«Η Αλίκη είχε απαυδήσει πια να κάθεται στην όχθη δίπλα στην αδελφή της με τα χέρια σταυρωμένα, μια ή δύο φορές είχε κρυφοκοιτάξει το βιβλίο που διάβαζε η αδελφή της, μα εκείνο δεν είχε ούτε μια ζωγραφιά, ούτε έναν διάλογο, «και σε τι χρησιμεύει ένα βιβλίο, σκεφτόταν η Αλίκη , σαν δεν έχει ούτε ζωγραφιά ούτε έναν διάλογο;”. Έτσι λοιπόν βασάνιζε το μυαλό της να βρει μια απάντηση ( όσο της το επέτρεπε η ζέστη της ημέρας που της έφερνε υπνηλία και την αποβλάκωνε),  αν η ευχαρίστηση του να σιάξει κανείς ένα γιορτνάνι μαργαρίτες άξιζε τον κόπο να την κάνει να σηκωθεί και να μαζέψει μαργαρίτες. Όταν άξαφνα ένα άσπρο κουνέλι με κόκκινα μάτια την προσπέρασε τρέχοντας[…]». Αυτή είναι πρώτη μας γνωριμία με την Αλίκη που μετά την αναπάντεχη συνάντηση με το κουνέλι θα βρεθεί στο δικό της κόσμο των Θαυμάτων. Το «παραμύθι» του Λούις Κάρολ , «ενός συγγραφέα που πέτυχε αυτό που κανένας άλλος δεν μπόρεσε ποτέ : να αναπλάσει τον κόσμο της παιδικής ηλικίας έτσι ώστε εμείς να ξαναγινόμαστε παιδιά. Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων δεν είναι ένα παιδικό βιβλίο, είναι το μοναδικό βιβλίο με το οποίο γινόμαστε παιδιά.» έγραφε  γράψει η Βιρτζίνια Γουλφ για την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων».

Σχέδιο του Pat Andrea για την εικονογράφιση της έκδοσης
Σχέδιο του Pat Andrea για την εικονογράφιση της έκδοσης
Την ίδια άποψη που δεν κατατάσσει το βιβλίο στην παιδική λογοτεχνία συμμερίζεται και ο Μένης Κουμανταρέας που προλογίζει την ελληνική μετάφραση . «Η Αλίκη δεν είναι ένα βιβλίο για παιδιά. Η Χώρα των θαυμάτων ( ή του Παράδοξου) στην ουσία είναι η χώρα που βασιλεύει το Nonsense. Όρος αμετάφραστος στα ελληνικά όπου η πλησιέστερη απόδοση θα μπορούσε να είναι : το παράλογο ή το παρανοϊκό. Η Αλίκη είναι ένα βιβλίο περί παιδιών και μάλιστα κοριτσιών άνηβων κατά προτίμηση. […] Επιστρατεύοντας την ιδιότητά του ως μαθηματικού και το ταλέντο του ως παραμυθά, ο Λούις Κάρολ αποδύεται σε μια επιχείρηση γοητείας με σκοπό να θέλξει την κάθε μικρή Αλίκη. […]» αναφέρει. Σε τι όμως οφείλει το βιβλίο – που περιγράφει με λεπτή φαντασία και παιδικό αυθορμητισμό της περιπέτειες ενός μικρού κοριτσιού, της Αλίκης, η οποία μετά την πτώση της σε μια λαγότρυπα περιπλανιέται σε έναν αλλόκοτο κόσμο – την αγέραστη δημοτικότητά του; Στο γεγονός ότι απευθύνεται τόσο σε παιδιά όσο και σε ενηλίκους; Στο στοιχείο του συμβολισμού, της σάτιρας και της αλληγορίας που ανοίγει διάπλατα τον δρόμο στη φαντασία και στις αμέτρητες ερμηνείες; Στην ίδια την προσωπικότητα του συγγραφέα (1832-1898) και του μύθου γύρω από το πρόσωπό του με τις θεωρίες περί παιδοφιλίας που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι οποίες όμως φαίνεται ότι υποχωρούν τα τελευταία χρόνια; Όποια κι αν είναι η απάντηση, τα δεδομένα παραμένουν εντυπωσιακά.
