Ο αγώνας ανάμεσα στον Ατρόμητο και την ΑΕΚ αναβλήθηκε λόγω προβλήματος που υπήρξε με το ύψος των δοκαριών, με την Ένωση να καταθέτει, όπως προβλέπει ο κανονισμός, ένσταση πριν την έναρξη του αγώνα και συγκεκριμένα όταν διαπιστώθηκε το πρόβλημα και τον Αθλητικό Δικαστή να περιμένει να δει τι θα γράψει στο Φύλλο Αγώνα ο διαιτητής, αφού από αυτό θα κριθούν τα πάντα.

Ότι θα έφτανε η στιγμή που ένα παιχνίδι της Super League 1 δεν θα γινόταν επειδή το δοκάρι της μιας εστίας θα ήταν πιο χαμηλό από το άλλο, δεν έπαιζε ως σενάριο. Δεν ήταν κάτι που είχε σκεφτεί κάποιος. Έγινε όμως και πλέον έχει ενδιαφέρον το τι θα γράψει στο Φύλλο Αγώνα ο διαιτητής, αφού από αυτό θα κριθούν πάρα πολλά. Αν, δηλαδή, θα γράψει ότι το παιχνίδι δεν έγινε με υπαιτιότητα του γηπεδούχου.

Η ΑΕΚ, πάντως, όταν διαπιστώθηκε το πρόβλημα ακολούθησε αυτό που προβλέπει ο κανονισμός και κατέθεσε ένσταση, με τα σενάρια να είναι διάφορα για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Μέχρι να ξεκαθαρίσει αυτό, το καλύτερο που έχει να κάνει κάποιος είναι να ρίξει μια ματιά στον κανονισμό.

Όπως αναφέρει και το gazzetta.gr, ο ΚΑΠ της ΕΠΟ έχει δύο άρθρα που σχετίζονται με την περίπτωση αυτή. Είναι το άρθρο 9: Αγωνιστικός χώρος – Αντικανονικότητα γηπέδου που ορίζει πως ο αγωνιστικός χώρος πρέπει να πληροί τις προδιαγραφές που καθορίζονται στους Κανόνες του Παιχνιδιού (Laws of the Game, άρθρο 1).

Επίσης σημειώνει ότι αγωνιστικός χώρος που δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρ. 1, μπορεί να χαρακτηριστεί αντικανονικός μόνο πριν την έναρξη του αγώνα. Στο ίδιο άρθρο ορίζεται επίσης πως για τη δυνατότητα της διεξαγωγής ή όχι ενός αγώνα, λόγω αντικανονικότητας του γηπέδου, μόνος αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο διαιτητής, ο οποίος στο Φύλλο Αγώνα (Φ.Α.) έχει υποχρέωση να αναγράφει κάθε σχετική παρατήρησή του.

Η φιλοξενούμενη ομάδα έχει το δικαίωμα να διατυπώνει αντιρρήσεις ή σχετική ένσταση κατ’ άρθρο 23 παρ. 1α του ΚΑΠ, με κατάθεση εγγράφου στον διαιτητή, υπογεγραμμένο από τον αρχηγό-ποδοσφαιριστή της ομάδας, το οποίο επισυνάπτεται στο Φ.Α. πριν από την έναρξη του αγώνα. Επίσης η γηπεδούχος έχει δικαίωμα να διατυπώνει αντιρρήσεις, αν ο διαιτητής θεωρήσει το γήπεδο αντικανονικό, με κατάθεση εγγράφου στον διαιτητή, υπογεγραμμένο από τον
αρχηγό-ποδοσφαιριστή της ομάδας, το οποίο επισυνάπτεται στο Φ.Α.

