Έντονες αντιδράσεις προκαλεί στο Μπρούκλιν η απόφαση της διευθύντριας του γυμνασίου ΜS 447, Άριν Ρας, να απορρίψει αίτημα γονέα που πρότεινε ομιλία επιζώντα του Ολοκαυτώματος, με το σκεπτικό ότι ο ομιλητής εκφράζει φιλοϊσραηλινές θέσεις που «δεν είναι κατάλληλες για δημόσιο σχολείο».
Ο 85χρονος Σάμι Στάιγκμαν που επέζησε από ναζιστικό στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στην Τρανσνίστρια, έχει μιλήσει δεκάδες φορές σε σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα για το Ολοκαύτωμα και τον αντισημιτισμό. Η διευθύντρια Άριν Ρας υποστήριξε σε επιστολή της ότι «το περιεχόμενο του δημόσιου έργου του δεν ταιριάζει στο πολιτικά ουδέτερο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης».
«Αναζητώντας υλικό στην ιστοσελίδα του, πιστεύω ότι η παρουσίαση του Σάμι δεν είναι κατάλληλη για το δημόσιο σχολικό μας περιβάλλον, λόγω των μηνυμάτων του σχετικά με το Ισραήλ και την Παλαιστίνη», υποστήριξε η Ρας.
«Θα ήθελα να εξετάσουμε άλλους ομιλητές», είπε, επιμένοντας ότι ομιλίες για το Ολοκαύτωμα, τη σφαγή 6 εκατομμυρίων Εβραίων από τους ναζί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την αντιμετώπιση του αντισημιτισμού, παραμένουν καλοδεχούμενες.
Ο Στάιγκμαν, 85 ετών, δεν αναφέρει τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς ούτε στο πλάνο της ομιλίας του ούτε στο βιογραφικό του. Σε ορισμένες διαδικτυακές ομιλίες, ξεκαθαρίζει ότι είναι υπερήφανος Εβραίος που στηρίζει το Ισραήλ και το δικαίωμα του εβραϊκού κράτους να αμύνεται απέναντι σε εχθρούς όπως η Χαμάς.

«Αυτό που συμβαίνει στη Μέση Ανατολή… θα επικρατήσουμε. Θα νικήσουμε», είπε σε ομιλία ανεβασμένη στο YouTube. «Σε κάθε γενιά προσπάθησαν να μας εξοντώσουν. Επικρατήσαμε».
Ενθαρρύνει επίσης τους μαθητές να συμμετέχουν στη «STANDWITHUS», έναν διεθνή και μη κομματικό οργανισμό για την εκπαίδευση σχετικά με το Ισραήλ, που εμπνέει και εκπαιδεύει ανθρώπους κάθε ηλικίας, αντιμετωπίζει την παραπληροφόρηση και καταπολεμά τον αντισημιτισμό.
«Η ζωή βασίζεται στις επιλογές που κάνουμε. Διάλεξε σοφά», γράφει ο ηλικιωμένος άνδρας σε εμψυχωτικά λόγια στην ιστοσελίδα του.
«Μην είσαι ποτέ θεατής – γίνε ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΗΣ και μέρος της λύσης», λέει ο Στάιγκμαν, ο οποίος έχει λάβει το βραβείο «Harmony Power Award» από το Μουσείο Ανοχής της Νέας Υόρκης και έχει τιμηθεί από τη Βουλή της Πολιτείας «ως παράδειγμα θάρρους, συμπόνιας και του έργου του με μαθητές και επισκέπτες στη Νέα Υόρκη».
«Υπάρχουν πλέον ελάχιστοι επιζώντες που μπορούν να καταθέσουν τη μαρτυρία τους»
Η απόφαση της διευθύντριας προκάλεσε την οργή εβραϊκών εκπαιδευτικών και τοπικών αξιωματούχων, που κατηγορούν τη σχολική διοίκηση για «λογοκρισία» και «διάκριση».
Ο πρόεδρος της United Jewish Teachers, Μοσέ Σπερν, επεσήμανε ότι «υπάρχουν πλέον ελάχιστοι επιζώντες που μπορούν να καταθέσουν τη μαρτυρία τους» και ότι τέτοιες απορρίψεις στέλνουν αρνητικό μήνυμα προς την εβραϊκή κοινότητα, σε μια περίοδο αύξησης των αντισημιτικών περιστατικών.
«Ο αποκλεισμός του ομιλητή εγείρει το ερώτημα: Λογοκρίνουμε τώρα επιζώντες του Ολοκαυτώματος για τις απόψεις τους σχετικά με το Ισραήλ;», ανέφερε ο ίδιος.
Σημειώνεται ότι ο Σπερν είναι απόγονος ανθρώπων που έζησαν μαρτυρικές στιγμές από τους ναζί και είναι και ο ίδιος ένας από τους επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος. Γεννήθηκε στην Ουκρανία στις 21 Δεκεμβρίου 1939. Από το 1941 έως το 1944, βρισκόταν με τους γονείς του στο Μογκίλεφ-Ποντόλσκι, σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στην περιοχή της Τρανσνίστριας.
