Στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας οδηγείται για οριστική κρίση το θέμα της παράτασης μηχανισμού αυτόματης επιστροφής χρηματικών ποσών από τις φαρμακευτικές εταιρείες στον ΕΟΠΥΥ (clawback) για τα έτη 2019-2022.

Το ΣΤ΄ Τμήμα του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (612/2022) έκρινε συνταγματική την παράταση του μηχανισμού, ωστόσο, λόγω σπουδαιότητας παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια που θα καθορίσει την τύχη περίπου 1.500 υποθέσεων οι οποίες παραμένουν σε εκκρεμότητα αναμένοντας την πιλοτική απόφαση για τις 10 που εκδικάστηκαν.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας του ΣΤ΄ Τμήματος, κατά πλειοψηφία, έκριναν ότι είναι σύμφωνη με τις συνταγματικές επιταγές της αρχής της ίσης μεταχείρισης (άρθρο 5 Συντάγματος), η παράταση του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής (clawback) για τα έτη 2019-2022.

Το σκεπτικό της απόφασης

Σύμφωνα με την απόφαση «το Δημόσιο, υπό τον όρο ότι δεν παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης, είναι ελεύθερο να καθορίζει τους γενικούς όρους συναλλαγής του με τους οικονομικούς φορείς, προκειμένου να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία και αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών και επομένως το οριζόντιο clawback, ως γενικός όρος συναλλαγής του με τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις με τις οποίες δεν θα συναφθεί συμφωνία μετά από διαπραγμάτευση τιμής, δεν πλήσσει τον σκληρό πυρήνα της επιχειρηματικής τους ελευθερίας, αφού αυτές έχουν την ευχέρεια να ζητήσουν διαγραφή του προϊόντος από τον θετικό κατάλογο συνταγογραφουμένων φαρμάκων».

Επιπλέον, σημειώνεται ότι «το Σύνταγμα ουδόλως επιβάλλει αύξηση προϋπολογισμού ή μείωση παροχών ή προηγούμενη επιστημονική μελέτη, προκειμένου να μην θιγεί η κερδοφορία της φαρμακοβιομηχανίας, ο δε ισχυρισμός ότι εξαναγκάζονται να πωλούν χωρίς εύλογο περιθώριο κέρδους ή και κάτω του κόστους, εν πάση περιπτώσει δεν αποδεικνύεται ούτε ανταποκρίνεται στα δημοσίως γνωστά στοιχεία για τις συνθήκες λειτουργίας της φαρμακευτικής αγοράς».