Μια Βορειοκορεάτισσα που αυτομόλησε ετοιμάζεται να καταθέσει μήνυση κατά του ηγέτη της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν, και ακόμα τεσσάρων αξιωματούχων της Πιονγκγιάνγκ για την κακοποίηση και τα βασανιστήρια που υπέστη, ενώ κρατούνταν στη χώρα.
Σύμφωνα με το BBC, η Τσόι Μιν-γκιόνγκ είχε διαφύγει από τη Βόρεια Κορέα και είχε μεταβεί στην Κίνα το 1997, ωστόσο απελάθηκε βίαια από τη χώρα σχεδόν μία δεκαετία μετά, το 2008. Όπως καταγγέλλει, μετά την επιστροφή της στη Βόρεια Κορέα υπέστη σεξουαλική κακοποίηση και βασανιστήρια.
Η κυρία Τσόι κατάφερε να διαφύγει εκ νέου από τη Βόρεια Κορέα το 2012 και να εγκατασταθεί στον Νότο. Ωστόσο, όπως αναφέρει, το ψυχολογικό τραύμα από την περιπέτειά της παραμένει και συνεχίζει να λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή.
Η μήνυση που θα κατατεθεί την Παρασκευή σηματοδοτεί, σύμφωνα με το BBC και έναν οργανισμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα τη Νότια Κορέα που στηρίζει την κυρία Τσόι, την πρώτη φορά που άτομο που γεννήθηκε στη Βόρεια Κορέα και αυτομόλησε κινείται νομικά κατά του καθεστώτος.
Τα νοτιοκορεατικά δικαστήρια έχουν στο παρελθόν εκδώσει αποφάσεις κατά της Βόρειας Κορέας για παρόμοιες καταγγελίες κακοποίησης που έκαναν Νοτιοκορεάτες, ωστόσο αυτές οι αποφάσεις έχουν κυρίως συμβολικό χαρακτήρα και η Πιονγκγιάνγκ πάντα τις αγνοεί.
Η οργάνωση Κέντρο Βάσης Δεδομένων για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στη Βόρεια Κορέα (NKDB) δήλωσε ότι σχεδιάζει να φέρει την υπόθεση της κυρίας Τσόι και ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
«Εύχομαι ειλικρινά αυτό το μικρό βήμα να γίνει το θεμέλιο για την αποκατάσταση της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ώστε να μην υποφέρουν άλλοι αθώοι Βορειοκορεάτες από αυτό το βίαιο καθεστώς», δήλωσε η κυρία Τσόι εχθές, Τετάρτη, σύμφωνα με την ανακοίνωση του NKDB. «Ως θύμα βασανιστηρίων και επιζήσασα του βορειοκορεατικού καθεστώτος, νιώθω την ευθύνη να ζητήσω από τη δυναστεία Κιμ να λογοδοτήσει για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», πρόσθεσε.
Η Χάνα Σονγκ, διευθύντρια του NKDB, δήλωσε στο BBC Korean ότι οι μηνύσεις είναι σημαντικές, επειδή επιδιώκουν και την άσκηση ποινικών διώξεων «παράλληλα» με τις αστικές αξιώσεις.
Το 2024, το καθεστώς κλήθηκε να καταβάλει 100 εκατομμύρια γουόν σε καθέναν από τους πέντε Κορεο-Ιάπωνες πρώην μετανάστες, οι οποίοι μαζί με χιλιάδες άλλους επέστρεψαν στη χώρα τη δεκαετία του 1960 και τη δεκαετία του 1980, στο πλαίσιο ενός προγράμματος επαναπατρισμού. Ωστόσο, όπως δήλωσαν οι ίδιοι, αντί για τον «παράδεισο στη Γη» που τους είχαν υποσχεθεί, τους υποχρέωσαν να παραμείνουν και να δουλέψουν καταναγκαστικά.
Το BBC αναφέρει πως η Βόρεια Κορέα δεν έχει ανταποκριθεί σε καμία αγωγή.