Η απόφαση της κυβέρνησης του Λιβάνου να προχωρήσει επιτέλους στην επικύρωση της συμφωνίας για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με την Κυπριακή Δημοκρατία θεωρείται από τις πιο σημαντικές διπλωματικές εξελίξεις των τελευταίων ετών στην Ανατολική Μεσόγειο. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως η συμφωνία αυτή είχε υπογραφεί πριν από περίπου… 18 χρόνια, αλλά παρέμενε «μπλοκαρισμένη» για λόγους που είχαν να κάνουν τόσο με την εσωτερική πολιτική κατάσταση του Λιβάνου, όσο και με εξωτερικές πιέσεις, κυρίως από την Τουρκία και τη Συρία.
Σήμερα όμως οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Η Χεζμπολάχ, η σιιτική παραστρατιωτική και οργάνωση η οποία είχε για χρόνια τεράστια επιρροή στη χώρα, δεν βρίσκεται πλέον στην ίδια ισχυρή θέση. Με τον Λίβανο να προσπαθεί να ανασάνει οικονομικά και πολιτικά, η Βηρυτός φαίνεται ότι αναζητά πλέον πιο σταθερές και νόμιμες διεθνείς συνεργασίες. Έτσι, η διαδικασία που για χρόνια έμοιαζε αδύνατο να προχωρήσει, τώρα οδεύει προς έγκριση στο Κοινοβούλιο και κατά συνέπεια η ενεργοποίησή της βρίσκεται προ των πυλών. Όταν αυτό συμβεί, η Κύπρος θα έχει επίσημα συμφωνημένη ΑΟΖ με τρεις γειτονικές χώρες: την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τον Λίβανο.
Θυμίζουμε ότι ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) είναι η θαλάσσια περιοχή έξω από τις ακτές μιας χώρας, στην οποία η χώρα αυτή έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να εκμεταλλεύεται τον πλούτο της θάλασσας και του βυθού. Αυτό αφορά το ψάρεμα, το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο και κάθε μορφή οικονομικής αξιοποίησης. Η ΑΟΖ μπορεί να φτάνει έως 200 ναυτικά μίλια από την ακτή, αλλά επειδή πολλές χώρες στη Μεσόγειο βρίσκονται κοντά η μία στην άλλη, χρειάζονται συμφωνίες για να καθοριστούν με ακρίβεια τα όρια. Όσο πιο ξεκάθαρα είναι αυτά τα όρια, τόσο πιο εύκολα μια χώρα μπορεί να αξιοποιήσει τους φυσικούς πόρους της, γι’ αυτό και η ΑΟΖ έχει μεγάλη οικονομική και πολιτική σημασία. Η περιοχή λοιπόν ανάμεσα σε αυτές τις χώρες είναι ιδιαίτερα πλούσια σε φυσικούς πόρους, κυρίως φυσικό αέριο, και τα τελευταία χρόνια έχουν προσελκύσει ενδιαφέρον μεγάλων ενεργειακών εταιρειών και επενδυτών. Αυτό σημαίνει ότι όποιος έχει σταθερότητα, συμμαχίες και νόμιμα καθορισμένα θαλάσσια σύνορα κερδίζει σημαντικό γεωπολιτικό πλεονέκτημα.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία βλέπει τα περιθώριά της να περιορίζονται. Για χρόνια είχε προσπαθήσει να αποτρέψει τέτοιες συμφωνίες, πιέζοντας χώρες της περιοχής και επιχειρώντας να επιβάλει το επεκτατικό δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» – δηλαδή την άποψη ότι τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις στη Μεσόγειο της ανήκουν, ανεξάρτητα από το διεθνές δίκαιο. Η νέα συμφωνία Κύπρου – Λιβάνου λειτουργεί ως ένα ακόμα ανάχωμα όμως σε αυτά τα σχέδια. Δείχνει ότι οι χώρες της περιοχής μπορούν να προχωρήσουν μόνες τους, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις τουρκικές αντιρρήσεις.
Αυτή η εξέλιξη προκαλεί, όπως είναι φυσικό, αντιδράσεις μέσα στην Τουρκία. Στελέχη της αντιπολίτευσης κατηγορούν την κυβέρνηση Ερντογάν ότι απέτυχε να προστατέψει τα συμφέροντα της χώρας. Ο αντιπρόεδρος του Κόμματος της Νίκης, Φικρέτ Μπαϊίρ, κατηγόρησε ανοιχτά το κυβερνών κόμμα ότι υποχωρεί διαρκώς και πως η Τουρκία έχει χάσει σημαντικό έδαφος στη Μεσόγειο. Μάλιστα, υποστηρίζει ότι από τότε που το AKP ήρθε στην εξουσία, η Τουρκία έχει αφήσει να χαθούν πολλές ευκαιρίες, ενώ η Κύπρος κατάφερε να κερδίσει συμμαχίες και να ενισχύσει τη θέση της.
