Οι διπλωματικές προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία έχουν επικεντρωθεί στις δυτικές εγγυήσεις για τη μελλοντική ασφάλεια της χώρας. Όμως το Κρεμλίνο δηλώνει πως πρέπει να εξασφαλίσει τις δικές του «εγγυήσεις ασφαλείας», πριν καταθέσει τα όπλα.
Αυτό που ο Βλαντίμιρ Πούτιν περιγράφει ως προστασία, ωστόσο, θα περιόριζε δραστικά την κυριαρχία της Ουκρανίας, καθιστώντας την ευάλωτη σε νέα ρωσική επίθεση και, όπως πιστεύουν πολλοί υποστηρικτές της, ουσιαστικά θα τη μετέτρεπε σε κράτος – πελάτη της Μόσχας. Αυτή η ένταση σχετικά με τις «εγγυήσεις ασφαλείας» – και οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους ο όρος ερμηνεύεται από το Κρεμλίνο και τη Δύση – υπογραμμίζουν τη θεμελιώδη δυσκολία επίτευξης οποιασδήποτε συμφωνίας ειρήνης για τη λήξη της ρωσικής εισβολής.
Αυτά που ο Πούτιν αποκαλεί νόμιμες εθνικές απαιτήσεις ασφαλείας της Ρωσίας παραμένουν σταθερά εδώ και χρόνια. Αντικατοπτρίζουν έναν κατάλογο παραπόνων, που συνοψίζει ως «τις ρίζες του πολέμου».
Υπό τον πρόεδρο Τραμπ, οι ανησυχίες της Ρωσίας επιτέλους «ακούγονται» στην Ουάσιγκτον, λέει ο κ. Πούτιν. «Τώρα βλέπουμε πως κάποια αμοιβαία κατανόηση διαμορφώνεται», ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος σε συνάντηση στην Κίνα αυτή την εβδομάδα, αναφερόμενος στις συνομιλίες με τον κ. Τραμπ στην Αλάσκα τον περασμένο μήνα.
Να τι εννοούν οι Ρώσοι αξιωματούχοι όταν μιλούν για εγγυήσεις ασφαλείας και πώς αυτό συγκρίνεται με τη θέση της Ουκρανίας.
Η ανάπτυξη του ΝΑΤΟ απασχολεί το Κρεμλίνο εδώ και χρόνια.
Η συχνότερα αναφερόμενη απαίτηση της Ρωσίας για τον τερματισμό του πολέμου είναι εγγύηση πως η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ. Η ανατολική επέκταση της στρατιωτικής συμμαχίας μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης διαμόρφωσε την αντίληψη του Πούτιν περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του, συμβάλλοντας άμεσα στην απόφαση για τη εισβολή στην Ουκρανία.
Για χρόνια, ο κ. Πούτιν έχει επαναλάβει μια κοινή ρωσική πεποίθηση ότι η εισδοχή πρώην σοβιετικών δημοκρατιών και δορυφόρων στο ΝΑΤΟ τη δεκαετία του 1990 και τις αρχές της δεκαετίας του 2000 συνιστά παραβίαση υποσχέσεων που είχε δώσει ο τελευταίος Σοβιετικός ηγέτης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, προς τις ΗΠΑ, πως δεν θα συνέβαινε.
Δεν έχουν υπάρξει δεσμευτικά όρια στην επέκταση του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ο κ. Πούτιν έχει κάνει την «εκδίκηση» για τον υποτιθέμενο εξευτελισμό που υπέστη η Ρωσία από τη Δύση έναν ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής του πολιτικής.
Από την έναρξη της ευρείας εισβολής στην Ουκρανία το 2022, ο κ. Πούτιν συνεχίζει να το παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, ως αγώνα κατά της επέκτασης του ΝΑΤΟ. Αυτή την εβδομάδα ανέφερε πως η Ρωσία θα δεχθεί την είσοδο της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τόνισε πως δεν θα ανεχθεί ποτέ την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
«Πάντα ήμασταν κατά της ένταξης της Ουκρανίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία», είπε στους δημοσιογράφους στην Κίνα την Τετάρτη. «Η ασφάλεια ενός κράτους δεν μπορεί να έρχεται εις βάρος της ασφάλειας ενός άλλου, εν προκειμένω της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Εύρεση λύσεων για την επέκταση του ΝΑΤΟ είναι δύσκολη υπόθεση.