«Η απάντηση της διευθύντριας δεν ανταποκρίνεται στη σοβαρότητα που απαιτείται αυτή την περίοδο», πρόσθεσε ο Σπερν, σημειώνοντας ότι η πόλη και η χώρα συνολικά αντιμετωπίζουν δραματική αύξηση αντισημιτικών ενεργειών. «Αυτό το απαράδεκτο μήνυμα στέλνεται στους Εβραίους των δημόσιων σχολείων της Νέας Υόρκης».
Υπενθύμισε επίσης το πρόσφατο περιστατικό με πλήθος αντιισραηλινών διαδηλωτών που συγκεντρώθηκαν έξω από τη Συναγωγή Park East στο Μανχάταν, φωνάζοντας υβριστικά αντιισραηλινά και αντισημιτικά συνθήματα. Ο αρχιραβίνος του ναού, Άρθουρ Σνάιερ, είναι και ο ίδιος επιζήσαντας του Ολοκαυτώματος.

Από την πλευρά του, το υπουργείο Παιδείας της Νέας Υόρκης υπερασπίστηκε τη διευθύντρια, τονίζοντας ότι «η επιλογή εξωτερικών ομιλητών οφείλει να γίνεται με βάση την τήρηση πολιτικής ουδετερότητας σε ζητήματα που παραμένουν έντονα αμφιλεγόμενα». Το γραφείο του δημάρχου Έρικ Άνταμς υιοθέτησε την ίδια στάση, επισημαίνοντας ότι η πόλη παραμένει δεσμευμένη στη διδασκαλία της ιστορίας του Ολοκαυτώματος, σύμφωνα με τη New York Post.
Ο Σάμι Στάιγκμαν, πάντως, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του, επιμένοντας ότι στις σχολικές παρουσιάσεις του δεν θίγει πολιτικά θέματα της Μέσης Ανατολής και ότι θα συμμορφωνόταν με οποιονδήποτε σχετικό περιορισμό. «Δεν είχε καν την ευγένεια να με πάρει ένα τηλέφωνο και να μου το πει η ίδια», είπε ο Στάιγκμαν.
«Οι γονείς μου μου είπαν ότι υποβλήθηκα σε ναζιστικά ιατρικά πειράματα, αλλά δεν μπήκαν σε λεπτομέρειες»
Στην ιστοσελίδα του Στάιγκμαν γίνεται αναφορά για τη ζωή του και για τα όσα έζησε εκείνη την περίοδο: «Επειδή ήταν πολύ μικρός για να εργαστεί, σύμφωνα με τους γονείς του, ο Σάμι υποβλήθηκε σε ναζιστικά ιατρικά πειράματα στα πρώτα χρόνια της ζωής του, αλλά δεν έχει καμία ανάμνηση από εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, ένιωθε -και εξακολουθεί να νιώθει- τις παρενέργειες κάθε μέρα της ζωής του».
Στη συνέχεια, όπως σημειώνεται, όταν ζήτησε αποζημίωση από το Πρόγραμμα Αποζημιώσεων της «Claims Conference», μία από τις ερωτήσεις ήταν: «Υποβληθήκατε σε ιατρικά πειράματα από το ναζιστικό καθεστώς;». Ο Σάμι απάντησε «ΝΑΙ» και παρείχε την ακόλουθη δήλωση: «Οι γονείς μου μου είπαν ότι υποβλήθηκα σε ναζιστικά ιατρικά πειράματα, αλλά δεν μπήκαν σε λεπτομέρειες (ήταν πολύ επώδυνο για να το θυμηθούν). Το μόνο που ξέρω είναι ότι υπέφερα όλη μου τη ζωή από πόνους στον αυχένα, στο κεφάλι και στην πλάτη. Τα προβλήματα ήταν τόσο σοβαρά, που υπήρχαν ημέρες και εβδομάδες που δεν μπορούσα να καθίσω, να ξαπλώσω ή να περπατήσω (όχι όλα ταυτόχρονα). Οι πονοκέφαλοί μου ήταν τόσο έντονοι, που έκλαιγα από τον πόνο. Οι γονείς μου και οι άλλοι μάρτυρες έχουν όλοι πεθάνει. Επομένως, ελπίζω ότι αυτές οι πληροφορίες θα είναι αρκετές».
Προφανώς, ο Σάμι δεν είχε άλλες αποδείξεις. Δεν περίμενε απάντηση. Προς έκπληξή του, έλαβε απάντηση δύο χρόνια αργότερα, στις 26 Ιανουαρίου 2004. Προς έκπληξή του, έλαβε εφάπαξ πληρωμή 2.500 γερμανικών μάρκων.
Η οικονομική αποζημίωση δεν έκανε μεγάλη διαφορά στη ζωή του, αλλά δύο παράγραφοι στην επιστολή που συνόδευε την καταβολή ήταν ανεκτίμητες για εκείνον: «Με βάση τις πληροφορίες και τα στοιχεία που παρείχατε, σας αναγνωρίζουμε ως θύμα ιατρικών πειραμάτων από τους ναζί. Φυσικά, γνωρίζουμε ότι κανένα χρηματικό ποσό δεν μπορεί να αποζημιώσει για τις σοβαρές αδικίες που ζήσατε, αλλά ελπίζουμε ότι θα θεωρήσετε αυτή την πληρωμή ως συμβολική αναγνώριση αυτών των αδικιών».