Ο διαιτητής κατά το κλείσιμο του Φ.Α. οφείλει να απαντήσει επί των θεμάτων του εγγράφου ή της ένστασης. Στην περίπτωση υποβολής ενστάσεως η αρμόδια Πειθαρχική Επιτροπή αποφασίζει για την τύχη αυτής και του αγώνα κατ’ άρθρα 23 και 24 του ΚΑΠ. Μετά την άφιξή του στο γήπεδο και τουλάχιστον μισή ώρα πριν την έναρξη του αγώνα, ο διαιτητής, επιθεωρεί τον αγωνιστικό χώρο. Σε περίπτωση που διαπιστώσει ελλείψεις που καθιστούν το γήπεδο αντικανονικό, καλεί αμέσως τον αρχηγό της γηπεδούχου ομάδας και ζητά τη λήψη κάθε ενδεικνυόμενου μέτρου για την αποκατάσταση της κανονικότητας του γηπέδου, εφ’ όσον κατά την κρίση του διαιτητή, το μέτρο δεν θα έχει επακόλουθο την καθυστέρηση έναρξης του αγώνα.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο διαιτητής δύναται να καθυστερεί κατά την κρίση του την έναρξη του αγώνα το πολύ έως τριάντα (30) λεπτά εφόσον πιθανολογεί ότι εντός του εν λόγω χρονικού διαστήματος μπορεί να αποκατασταθεί το πρόβλημα. Η γηπεδούχος ομάδα είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται και να εκτελεί κάθε σχετική υπόδειξη του διαιτητή. Η ματαίωση της διεξαγωγής ενός αγώνα, λόγω αντικανονικότητας του γηπέδου, συνεπάγεται σε βάρος της υπεύθυνης ομάδας που είναι γηπεδούχος, εκτός από τις άλλες συνέπειες (δηλ. του άρθρου 21 παρ. 3 Iδ του ΚΑΠ) και την υποχρέωση καταβολής των εξόδων του αγώνα (έξοδα μετακίνησης της αντίπαλης ομάδας, διαιτησίας, παρατηρητή αγώνα κ.λπ.) όπως αυτά προσδιορίζονται από τη διοργανώτρια.

Το άρθρο 10: αγωνιστικός χώρος / ακατάλληλο γήπεδο αναφέρει πως ο αγωνιστικός χώρος ενός γηπέδου επιτρέπεται να χαρακτηριστεί ακατάλληλος πριν ή μετά την έναρξη του αγώνα στις ακόλουθες ενδεικτικά περιπτώσεις, από τις οποίες είναι δυνατό να δημιουργείται κίνδυνος για τους αγωνιζόμενους ποδοσφαιριστές ή υπάρχει πραγματική αδυναμία να διεξαχθεί ομαλά ο αγώνας.

Το ίδιο άρθρο, το 10, τονίζει πως εάν το γήπεδο καταστεί ακατάλληλο από υπαιτιότητα της γηπεδούχου ή της αντίπαλης ομάδας ή από τους οπαδούς τους με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η διεξαγωγή του προγραμματισμένου αγώνα, ο διαιτητής αναγράφει λεπτομερώς στο Φ.Α. τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το γήπεδο ακατάλληλο, στη δε υπαίτια ομάδα ή στις υπαίτιες ομάδες επιβάλλονται οι ποινές του άρθρου 21 παρ. 3 του παρόντος.

Τώρα το άρθρο 21 αφορά στη μη τέλεση ή διακοπή αγώνα. Μιλά για αγώνα που δεν τελέστηκε ή που δεν έληξε με υπαιτιότητα της μιας εκ των δύο ομάδων προσμετράται για την έκτιση ποινών μόνον της ανυπαίτιας ομάδας (ποδοσφαιριστών, αξιωματούχων και της ίδιας) και τιμωρείται όπως προβλέπεται.

Στους λόγους για τους οποίους μια ομάδα θεωρείται υπαίτια για την ματαίωση αγώνα υπάρχει και το άρθρο 9: μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που επιτάσσουν για την ομάδα που είναι γηπεδούχος οι διατάξεις του άρθρου 9, εξαιρούνται οι περιπτώσεις που οι ομάδες είναι τυπικά γηπεδούχες (π.χ. Τελικός Κυπέλλου, μονός αγώνας μπαράζ σε ουδέτερη έδρα). Εάν – πάλι σύμφωνα με το ΦΑ υπαίτια ομάδα θεωρηθεί η γηπεδούχος στο ματς αυτό – τιμωρείται σωρευτικά με τις κατωτέρω ποινές:

α) Με απώλεια του αγώνα με τέρματα 0-3, εκτός αν το αποτέλεσμα ευνοεί την ανυπαίτια ομάδα, στην περίπτωση της διακοπής αγώνα ή αποχώρησης ομάδος, οπότε υπολογίζεται το αποτέλεσμα που πραγματικά σημειώθηκε.

β) Με χρηματική ποινή από οκτώ χιλιάδες (8.000,00) ευρώ έως σαράντα χιλιάδες (40.000,00) ευρώ για τις ομάδες των επαγγελματικών κατηγοριών και με χρηματική ποινή έως δύο χιλιάδες (2.000,00) Ευρώ για τα ερασιτεχνικά σωματεία αν ο αγώνας δεν αρχίσει.