Ενα αχαρτογράφητο πολιτικό σκηνικό, με παραμέτρους τις οποίες μέχρι στιγμής αδυνατεί να διαχειριστεί το λεγόμενο «πολιτικό σύστημα», περιγράφει η δημοσκοπική αποτύπωση των πολιτικών σχηματισμών που κινούνται δεξιότερα (και ως τα άκρα) της μεταπολιτευτικής ελληνικής Δεξιάς. Τα συνολικά ποσοστά που καταγράφουν οι τρεις πολιτικοί σχηματισμοί, οι οποίοι θεωρείται ότι κινούνται στα δεξιά της ΝΔ (ΛΑΟΣ, Ανεξάρτητοι Ελληνες και Χρυσή Αυγή), συνιστούν για τη χώρα ένα πολιτικό φαινόμενο το οποίο τα παραδοσιακά κόμματα παρακολουθούν και επιχειρούν να ανασχέσουν η προσπάθεια όμως περιορίζεται σε φραστικές μέχρι στιγμής παραινέσεις προς τους πολίτες.

Όπως αναφέρει σήμερα σε δημοσίευμά του το «Βήμα της Κυριακής», η αμηχανία όλων μπροστά στην τάση που αποτυπώνεται είναι εμφανής και επιτείνεται, καθώς η δεξαμενή των ψηφοφόρων των δεξιών σχηματισμών είναι διακομματική, με κύριο χαρακτηριστικό τη διάθεση αποδοκιμασίας των μεταπολιτευτικών κομμάτων.

Μπροστά σε αυτά, η επικινδυνότητα της απενοχοποιημένης ψήφου στην Ακρα Δεξιά (π.χ. Χρυσή Αυγή) είναι κάτι που μέχρι στιγμής έχουν επισημάνει σε ομιλίες και παρεμβάσεις τους τόσο ο κ. Ευ. Βενιζέλος (ο οποίος κάνει λόγο για «κίνδυνο εκφασισμού») όσο και η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία εφιστά τον κίνδυνο ανάπτυξης φαινομένων αντίστοιχων με εκείνα που προέκυψαν από την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και οδήγησαν στον εθνικοσοσιαλιστικό παροξυσμό. Από την πλευρά του, ο κ. Αντ. Σαμαράς στρέφει τη σχετική κριτική του περισσότερο με απρόσωπες αναφορές κατά του κόμματος του κ. Π. Καμμένου, το οποίο δημοσκοπικά τουλάχιστον του προξενεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην πορεία προς τις εκλογές 2012.

Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει μέχρι στιγμής, τα ποσοστά που δείχνει να συγκεντρώνει η Χρυσή Αυγή προέρχονται από διαρροές ψηφοφόρων που κατανέμονται λίγο-πολύ ως εξής (με βάση τα αποτελέσματα του 2009): 10% των ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ, 5% εκείνων της ΝΔ και περίπου 2% εκείνων που στις προηγούμενες εκλογές δηλώνουν ότι είχαν ψηφίσει ΠαΣοΚ.