    Σχέδιο του Pat Andrea για την εικονογράφιση της έκδοσης
Σχέδιο του Pat Andrea για την εικονογράφιση της έκδοσης
Το παραμύθι παραβιάζει συστηματικά την καθιερωμένη λογική των ενηλίκων πλησιάζοντας και φλερτάροντας με τον άλογο τρόπου που πολλές φορές τα μικρά παιδιά σκάφτονται και αντιδρούν. Ο συγγραφέας μάλιστα χρησιμοποιεί την αλληγορία τις γνώσεις του τα της επιστήμης αντεστραμμένες και πασπαλισμένες με άφθονο χιούμορ. Από το πλήθος κριτικών που έχουν κυκλοφορήσει για το βιβλίο, επικρατέστερη θεωρείται εκείνη που θέλει την ηρωίδα να αποτελεί χαρακτηριστική εκπρόσωπο της καταπιεσμένης παιδικής ηλικίας κατά τη βικτωριανή περίοδο. «Ποια είμαι επιτέλους; Α, αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα» λέει κάπου η Αλίκη εκφράζοντας ένα από τα κεντρικά ερωτήματα του ίδιου του έργου. Η κριτική της κοινωνίας της εποχής του συγγραφέα και των αγγλοσαξονικών νοοτροπιών σε συνδυασμό με το πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ατόμου όταν παύουν να ισχύουν οι κατεστημένοι κανόνες χαράζουν τους βασικούς άξονες του αριστουργήματος. aliki6 «Τούτη τη φορά βρήκε ένα μικρό μπουκάλι και γύρω στο λαιμό του μπουκαλιού ήταν μια χάρτινη ετικέτα με τις λέξεις “ΠΙΕΣ ΜΕ” όμορφα τυπωμένες μ ευανάγνωστα γράμματα. […] Η Αλίκη δοκίμασε το περιεχόμενο, καθώς μάλιστα το βρε νόστιμο δεν άργησε να το πιεί μονορούφι. “Τι παράξενο συναίσθημα θαρρώ πως διπλώνομαι σαν τηλεσκόπιο.[…] Το μάτι της δεν άργησε να πέσει πάνω σε ένα γυάλινο κουτάκι που βρισκόταν κάτω από το τραπέζι το άνοιξε και βρήκε μέσα ένα μικροσκοπικό κέικ με ωραία γραμμένες πάνω του με σταφίδες τις λέξεις “ΦΑΕ ΜΕ”. “Καλά λοιπόν ας το φάω” είπε η Αλίκη “αν είναι να με κάνει να ψηλώσω θα φτάσω το κλειδί, αν πάλι με μικρύνει τότε θα μπορέσω να συρθώ κάτω από την πόρτα, έτσι κι αλλιώς θα μπω στο περιβόλι, αδιαφορώ παντελώς για το τι απ τα δύο πρόκειται να συμβεί[…] “Από το κακό στο χειρότερο” φώναξε η Αλίκη, “τώρα ξετυλίγομαι σαν το μεγαλύτερο τηλεσκόπιο που υπήρξε στον κόσμο!”».
