζονται μεγάλες ποσότητες αζώτου για να αναπτυχθούν, πράγμα που σημαίνει ότι η υστέρηση των αποδόσεων των βιολογικών καλλιεργειών οφείλεται κυρίως στην έλλειψη αζωτούχων λιπασμάτων.

Οι βιολογικοί καλλιεργητές τα καταφέρνουν καλύτερα, όταν παράγουν φρούτα όπως οι φράουλες (που έχουν μικρότερη απόδοση μόνο κατά 3% σε σχέση με τις συμβατικές φράουλες) ή σόγια (μικρότερη απόδοση κατά 11% κατά μέσο όρο).

Η συμβατική γεωργία χρησιμοποιεί χημικά λιπάσματα για την ανάπτυξη των φυτών, ενώ η βιολογική – οργανική προτιμά άλλες εναλλακτικές λύσεις, οι οποίες είναι όμως πιο αργής και χαμηλής απόδοσης, όπως η ανακύκλωση των υπολειμμάτων της προηγούμενης σοδειάς στο χώμα της επόμενης.

Έτσι, κατά την έρευνα, η γεωργία που δεν καταφεύγει σε χημικά λιπάσματα και εντομοκτόνα, αδυνατεί να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες της ανθρωπότητας από άποψη ποσότητας.