Ο κ. Τραμπ έχει δηλώσει πως το ΝΑΤΟ δεν θα δεχτεί την Ουκρανία. Οι αναλυτές πιστεύουν πως το Κρεμλίνο θέλει αυτό γραπτώς ή/και μια αλλαγή στο Ουκρανικό Σύνταγμα που να δεσμεύει τη «ουδετερότητα» της χώρας. Ούτε το ΝΑΤΟ ούτε η Ουκρανία, όμως, δέχονται δεσμευτικούς περιορισμούς στις πολιτικές τους ασφάλειας.
Οι δυτικοί σύμμαχοι της Ουκρανίας δουλεύουν πάνω σε μια πιθανή λύση στο αδιέξοδο. Συζητούν μια συμφωνία που θα υποκαθιστά το σύμφωνο αμοιβαίας άμυνας του ΝΑΤΟ με διμερείς συμφωνίες που θα δεσμεύουν τους συμμάχους της Ουκρανίας να επεμβαίνουν σε περίπτωση επίθεσης. Για να είναι αξιόπιστη μια τέτοια αποτροπή, η Γαλλία και η Βρετανία ηγούνται προσπαθειών για δημιουργία συμμαχίας που ενδέχεται να αναπτύξει στρατεύματα στην Ουκρανία.
Αλλά η Ρωσία δηλώνει κατηγορηματικά αντίθετη στην παρουσία δυτικών στρατευμάτων στην Ουκρανία. Το Κρεμλίνο έχει επιπλέον απαιτήσει να συμμετέχει σε οποιεσδήποτε διεθνείς εγγυήσεις ασφαλείας προς το Κίεβο, κάτι που οι αναλυτές παρομοιάζουν με «αλεπού να φυλάει το κοτέτσι».
Προσπάθειες ΗΠΑ και Ευρώπης να διαμορφώσουν εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία χωρίς να λάβουν υπόψη τις θέσεις του Κρεμλίνου δύσκολα θα πετύχουν, λέει ο Samuel Charap, ειδικός για τη Ρωσία στη RAND Corporation, ένα ερευνητικό κέντρο ασφαλείας στην Ουάσιγκτον. «Ουσιαστικά, βάζεις το άλογο πίσω από το κάρο», είπε. «Αν κάποια πλευρά παρουσιάσει στην άλλη τις εγγυήσεις ασφαλείας ως τετελεσμένο γεγονός, δύσκολα θα οδηγηθεί σε διαπραγματευτική κατάληξη».
Η Ρωσία θέλει μικρότερο ουκρανικό στρατό.
Άλλη μια μεγάλη διαφωνία στις ειρηνευτικές συνομιλίες αφορά τη στρατιωτική ισχύ της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο. Η Ουκρανία αναπτύσσει γοργά εγχώρια βιομηχανία όπλων και ακολουθεί ένα πρόγραμμα εξοπλισμών πολλών δισ. δολαρίων. Η κυβέρνηση ελπίζει ότι αυτές οι πολιτικές θα της επιτρέψουν να αμυνθεί ακόμη και αν δεν υπάρξουν διεθνείς εγγυήσεις ασφαλείας. Το επιθετικό πρόγραμμα επανεξοπλισμού του Κιέβου, ωστόσο, συγκρούεται με τα συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας.
Μία από τις ρωσικές συνθήκες, που τέθηκε σε συνομιλίες χαμηλού επιπέδου στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούνιο, είναι να μπει όριο στο μέγεθος του ουκρανικού στρατού και περιορισμοί στην ποσότητα και τον τύπο των όπλων που διαθέτει. Η Ρωσία παρουσιάζει αυτό το αίτημα ως εγγύηση ότι ο Ουκρανικός Στρατός δεν θα μπορεί να διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις, εμποδίζοντάς τον ουσιαστικά από το να προσπαθήσει να ανακτήσει κατεχόμενα εδάφη.
Η Ουκρανία έχει δηλώσει πως τέτοιου είδους περιορισμοί ισοδυναμούν με παράδοση και θα αφήσουν τη χώρα εκτεθειμένη σε μελλοντικές εισβολές. «Το ιδανικό σενάριο της Ρωσίας είναι η Ουκρανία να μείνει ανυπεράσπιστη και υποταγμένη», είπε ο κ. Charap. «Σε μια επιτυχημένη διαπραγμάτευση, και οι δύο πλευρές θα μπορούν να υπερασπιστούν αυτά που έχουν χωρίς να είναι σε θέση να απειλούν η μία την άλλη.»