aliki5
Σχέδιο του Pat Andrea για την εικονογράφιση της έκδοσης
Στον φανταστικό κόσμο όπου κινείται η μικρή ηρωίδα με την ίδια να μεγαλώνει και να μικραίνει ώσπου να καταλήξει κάποια στιγμή σε ένα αλλόκοτο δικαστήριο με τους δικαστές-τραπουλόχαρτα να αποφασίζουν να της… κόψουν το κεφάλι λίγο προτού συνειδητοποιήσει πως όλα αυτά δεν ήταν παρά ένα όνειρο, οι καθιερωμένες αντιλήψεις ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές μπαίνουν στο στόχαστρο και γίνονται αντικείμενο χλευασμού. Το κεφάλαιο «Τσάι των τρελών» αποτελεί μια πραγματεία πάνω στην έννοια του χρόνου. Έτσι  δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως ένα μέρος της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» μπορεί να γίνει κατανοητό καλύτερα από τον ενήλικο αναγνώστη. Η συγγραφή του έργου άλλωστε ξεκίνησε όπως ακριβώς και το βιβλίο με μια εκδρομή. Τον Ιούλιο του 1862 ο Κάρολ από κοινού με τον αιδεσιμότατο Ρόμπινσον Ντάκγουορθ και τις τρεις κόρες του πρύτανη του Κολεγίου Christ Church, στο οποίο δίδασκε ο ίδιος, Λορίνα, Ιντιθ και Αλις Λίντελ έκαναν μια εκδρομή που έμελλε να σταθεί η αρχή της περιπέτειας της συγγραφής του βιβλίου. Προκειμένου να απασχολήσει τα κορίτσια στη διάρκεια της εκδρομής αυτής ο Κάρολ επινόησε και αφηγήθηκε μια ιστορία η οποία αποτέλεσε τη βάση της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων». Η μικρή Άλις παρότρυνε τον Κάρολ να καταγράψει την αφήγηση, γεγονός το οποίο οδήγησε στην πρώτη μορφή του έργου υπό τον τίτλο «Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη Γη».
aliki7
Η Άλις Λίντερ, η οποία ενέπνευσε κατά μερικούς τον συγγραφέα για την συγγραφή του έργου. Η φωτογραφία τραβήχτηκε από τον ίδιο τον Λούις Κάρολ
Το χειρόγραφο όμως εκείνο δεν προοριζόταν προς δημοσίευση και έφερε την αφιέρωση που αποκάλυπτε ότι αποτελούσε ένα «δώρο Χριστουγέννων προς ένα αγαπητό παιδί, σε ανάμνηση μιας καλοκαιρινής ημέρας». Αρκετό καιρό αργότερα και κατόπιν παροτρύνσεων που δέχθηκε, ο Κάρολ έλαβε την απόφαση να προχωρήσει στην έκδοση του βιβλίου, γεγονός που τον ώθησε να επεξεργαστεί την τελική μορφή του έχοντας ήδη προσεγγίσει τον διακεκριμένο καλλιτέχνη Τζον Τένιελ προκειμένου να αναλάβει την εικονογράφηση. Τελικά, το βιβλίο εκδόθηκε από τον οίκο MacMillan&Co με τον τίτλο «Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» τον Ιούλιο του 1865, με τον συγγραφέα να αναλαμβάνει πλήρως τα έξοδα της έκδοσης, γεγονός το οποίο τον επιβάρυνε ασφαλώς οικονομικά σε περίπτωση αποτυχίας, του εξασφάλιζε όμως τον απόλυτο έλεγχο της ποιότητας. Πραγματικά κάποια οικονομική αιμορραγία τελικά δεν απεφεύχθη καθώς, ενώ η διαδικασία της πρώτης έκδοσης που περιλάμβανε 2.000 αντίτυπα είχε ήδη αρχίσει, ο συγγραφέας πληροφορήθηκε πως ο Τένιελ δεν ήταν τελικά ευχαριστημένος από την ποιότητα εκτύπωσης των εικόνων του, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί το βιβλίο επιβαρύνοντας τον Κάρολ. