Ένα από τα σπορ που αρχίζει να καταλαμβάνει συνεχώς περισσότερο χώρο στη συνείδηση και τις καρδιές των φιλάθλων, χάρη και στις προσπάθειες πρωτίστως των πρωταγωνιστών (δηλαδή των αθλητών), των αρμόδιων φορέων και όλων όσοι το υποστηρίζουν έμπρακτα, είναι το μπάσκετ με αμαξίδιο.

Οι συμμετέχοντες αποδεικνύουν με τη στάση τους ότι πρόκειται για ανθρώπους αισιόδοξους, γεμάτους όρεξη για ζωή και αγάπη για τον αθλητισμό, που διατυμπανίζουν ότι μόνο η θέληση, η προσπάθεια και το πείσμα οδηγούν στην επιτυχία. Ένας από αυτούς είναι και ο Χρήστος Μαρτσάκης, αθλητής της ομάδας μπάσκετ με αμαξίδιο του Παναθηναϊκού, ο οποίος μέσω της εφημερίδας «Πράσινη» συγκλονίζει.

Στη συνέντευξή του τονίζει χαρακτηριστικά ότι «το πόδι μου έκοψαν, δεν έπαθα κάτι χειρότερο», ενώ η προσέγγιση που είχε, ήταν η εξής. «Αν εγώ το χειριστώ σωστά, δεν θα στερηθώ τίποτα». Μάλιστα, αναρωτιέται «γιατί είμαι ήρωας εγώ και δεν είναι μια γυναίκα που μεγαλώνει πέντε παιδιά μόνη της;»…

Ακολουθούν αποσπάσματα της συνέντευξης:

Για το ατύχημα που οδήγησε στον ακρωτηριασμό: «Ήταν 3 Ιανουαρίου του 1999, έτρεχα με τη μηχανή και έπεσα πίσω από ένα αυτοκίνητο. Δεν είχα κάτι σοβαρό στο πόδι, αλλά από λάθος χειρισμό του γιατρού καταλήξαμε στον ακρωτηριασμό. Τα πρώτα χρόνια, η αλήθεια είναι πως εκείνη την ημέρα δεν έφευγα από το σπίτι. Όμως, το ατύχημα το πέρασα ανώδυνα.

Ήμουν μόνο 16 χρονών και εγώ μπαινόβγαινα στα χειρουργεία και πέρασα και ένα διάστημα σε κώμα. Οπότε, η μητέρα μου, που με περίμενε απ’ έξω, πέρασε πιο δύσκολα από εμένα. Όταν ξύπνησα, λοιπόν, με ρώτησε η μητέρα μου “τι θες να κάνουμε μόλις βγεις από το νοσοκομείο;”. Της είπα “να πάρουμε άλλη μηχανή”. Δεν μου λένε εύκολα όχι κι έτσι πήρα άλλη μηχανή».

Και πρόσθεσε: «Δεν είμαι της άποψης ότι έφταιγε η μηχανή. Εγώ έτρεχα με καταρρακτώδη βροχή. Μου αρέσουν πολύ οι μηχανές και δεν είναι δυνατόν να κατηγορήσεις τη μηχανή για κάποιο ατύχημα. Με διάφορα παιδιά που μιλάω και με τους γονείς τους, αυτό λέω, πως αν είναι να το πάθεις θα πέσει ένα τούβλο πάνω σου. Δεν το γλιτώνεις. Όχι βέβαια να προκαλούμε την τύχη μας, αλλά δεν γίνεται να κλείνεσαι μέσα σε ένα σπίτι, γιατί και εκεί μπορεί να σε βρει το κακό».

Στη συνέχεια ανέφερε: «Μετά το τρακάρισμα έμαθα πώς πρέπει να αντεπεξέλθω και να επιβιώνω. Άρα, πήρα πολλά μαθήματα και αυτόματα έγινα αυτό που είμαι σήμερα. Δεν θα τα άλλαζα με τίποτα αυτά τα δύο γεγονότα της ζωής μου. Εντάξει, το πόδι μου έκοψαν, δεν έπαθα κάτι χειρότερο. Αν εγώ το χειριστώ σωστά, δεν θα στερηθώ τίποτα. Και έτσι έγινε. Δεν άφησα σε κανέναν το δικαίωμα να με λυπηθεί».

Επίσης, επισήμανε ότι δεν θέλουν να τον αποκαλούν «ήρωα», διότι «έχω κάνει πλέον 21 χειρουργεία, όμως ζω και παίζω μπάσκετ. Γιατί είμαι ήρωας εγώ και δεν είναι μια γυναίκα που μεγαλώνει πέντε παιδιά μόνη της; Ή ένας που μένει στο εξωτερικό και παλεύει να βρει να φάει και να ταΐσει την οικογένειά του; Ήρωες είναι οι παππούδες μας, που πολέμησαν. Αυτοί είναι ήρωες. Εμείς απλά προσπαθούμε να επιβιώσουμε στη ζωή, όπως προσπαθούν όλοι, απλά με κάτι παραπάνω. (…) Είμαστε όλοι άνθρωποι που προσπαθούμε να επιβιώσουμε. Καθημερινοί ήρωες».

Για την πρώτη φορά που έπαιξε μπάσκετ με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, είπε: «Ήμουν απίστευτα αγχωμένος. Ευτυχώς παίζαμε με μια όχι τόσο δυνατή ομάδα, οπότε ήταν χαλαρή η μέρα. (…) Είναι τέτοιο το κλίμα στην ομάδα που και να μην ασχολείσαι, αυτόματα θα μπεις στη διαδικασία να πας να δεις και τα άλλα αθλήματα του συλλόγου. Να καταλάβεις αυτοί οι οπαδοί που αφήνουν τα πάντα για να είναι δίπλα στην ομάδα, γιατί το κάνουν.

Προσωπικά, έχω χάσει πολλά πράγματα από την αγάπη μου για την ομάδα, αλλά δεν μετανιώνω για τίποτα. Την ίδια εβδομάδα πήγα να δω και Ίντερ – Παναθηναϊκός στη μπάλα και Σιένα – Παναθηναϊκός στο μπάσκετ και έχασα τη δουλειά μου για να το κάνω. Υπάρχουν παιδιά που αφήνουν τις δουλειές τους τις οικογένειές του, για να πάνε να δουν τον Παναθηναϊκό. Έχω πάει να δω από μπάσκετ, βόλεϊ, πόλο, μέχρι και πινγκ πονγκ. Είναι αρρώστια».