Στο μικροσκόπιο της εισαγγελικής έρευνας, για τις συνθήκες θανάτου του Αλβανού Ιλία Καρέλι, μπαίνει ένας μεγάλος αριθμός ατόμων που ήρθαν σε επαφή μαζί του από την ημέρα της εν ψυχρώ δολοφονίας του σωφρονιστικού υπαλλήλου Γιώργου Τσιρώνη μέχρι και τη στιγμή που ο βαρυποινίτης βρέθηκε νεκρός στο κελί του.

Το μυστικό του θανάτου του 42χρονου θεωρείται βέβαιο ότι κρύβεται στα δυο 24ωρα που μεσολάβησαν μέχρι η κάμερα να αρχίσει να καταγράφει στο κελί των φυλακών της Νιγρίτας Σερρών. Έτσι, στο κάδρο των ευθυνών μπαίνουν οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι των φυλακών Μαλανδρίνου και Νιγρίτας, αλλά και οι αστυνομικοί του Τμήματος Ιτέας όπου κρατήθηκε τις ώρες που μεσολάβησαν μέχρι να απολογηθεί. Το θέμα του ενδεχόμενου βασανισμού όμως φαίνεται να τοποθετείται χρονικά μετά την απολογία του στην ανακρίτρια, αφού οι πληροφορίες θέλουν τον 42χρονο να μην είχε το έγκαυμα στην παλάμη του δεξιού του χεριού που παραπέμπει σε ηλεκτροσόκ όταν οδηγήθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης.

Η σοκαριστική είδηση ότι ο ιατροδικαστής εξετάζει ακόμη και το ενδεχόμενο ο 42χρονος να βασανίστηκε ήρθε να προστεθεί στα ευρήματα για βαριά τραύματα και κατάγματα στο στέρνο, χτυπήματα που παραπέμπουν σε άγριο ξυλοδαρμό, πιθανότατα με κλομπ. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν πως τα χτυπήματα δεν έγιναν την ίδια χρονική περίοδο. Μάλιστα, το πολύ σοβαρό κάταγμα στο στέρνο το οποίο θα μπορούσε ενδεχομένως να επιφέρει και το θάνατο είναι μεταγενέστερο όπως λέει ο ιατροδικαστής ενώ άλλη διάσταση στην υπόθεση δίνει η πληροφορία ότι το ηλεκτροσόκ μπορεί να προκαλέσει αρρυθμία και να σταματήσει η καρδιά ακόμη και πέντε ημέρες αργότερα.

Ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών της Άμφισσας, Νίκος Αντωναράκος, ο οποίος διέταξε κατεπείγουσα έρευνα για να διερευνηθούν οι συνθήκες θανάτου του Ιλία Καρέλι, φέρεται να έδωσε εντολή για έρευνα σε βάθος μέχρι να βρεθούν οι υπεύθυνοι ενώ αρμόδια εισαγγελική πηγή εξέφραζε τη βεβαιότητα ότι «θα βρεθούν πάση θυσία οι υπαίτιοι και θα τιμωρηθούν παραδειγματικά».

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 42χρονος βαρυποινίτης όταν οδηγήθηκε στον εισαγγελέα και την ανακρίτρια δεν είχε εμφανή σημάδια στο χέρι, τα οποία πιθανόν να προκλήθηκαν από ηλεκτροσόκ. Αρμόδια πηγή έλεγε πως την ώρα που ο βαρυποινίτης οδηγήθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης είχε ένα σημάδι στο μάτι για το οποίο ρωτήθηκε από τις δικαστικές αρχές και ο ίδιος φέρεται να απάντησε πως δεν θέλει να πάει σε γιατρό. Οι δικαστικοί λειτουργοί, σύμφωνα με πληροφορίες, είχαν προειδοποιήσει τα αρμόδια όργανα να «μην ακουμπήσει κανείς ούτε τρίχα από τα μαλλιά του».

Το ενδεχόμενο κατά τον αφοπλισμό του μετά το φονικό, όπως είπαν και οι αστυνομικοί-συνοδοί, να υπήρξε πάλη που προκάλεσε εκδορές παραμένει ανοιχτό και ερευνάται, αλλά το θέμα του βασανισμού είναι ένα άλλο κεφάλαιο. Όπως εκτιμάται, από τα μέχρι τώρα στοιχεία το πιθανότερο σενάριο, αν τελικά αποδειχθεί από τις ιστολογικές εξετάσεις ότι βασανίστηκε, είναι αυτό να έγινε μετά την απολογία του.

Δηλαδή, φαίνεται τα βλέμματα να στρέφονται -όπως εκτιμά άνθρωπος που είναι σε θέση να γνωρίζει- στο αστυνομικό τμήμα Ιτέας αλλά και τις φυλακές Νιγρίτας, αφού κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, αν δεν ολοκληρωθεί η έρευνα, τι έγινε τις ώρες που μεσολάβησαν μέχρι να φωτογραφηθεί από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους και να οδηγηθεί στο κελί του όπου η κάμερα κατέγραψε όλες τις κινήσεις του μέχρι την ώρα που βρέθηκε νεκρός.