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1865, η δεύτερη έκδοση του βιβλίου τυπώθηκε σε 4.000 αντίτυπα, τα οποία ο συγγραφέας χαρακτήρισε «τέλειο δείγμα καλλιτεχνικής εκτύπωσης». Τα Χριστούγεννα του 1871 εκδόθηκε η συνέχεια του βιβλίου με τίτλο «Through the Looking Glass and What Alice Found There» γνωρίζοντας επίσης εντυπωσιακή απήχηση, ενώ ο συγγραφέας ολοκλήρωσε και μια ειδική έκδοση απευθυνόμενη ειδικά σε πολύ μικρά παιδιά ως πέντε ετών. Οι περιπέτειες της αλίκης στη χώρα των θαυμάτων Η διάσημη πλέον Αλίκη που περιπλανιέται στον υπόγειο κόσμο του παράδοξου, θεωρείται ότι αντλεί στοιχεία από την Αλις Λίντελ – την οποία ορισμένοι βιογράφοι του υποστηρίζουν ότι ο Κάρολ ζήτησε σε γάμο με άλλους να ισχυρίζονται αργότερα πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο, σε γάμο είχε ζητήσει την ενήλικη κουβερνάντα της-, ο ίδιος ο συγγραφέας διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου του στηρίζεται πράγματι σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο. Στους πρώτους αναγνώστες της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» περιλαμβάνονται η βασίλισσα Βικτωρία και ο νεαρός τότε Οσκαρ Γουάιλντ. Η εκτίμηση του συγγραφέα και ιστορικού σερ Γουόλτερ Μπέσαντ στα τέλη του 19ου αιώνα, όμως, σύμφωνα με την οποία επρόκειτο για ένα «από αυτά τα σπάνιου είδους βιβλία που ανήκουν σε όλες τις μελλοντικές γενιές ώσπου η ίδια η γλώσσα να περιέλθει σε αχρηστία» ήταν αυτή η οποία έμελλε να περιγράψει τη μελλοντική πορεία του έργου του Κάρολ με τη μεγαλύτερη ακρίβεια. Ο συγγραφέας Λούις Κάρολ (ψευδώνυμο με το οποίο ο μαθηματικός, φωτογράφος και κληρικός Τσαρλς Λούτγουιτζ Ντότζσον , έγινε ευρύτερα γνωστός)  στάθηκε αναμφίβολα τυχερός, αφού στο τέλος της ζωής του ευτύχησε να δει το γνωστότερο πόνημά του να κατακτά τον τίτλο του δημοφιλέστερου βιβλίου παιδικής λογοτεχνίας στην Αγγλία. aliki3 Η επιτυχία όμως του θαυμαστού κόσμου της Αλίκης δεν σταμάτησε εκεί. Τα επόμενα χρόνια η δημοτικότητά του αυξήθηκε ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα στα μέσα του 20ού αιώνα να αποτελεί το διασημότερο βιβλίο του είδους του στον κόσμο. Εκατόν πενήντα χρόνια από την πρώτη του έκδοση, το 1865, η αντοχή αλλά και η πολυεπίπεδη επιρροή της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» (τίτλος ο οποίος τελικά καθιερώθηκε) παραμένουν εντυπωσιακές: μεταφράστηκε σε τουλάχιστον 97 γλώσσες, γνώρισε πολλές τηλεοπτικές και κινηματογραφικές διασκευές, εμπνέοντας παράλληλα την όπερα αλλά και το μπαλέτο. Η Αλίκη άλλωστε παράλληλα με ένα διανοητικό παιχνίδι είναι μαζί κι ένα κείμενο που το διαπερνά μια αισθησιακή αύρα. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως η Αλίκη μαζί της κι ο αναγνώστης έχει συνηθίσει στο να της συμβαίνουν μόνο πράγματα ασυνήθιστα, που αφαιρούν τη ρουτίνα της ζωής και δίνουν στα γεγονότα νόημα. Όπως αναφέρει κι ο Μένης Κουμανταρέας « μοιάζει με οδηγία ζωής τόσο για τους ήρωες όσο και για τον αναγνώστη». Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»