Μεθοδικά εξυφαίνει τη δημιουργία του νέου πολιτικού του φορέα ο πρώην πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, πολλαπλασιάζοντας τις δημόσιες παρεμβάσεις πάνω σε θέματα της τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο «παρών» στις εξελίξεις. Ο πάλαι ποτέ πρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης και νυν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία μόλις χθες αναφέρθηκε στην ανάγκη να αναγνωρίσει άμεσα η χώρα μας το παλαιστινιακό κράτος «και να στηρίξει την επιβολή κυρώσεων στην κυβέρνηση Νετανιάχου». Όπως σημείωσε με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η Ελλάδα «πρέπει να σταθεί με τους Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς που αγωνίζονται καθημερινά με κίνδυνο της ζωής τους, για ειρήνη, τερματισμό της ανθρωπιστικής καταστροφής και λιμοκτονίας στη Γάζα, επιστροφή των ομήρων και λύση δύο κρατών στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ».

Στράφηκε δε κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη γράφοντας: «Η Ελλάδα όμως επιμένει να ανήκει στη μειοψηφία των χωρών. Στη λάθος πλευρά της ιστορίας και του παγκόσμιου χάρτη. Με ευθύνη της κυβέρνησης, παρότι η χώρα μας είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όχι μόνο αρνείται να συμμετάσχει σε αυτήν την συντονισμένη αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, αλλά επιπλέον στέκεται με τις χώρες που μπλοκάρουν την επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων στην κυβέρνηση Νετανιάχου. Δεν μας αξίζει μια τέτοια ντροπή».

Μόλις προχθές, είχε παρέμβει και στο θέμα που έχει ανακύψει με το αίτημα εκταφής σορών των θυμάτων της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη, προκειμένου να διεξαχθεί περαιτέρω έρευνα για τα αίτια θανάτου τους. Σύμφωνα με τον Αλέξη Τσίπρα, η άρνηση της Δικαιοσύνης και οι νομικίστικες δικαιολογίες της ηγεσίας της «απλώς επιβεβαιώνουν το πρωτοφανές έλλειμμα εμπιστοσύνης που έχει απέναντί της η ελληνική κοινωνία», ενώ «η ακραία υποκρισία μιας κυβέρνησης που έχει διαπράξει σωρεία παρεμβάσεων και στην υπόθεση των Τεμπών, να επικαλείται τώρα την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αποτελεί από μόνη της μια ηχηρή παρέμβαση, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση».

Δηλώνει παρών και έτοιμος να παρεμβαίνει δημόσια, όποτε το κρίνει απαραίτητο

Αλέξης Τσίπρας

Όπως όλα δείχνουν λοιπόν, ο κ. Τσίπρας δηλώνει παρών και έτοιμος να παρεμβαίνει δημόσια όποτε το κρίνει απαραίτητο, δημιουργώντας το κατάλληλο κλίμα και προλειαίνοντας το έδαφος για την ίδρυση ενός νέου κόμματος.

Την ίδια ώρα οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού έχουν στρέψει το βλέμμα στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουν τις διαθέσεις των πολιτών απέναντι στο ενδεχόμενο δημιουργίας ενός νέου κόμματος. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά του, τα ερωτήματα σχετικά με την τυχόν πολιτική του πρωτοβουλία εμφανίζονται σταθερά σε όλες τις μετρήσεις. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι περίπου 8% – 10% των πολιτών δηλώνουν ότι θα ψήφιζαν σίγουρα ένα κόμμα υπό την ηγεσία του Τσίπρα, ενώ ένα μεγαλύτερο ποσοστό, γύρω στο 12% – 14%, εκφράζει την πιθανότητα να το υποστηρίξει. Το μήνυμα αυτό έχει διττή ανάγνωση για το επιτελείο του πρώην πρωθυπουργού: από τη μία, πρόκειται για ένα σταθερό ποσοστό χωρίς την επίσημη ανακοίνωση, από την άλλη, δεν αρκεί για να εγγυηθεί την άμεση άνοδο στη δεύτερη θέση, πίσω μόνο από το ΠΑΣΟΚ και τον Νίκο Ανδρουλάκη.

Η στρατηγική που φαίνεται να εξετάζει ο Αλ. Τσίπρας περιλαμβάνει την αξιοποίηση του κοινού που δείχνει πιθανή υποστήριξη, θεωρώντας ότι μπορεί να ενισχυθεί μέσα από την επικείμενη κυκλοφορία του βιβλίου του και τις παρουσιάσεις που θα πραγματοποιήσει σε μεγάλες πόλεις, πριν από τυχόν επίσημες ανακοινώσεις. Τα δε σενάρια για τον χρόνο και τη μορφή του νέου εγχειρήματος ποικίλλουν. Ορισμένοι συνεργάτες πιέζουν για άμεση ανακοίνωση, επικαλούμενοι τις θετικές ενδείξεις από τις μετρήσεις. Άλλοι, πιο μετριοπαθείς, προτείνουν μια πιο σταδιακή προσέγγιση: κινήσεις διαλόγου, ανοίγματα προς τη σοσιαλδημοκρατία και εκδηλώσεις πολιτικής ζύμωσης, ώστε η ιδέα να ωριμάσει πρώτα στην κοινωνία και όχι μόνο στα επιτελεία. Σύμφωνα με στενούς συνεργάτες, ο ίδιος ο Τσίπρας εξετάζει σοβαρά την πιθανότητα να τεθεί επικεφαλής ενός νέου κόμματος με ευρύτερο κεντροαριστερό χαρακτήρα, όχι ως απλή συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ως απάντηση στην ανάγκη ύπαρξης ενός δυναμικού φορέα που θα εκπροσωπεί μεσαία στρώματα, απογοητευμένους προοδευτικούς ψηφοφόρους και νέο πολιτικό προσωπικό. Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι, η κίνησή του δεν αποτελεί προσωπική επιστροφή αλλά συλλογική απάντηση σε ένα πολιτικό αδιέξοδο.