Σημαντική στρατιωτική κινητικότητα καταγράφεται τις τελευταίες ημέρες στο βορειοανατολικό τμήμα της Κύπρου, καθώς ο κατοχικός στρατός ενισχύεται τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά.

Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες των κυπριακών Υπηρεσιών Ασφαλείας που επικαλείται η εφημερίδα «Σημερινή» της Λευκωσίας, την περασμένη Τετάρτη, αρματαγωγό του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού κατέπλευσε στο λιμάνι της κατεχόμενης Αμμοχώστου, μεταφέροντας μια νέα παρτίδα αυτοκινούμενων βαρέων πυροβόλων των 155 χιλιοστών τύπου Τ-155 Firtina – τουρκικής κατασκευής και υψηλών επιχειρησιακών δυνατοτήτων.

Οι εξελίξεις αυτές έρχονται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία, όπου από τη μια πλευρά, η νέα ειδική απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Μαρία Άνχελα Ολγκίν Γκουεγιάρ, προσπαθεί να διατηρήσει «ζωντανά» τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και να αναζητήσει μονοπάτι επανεκκίνησης των συνομιλιών για το Κυπριακό, κι από την άλλη, η τουρκοκυπριακή ηγεσία του Ερσίν Τατάρ, με αδιάλλακτο και εκβιαστικό ύφος, προειδοποιεί ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε πολυμερείς διασκέψεις, αν δεν υπάρξει άμεσος τερματισμός των διώξεων σφετεριστών ελληνοκυπριακών περιουσιών. Την ίδια στιγμή, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Τουρκία αποκτά, μέσω της συμμετοχής της στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα «SAFE», άμεση πρόσβαση σε κονδύλια ύψους έως και 150 δισ. ευρώ ετησίως, που μπορούν να διοχετευτούν σε πολεμικές βιομηχανίες.

Όσον αφορά τα νέα πυροβόλα που ξεφορτώνονται, εκτιμάται ότι περίπου δέκα μονάδες Τ-155 θα κατευθυνθούν προς το Κιόνελι, όπου βρίσκονται ήδη οκτώ αντίστοιχα συστήματα. Έτσι, θα συμπληρωθεί πλήρως μια Μοίρα Πυροβολικού, με τρεις πυροβολαρχίες των έξι τεμαχίων εκάστη. Το συγκεκριμένο στρατόπεδο έχει μάλιστα υποστεί, σημαντικές βελτιώσεις σε επίπεδο υποδομών που είναι πιθανόν να σχετίζονται με την υποδοχή τέτοιων συστημάτων.

Τα Firtina φέρουν βαριά πυρομαχικά και διαθέτουν εμβέλεια που φτάνει έως τα 42 χιλιόμετρα, ενώ δοκιμάζονται ήδη πυρομαχικά με βεληνεκές μέχρι και τα 62 χιλιόμετρα. Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Σημερινή», ο επιχειρησιακός τους ρόλος στο κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων είναι καθοριστικός, αφού λόγω των μικρών αποστάσεων και της ισχύος πυρός τους, μπορούν να αναλάβουν αποστολές που υπό άλλες συνθήκες θα απαιτούσαν την εμπλοκή της τουρκικής αεροπορίας. Με αυτό τον τρόπο, διατηρείται στρατηγικό πλεονέκτημα για μελλοντική χρήση της αεροπορίας σε άλλα μέτωπα, όπως το Αιγαίο.

Σε αυτή τη στρατιωτική ενίσχυση έρχονται να προστεθούν και τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία σταθμεύουν στη βάση του Λευκονοίκου. Μεταξύ αυτών και τα αποκαλούμενα «drones καμικάζι» (loitering munitions), τα οποία περιφέρονται στον αέρα μέχρι να εντοπίσουν τον στόχο τους και στη συνέχεια εφορμούν επάνω του με σκοπό την καταστροφή του. Αυτά τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη αποτελούν πολλαπλασιαστή ισχύος στο ήδη ενισχυμένο δόγμα των κατοχικών δυνάμεων.

Την ίδια ώρα, σημείο – κλειδί στην αλλαγή των ισορροπιών είναι η εγκατάσταση, από τον Ιανουάριο του 2025, του υπερσύγχρονου ραντάρ STR-700G στο Κιόνελι. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά εξελιγμένο σύστημα, που λειτουργεί ως νευραλγικός κόμβος για όλες τις μονάδες του τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Είναι δικτυοκεντρικά διασυνδεδεμένο με πυροβολικά, αντιαεροπορικά συστήματα, UAVs και άλλα ραντάρ της περιοχής, όπως αυτό του Πενταδακτύλου, το οποίο καλύπτει ακτίνα έως και 500 χιλιομέτρων.

Το STR-700G εντοπίζει τις συντεταγμένες εκτόξευσης απειλών (π.χ. ρουκετών, πυροβόλων) και επιλέγει αυτόματα το καταλληλότερο μέσο αντίδρασης. Μπορεί να εξουδετερώσει μια απειλή πριν φτάσει στον στόχο της, ενώ ταυτόχρονα διορθώνει με απόλυτη ακρίβεια τις βολές των τουρκικών πυροβολαρχιών, χωρίς την ανάγκη ανθρώπινης παρέμβασης.

Με αυτές τις τεχνολογικές δυνατότητες, το τουρκικό ραντάρ λειτουργεί ως καθοριστικός πολλαπλασιαστής ισχύος για τον κατοχικό στρατό. Στην πράξη, το ισοζύγιο πυρός στην Κύπρο μεταβάλλεται δραστικά, καθώς μονάδες της Εθνικής Φρουράς καθίστανται ευάλωτες σε ακαριαίες και στοχευμένες επιθέσεις, ενώ παράλληλα, κρίσιμες υποδομές στα Κατεχόμενα θωρακίζονται έναντι μελλοντικών επιθέσεων.

Η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί παρά να προκαλεί ανησυχία, ειδικά όταν συμβαίνει σε ένα πλαίσιο γεωπολιτικής ρευστότητας, όπου οι προσπάθειες για ειρηνική επίλυση του Κυπριακού συγκρούονται με την επιμονή της Άγκυρας για διατήρηση της κατοχής, μέσα από ενίσχυση και εκσυγχρονισμό του στρατιωτικού της αποτυπώματος στο νησί.