Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ θεωρείται ένας από τους καλύτερους ζωγράφους που χρησιμοποιούσε χρώματα στους πίνακες. Το κίτρινο, το μπλε του, οι κερασιές, οι ηλίανθοι και οι ουρανοί του όλα φτιαγμένα με ένα παχύ στρώμα χρωματικής πανδαισίας είναι όσα έκαναν το όνομα του Βαν Γκογκ συνώνυμο με τα έντονα εκφραστικά χρώματα.

Παρόλα αυτά, κάποια από τα χρώματα που βλέπουμε στους πίνακες του είναι απλώς αχνές αποχρώσεις αυτών που εκείνος ζωγράφισε στη δεκαετία του 1880. Αυτή η ανησυχητική ανακάλυψη έγινε από το Μουσείο Βαν Γκογκ στο Άμστερνταμ, έπειτα από μια ερευνητική εργασία. Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι τα χρώματα στους πίνακες του Βαν Γκογκ έχουν ξεθωριάσει σε μεγάλο βαθμό και έχουν αλλάξει την εμφάνιση των πινάκων του, κάνοντάς την εικόνα τους πιο απαλή, πιο άδεια, λιγότερο φίνα στη χρήση των συμπληρωματικών χρωμάτων από ό,τι ήταν όταν τους ζωγράφισε ο ίδιος.

Αυτά τα στοιχεία παρουσιάζονται σε μια καινούργια έκθεση με το όνομα «Van Gogh at Work» («Ο Βαν Γκογκ επί τω έργω»), που παρουσιάζεται σε αυτό το δημοφιλές και πνευματικά ενδελεχές μουσείο. Η έκθεση αυτή εξετάζει τις τεχνικές του Βαν Γκογκ ως καλλιτέχνη, το είδος του καμβά που χρησιμοποιούσε κάθε φορά για να ζωγραφίζει –είτε αυτό ήταν ωμά λαχανικά, ή ακόμα και πανιά, όταν δεν είχε χρήματα– μέχρι και τις προσωπικές ανταλλαγές ιδεών που είχε με φίλους του, όπως ο Γκωγκέν και ο Τουλούζ Λωτρέκ.

Μάλιστα, η φιλία του με τον Τουλούζ Λωτρέκ είναι ένα συγκινητικό παράδειγμα για το πώς η φυσική εξέταση της τέχνης μπορεί να μας οδηγήσει πιο κοντά στον καλλιτέχνη. Ο Βαν Γκογκ γνώρισε τον μεγάλο ζωγράφο στο Παρίσι όπου έζησαν και οι δυο, αλλά ενδείξεις που παρουσιάζονται στην έκθεση δείχνουν ότι, όχι απλώς αγόραζαν τους καμβάδες τους από το ίδιο μαγαζί, αλλά δούλευαν και μαζί, σαν συνάδελφοι.

Μια ακόμη προσωπική αποκάλυψη για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δούλευε ο Βαν Γκογκ είναι ότι συχνά επαναχρησιμοποιούσε τους καμβάδες του, ζωγραφίζοντας πάνω σε πρότερα έργα του. Ένας πίνακας με λουλούδια που παρουσιάζεται στην έκθεση, έχει από κάτω κρυμμένο έναν πίνακα με παλαιστές ζωγραφισμένο από τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Επίσης, όταν ο Βαν Γκογκ ήθελε να κρατήσει έναν πίνακα μερικές φορές ζωγράφιζε στο πίσω μέρος του. Χαρακτηριστικά, στο πίσω μέρος ενός πρώιμου έργου του, τους «Πατατοφάγους» (The Potato Eaters) υπάρχει κατοπινό πορτραίτο του, ιδιαίτερα ζωντανής απεικόνισης.

Μέσα σε όλα αυτά, λοιπόν, είναι δύσκολο να αφομοιώσει κανείς ότι τα χρώματα στους πίνακες του Βαν Γκογκ δεν είναι πάντοτε στην ίδια υπέροχη κατάσταση που ήταν, αλλά δυστυχώς τα στοιχεία είναι αμείλικτα. Στην πραγματικότητα, αυτή η έκθεση είναι μια δημόσια αναφορά βασισμένη σε μια ογκώδη ερευνητική εργασία που χρησιμοποιεί τις πιο σύγχρονες μη παρεμβατικές τεχνικές για να μελετήσει υπό το μικροσκόπιο τη δομή της τέχνης. Μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει ένα ηλεκτρονικό μικροσκόπιο και να δει τους κόκκους της σκόνης στους πίνακες του Βαν Γκογκ με τα παχιά στρώματα από ελαιόχρωμα.

Τελικά, το γεγονός ότι τα χρώματα στους πίνακες του Βαν Γκογκ αλλάζουν με την πάροδο των χρόνων είναι απλώς ένας φόρος τιμής στην ιδιοφυία του. Κανείς, έτσι κι αλλιώς, δεν έχει κανένα παράπονο για τα χρώματά του. Σε αυτή την έκθεση, κοιτά κανείς εκστασιασμένος το βαθύ μπλε χρώμα του ουρανού και το χρυσό χρώμα του δρόμου στον πίνακα του «Το κίτρινο σπίτι» (The Yellow House-1888).

Για τους περισσότερους από εμάς δεν έχει σημασία αν τα χρώματα στους πίνακες του αλλάζουν. Η διορατική τέχνη αυτού του δημιουργού είναι τέτοια που εξελίσσεται με τα χρόνια και όμως μένει πιστή στην αρχική της δομή. Τα νέα που μαθαίνουμε σε αυτήν την καταπληκτική έκθεση δεν υποβαθμίζουν το μεγαλείο του καλλιτέχνη. Αντίθετα, τον φέρνουν ακόμα πιο κοντά μας, γιατί μας κάνουν να τον φανταζόμαστε να δουλεύει μπροστά στα μάτια μας. Η έκθεση μάς παρουσιάζει ακόμα και την παλέτα του, γεμάτη με χρώματα και τρία σωληνάρια χρωμάτων που του ανήκαν και τα οποία εκτίθενται δίπλα στο πορτραίτο που έφτιαξε ο ίδιος για τον εαυτό του.