Στην Μαρλέν Ντίτριχ (Marlene Dietrich) είναι σημερινό Doodle της Google για την 116η επέτειο από τη γέννηση της διάσημης Γερμανίδας ηθοποιού του θεάτρου και του κινηματογράφου.

Η Μαρί Μαγκνταλένε Ντίτριχ γεννήθηκε, σαν σήμερα, στις 27 Δεκεμβρίου 1901 στο Βερολίνο και μεγάλωσε σύμφωνα με την αυστηρή καθοδήγηση της συντηρητικής μητέρας της. Ήθελε να γίνει μουσικός, αλλά ένας τραυματισμός στο αριστερό της χέρι ανέτρεψε τα αρχικά σχέδιά της αναγκάζοντάς τη να διακόψει τις σπουδές της στο βιολί.

Έτσι έγινε ηθοποιός.

Η τρομερή γυναίκα-αράχνη, όπως την ήθελαν οι κινηματογραφικές ανάγκες της εποχής, δάνεισε τη μορφή της σε πλήθος από ηρωίδες της μεγάλης οθόνης, καταλαμβάνοντας ταυτόχρονα τα σκοτεινά όνειρα των αντρών. Ήταν μια μαχητική και παθιασμένη γυναίκα, που συντάχθηκε όταν χρειάστηκε με τις δυνάμεις του καλού στον πόλεμο με τη ναζιστική Γερμανία, την οποία και μίσησε από την πρώτη κιόλας χιτλερική εκδήλωσή της.

Κι όταν κάποια στιγμή ο κινηματογράφος θα της γυρνούσε εμφατικά την πλάτη, εκείνη θα στρεφόταν στα τραγούδι, σημειώνοντας μια δεύτερη καριέρα από την αρχή.

Ο πατέρας της, αστυνομικός στο επάγγελμα, πεθαίνει όταν η Μάρλεν είναι ακόμα σε τρυφερή ηλικία, με τη μητέρα της να ξαναπαντρεύεται αργότερα με αξιωματικό του στρατού.

Η μικρή Μαρλέν μαθαίνει αγγλικά και γαλλικά στο ιδιωτικό σχολείο που φοιτεί, την ίδια στιγμή που παίρνει μαθήματα βιολιού, σκοπεύοντας να ασχοληθεί με τη μουσική. Αργότερα ωστόσο, στην εφηβεία, θα εγκαταλείψει το όνειρο της μουσικής καριέρας για να εξερευνήσει τις υποκριτικές της δυνατότητες.

Η καριέρα της στην εθνική κινηματογραφία της Γερμανίας αρχίζει να εκτοξεύεται από τα τέλη της δεκαετίας του ’20. Γράφοντας και η ίδια ιστορία, συμμετέχει στην πρώτη ομιλούσα ταινία της χώρας, το περίφημο φιλμ «Γαλάζιος Άγγελος» (1930) του χολιγουντιανού -πλέον- σκηνοθέτη Γιόσεφ φον Στέρνμπεργκ. Η αγγλική εκδοχή της ταινίας ακολουθεί, με το ίδιο μάλιστα καστ.

Με την εξωτερική ομορφιά και τους σοφιστικέ της τρόπους, η Ντίτριχ ήταν ιδανική για τον ρόλο της χορεύτριας του καμπαρέ Λόλα Λόλα. Το φιλμ παρακολουθεί την παρακμή και την πτώση ενός καθηγητή, ο οποίος απαρνιέται τα πάντα για χάρη των ματιών της. Παγκόσμια επιτυχία, η ταινία συντελεί στην οικοδόμηση του μύθου της Ντίτριχ, κάνοντάς τη αυτόματα αστέρι στις ΗΠΑ.

Τον Απρίλιο του 1930 λοιπόν, λίγο μετά την πρεμιέρα του «Γαλάζιου Άγγελου» στο Βερολίνο, η Ντίτριχ μετακομίζει στην Αμερική. Δουλεύοντας πάντα στο πλευρό του Στέρνμπεργκ, πρωταγωνιστεί στο «Μαρόκο» (1930) με τον Γκάρι Κούπερ. Για τον ρόλο της στην ταινία η Ντίτριχ θα λάβει τη μία και μοναδική υποψηφιότητά της για Όσκαρ.

Συνεχίζοντας πάντα να παίζει τη μοιραία femme fatale, η Ντίτριχ προκαλεί συνεχώς τις παραδεδομένες νόρμες της θηλυκότητας. Προτιμά τα παντελόνια και εμφανίζεται συχνά μέσα σε αντρικά ενδύματα της εποχής, τόσο εντός όσο και εκτός σκηνής, γεγονός που συντελεί στη μοναδική γοητεία της, δημιουργώντας παράλληλα νέες τάσεις στη μόδα.

Στην εκτός κινηματογραφικού πανιού ζωή της, η Ντίτριχ ήταν σφοδρή πολέμιος της ναζιστικής επέλασης, θεωρώντας τη μάστιγα για τη χώρα της. Στα τέλη μάλιστα της δεκαετίας του ’30, εκπρόσωποι του Χίτλερ της ζήτησαν να επιστρέψει στη Γερμανία για να τονώσει τη ναζιστική προπαγανδιστική κινηματογραφία, με την ίδια να απορρίπτει το ενδεχόμενο με κατηγορηματικό τρόπο. Ως αποτέλεσμα, οι ταινίες της απαγορεύτηκαν στη χιτλερική Γερμανία.

Η Ντίτριχ κάνει λοιπόν τον Νέο Κόσμο το επίσημο σπίτι της, παίρνοντας την αμερικανική υπηκοότητα το 1939. Κατά τη διάρκεια μάλιστα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ντίτριχ ταξιδεύει εκτενώς για να διασκεδάσει τα συμμαχικά στρατεύματα, ερμηνεύοντας επιτυχίες όπως το «Lili Marlene», που θα μείνουν κατόπιν θρυλικές.