Για να καταλάβει κανείς γιατί η συμφωνία αυτή είναι τόσο σημαντική, πρέπει να θυμηθούμε τι είχε συμβεί παλαιότερα. Όταν η Κύπρος και ο Λίβανος είχαν υπογράψει για πρώτη φορά τη συμφωνία, πριν από περίπου 18 χρόνια, όλα έδειχναν ότι θα περνούσε από τη Βουλή και θα εφαρμοζόταν άμεσα. Ωστόσο, η Άγκυρα άσκησε τότε έντονες πιέσεις στη Βηρυτό. Η Τουρκία προειδοποίησε τον Λίβανο για επιπτώσεις σε εμπόριο, οικονομικές συναλλαγές και πολιτικές σχέσεις. Την ίδια στιγμή, η Συρία, η οποία είχε τότε ισχυρή επιρροή στο εσωτερικό του Λιβάνου, μέσω της Χεζμπολάχ, ζητούσε το αντίθετο: να γίνει πρώτα η οριοθέτηση Λιβάνου – Συρίας και μετά οποιαδήποτε άλλη.
Η κατάσταση όμως ήταν εκρηκτική και ευαίσθητη. Ο Λίβανος βρισκόταν ήδη σε περίοδο πολιτικής αναταραχής. Λίγο αργότερα η χώρα συγκλονίστηκε και από τη δολοφονία του πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, γεγονός που άλλαξε τελείως το πολιτικό σκηνικό. Έτσι, το θέμα της ΑΟΖ παραμερίστηκε για σχεδόν δύο δεκαετίες.
Σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική. Ο Λίβανος χρειάζεται σταθερότητα και επενδύσεις για να σταθεί ξανά στα πόδια του. Η Κύπρος, από την άλλη, έχει καταφέρει να φανεί συνεπής και αξιόπιστη στις συνεργασίες της. Το Ισραήλ, η Αίγυπτος και ο Λίβανος έχουν πλέον λόγους να διαμορφώσουν μεταξύ τους ένα περιβάλλον συνεργασίας, έστω και αν οι σχέσεις μεταξύ κάποιων από αυτούς δεν είναι φιλικές. Αυτό το πλέγμα συμφερόντων δεν σημαίνει απαραίτητα συμμαχία, αλλά σημαίνει κάτι πιο απλό και πιο ισχυρό: κανείς από αυτούς τους παίκτες δεν έχει συμφέρον να διαταράξει την ισορροπία στην περιοχή. Και αν κάτι φοβάται περισσότερο η διεθνής ενεργειακή αγορά, αυτό είναι η αστάθεια.
Το μόνο «κομμάτι» που απομένει για τη συμπλήρωση του χάρτη είναι η ανάλογη οριοθέτηση μεταξύ Κύπρου και Συρίας. Αυτό παραμένει δύσκολο για την ώρα. Ωστόσο, η Κύπρος έχει ήδη ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με τη Δαμασκό και έχει θέσει συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως ο σεβασμός της νομιμότητας και η προστασία συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων, όπως των χριστιανικών κοινοτήτων. Αυτό δείχνει ότι η Λευκωσία δεν λειτουργεί επιπόλαια, αλλά με σχέδιο και μακρόπνοη διπλωματική στρατηγική. Όσο περισσότερες χώρες της περιοχής συμφωνούν μεταξύ τους με βάση το διεθνές δίκαιο, τόσο δυσκολότερο γίνεται για την Άγκυρα να επιβάλλει μονομερείς διεκδικήσεις.
Με απλά λόγια, η Κύπρος αυτή τη στιγμή ενισχύει σταθερά και αθόρυβα τη θέση της στη Μεσόγειο, χτίζοντας συμμαχίες και αξιοποιώντας το δίκαιο της θάλασσας. Ο Λίβανος κάνει ένα μεγάλο βήμα προς σταθερότητα και οικονομική ανάκαμψη. Το Ισραήλ και η Αίγυπτος έχουν συμφέρον να στηρίξουν αυτή τη διαδικασία. Και η Τουρκία βρίσκεται μπροστά σε μια πραγματικότητα που δεν διαμορφώνεται από την ίδια.