Η υπόθεση της άρνησης της Γαλλίας να παραδώσει στην Ινδία τους πηγαίους κωδικούς των μαχητικών Rafale φέρνει στο προσκήνιο ένα θέμα που αφορά άμεσα και τη χώρα μας: Πόσο «δικά μας» είναι τελικά τα υπερσύγχρονα μαχητικά που έχει αποκτήσει η Πολεμική Αεροπορία, και πόση τεχνολογική αυτονομία έχουμε πραγματικά σε περίπτωση κρίσης;
Παρά τη θερμή διπλωματική σχέση Ελλάδας – Γαλλίας, που αποτυπώθηκε και στην πρόσφατη συνάντηση των υπουργών Άμυνας, Νίκου Δένδια και Σεμπαστιάν Λεκορνί, και παρά τις δεσμεύσεις αμοιβαίας στρατιωτικής υποστήριξης των δύο χωρών μέσω της Ελληνογαλλικής αμυντικής συμφωνίας που επικυρώθηκε από τη Βουλή, το Παρίσι διατηρεί αυστηρό έλεγχο επί της τεχνολογίας των Rafale, αρνούμενο να παραχωρήσει τα κρίσιμα στοιχεία λογισμικού που επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίηση και τροποποίηση των μαχητικών από τις χώρες-χρήστες.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά: Η Ελλάδα έχει προμηθευτεί 24 Rafale F3R, εκ των οποίων τα πρώτα έχουν ήδη ενταχθεί στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας και πραγματοποιούν αποστολές στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές εξοπλιστικές επενδύσεις της τελευταίας δεκαετίας, συνολικού ύψους άνω των 3,3 δισεκατομμυρίων ευρώ, που συνοδεύτηκε από υψηλές προσδοκίες τεχνολογικής αναβάθμισης και στρατηγικής ανεξαρτησίας.
Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται και από την περίπτωση της Ινδίας – μιας χώρας με τεράστιο στρατιωτικό εκτόπισμα και μακρόχρονη συνεργασία με τη Γαλλία – ούτε εκείνη, ούτε η Ελλάδα, έχουν πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα του λογισμικού των Rafale. Ουσιαστικά δηλαδή, το Παρίσι επιτρέπει μόνο περιορισμένο προγραμματισμό μέσω συγκεκριμένων εργαλείων, με τους Γάλλους να κρατούν τον απόλυτο έλεγχο.
Γιατί δεν παραχωρούνται οι κωδικοί

Οι γαλλικές εταιρείες Dassault Aviation και Thales, που αναπτύσσουν το αεροσκάφος και τα ηλεκτρονικά του συστήματα, επικαλούνται ζητήματα στρατηγικής ασφάλειας και προστασίας τεχνολογίας. Ο πυρήνας του λογισμικού των Rafale θεωρείται «καθαρή» πνευματική ιδιοκτησία, και ο φόβος ότι η πρόσβαση σε αυτόν θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαρροές ή μη εξουσιοδοτημένες τροποποιήσεις έχει οδηγήσει το Παρίσι στην υιοθέτηση μιας σκληρής γραμμής.
Η άρνηση αυτή προκαλεί εύλογους προβληματισμούς και στην ελληνική πλευρά. Παρότι τα Rafale διαθέτουν υψηλότατο βαθμό ετοιμότητας και φέρουν αξιόπιστα όπλα ακριβείας όπως οι πύραυλοι Meteor και Scalp EG, η δυνατότητα προσαρμογής των συστημάτων ή ενσωμάτωσης επιπλέον ελληνικών τεχνολογιών πάνω σε αυτά, παραμένει αποκλεισμένη χωρίς την έγκριση της Γαλλίας.
Στρατιωτικές πηγές δεν κρύβουν ότι σε περιβάλλον κρίσης της χώρας μας με τη γειτονική Τουρκία, η τεχνολογική εξάρτηση από τρίτους ενδέχεται να περιορίσει τη λειτουργική ελευθερία των ελληνικών δυνάμεων. Το γεγονός ότι η Γαλλία δεν δίνει τους κωδικούς ούτε στην Ινδία, η οποία επιχειρεί να τοποθετήσει δικά της όπλα στα Rafale, αποτελεί σαφές μήνυμα και προς την Αθήνα, ότι ακόμη και οι στενότεροι σύμμαχοι αντιμετωπίζουν όρια όταν πρόκειται για κρίσιμη στρατιωτική τεχνολογία.
Τουρκικά δημοσιεύματα, όπως αυτό της ιστοσελίδας Yeni Akit, αναφέρουν ότι η χρήση των Rafale από την Ελλάδα σε πτήσεις κοντά στον τουρκικό εναέριο χώρο, έχει ενισχύσει την επιφυλακτικότητα του Παρισιού για περαιτέρω άνοιγμα της τεχνολογίας του Rafale, φοβούμενο πιθανές μελλοντικές εμπλοκές που μπορεί να φέρουν σε δύσκολη θέση τη Γαλλία.
Η πραγματικότητα είναι ότι τα Rafale –όπως και τα περισσότερα σύγχρονα δυτικά μαχητικά– δεν αποτελούν πλήρως «εθνικοποιήσιμα» θα λέγαμε όπλα. Αντιθέτως, λειτουργούν περισσότερο ως τεχνολογικές πλατφόρμες υπό γαλλική διαχείριση, στις οποίες η κάθε χώρα αποκτά μεν δικαίωμα χρήσης, αλλά όχι πλήρη κυριότητα επί της τεχνολογίας.
Αυτό δημιουργεί ένα παράδοξο για την εθνική κυριαρχία: ενώ η Ελλάδα πληρώνει για ένα υπερσύγχρονο όπλο, το επίπεδο ελέγχου που ασκεί επί των κρίσιμων λειτουργιών του είναι τελικά περιορισμένο. Αν αύριο η Αθήνα ήθελε να ενσωματώσει ένα δικό της όπλο ή να αναπτύξει λογισμικό για ειδικές αποστολές, θα χρειαζόταν έγκριση και τεχνική υποστήριξη από τη Γαλλία.
Η υπόθεση των Rafale λοιπόν, δείχνει ξεκάθαρα πως, στην εποχή της ψηφιοποίησης του πολέμου, ακόμη και τα πιο ισχυρά κράτη όπως η Ινδία που αντιπαρατέθηκε προ ημερών σε αερομαχία με το Πακιστάν, δεν έχουν απόλυτη αυτονομία στον εξοπλισμό τους. Η Ελλάδα, παρά τη σημαντική στρατηγική συνεργασία με τη Γαλλία, βρίσκεται αντιμέτωπη με το δίλημμα της εξάρτησης από τη χώρα κατασκευής.
Η επιλογή του Rafale παραμένει αναμφισβήτητα θετική για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά η υπόθεση των πηγαίων κωδικών αποκαλύπτει τα όρια της εθνικής κυριαρχίας στον σύγχρονο εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας. Είναι ένα μάθημα που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και στον σχεδιασμό των μελλοντικών εξοπλιστικών προγραμμάτων της χώρας.