Οι Ράδιο Αρβύλα «πετάνε» στο τηλεοπτικό τοπίο τα τελευταία 14 χρόνια. Από τον Ant1 βρέθηκε στον ΣΚΑΪ από εκεί στο YouTube μετά στο Open και τέλος πίσω εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, στον σταθμό του Αμαρουσίου. Και μπορεί ο Αντώνης Κανάκης και η παρέα του να έχουν μακρά τηλεοπτική πορεία, εμένα όμως δεν είχαν καταφέρει να με κερδίσουν και να μου κεντρίσουν το ενδιαφέρον. Η πολιτική σάτιρα την οποία ασκούσαν και ασκούν με κρατούσε αδιάφορη απέναντι στο συγκεκριμένο πρόγραμμα.

Αυτό όμως άλλαξε πριν λίγους μήνες, όταν και επέλεξα να τους παρακολουθήσω, αρχικά για να δω πώς θα διαχειριστούν το θέμα του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Εξάλλου, η υπόθεση του συνεργάτη τους και οι κατηγορίες περί revenge porn που του ασκήθηκαν είναι ένα θέμα βαρύ και ακόμα πιο βαριά ήταν η σκιά που έπεσε πάνω από την εκπομπή.

Σε συνδυασμό δε με τις φήμες πως υπήρχαν κόντρες ανάμεσα σε Ant1 και Ράδιο Αρβύλα, με οδηγούσαν στην σκέψη πως ο Αντώνης Κανάκης και οι συνεργάτες του δεν θα βγουν αλώβητοι από την περιπέτεια και σύντομα θα έριχναν αυλαία στην εκπομπή τους. Ο Στάθης Παναγιωτόπουλος έβαλε ένα δυναμίτη στα θεμέλια της εκπομπής και ήμουν πολύ περίεργη να δω αν θα σκάσει ή όχι…

Τον άκουσα προσεκτικά τον Αντώνη Κανάκη στην τοποθέτηση του τότε. «Θα ξέραμε τι είχε κάνει και δεν θα τον είχα αρπάξει εγώ ο ίδιος;» ρώτησε στον «αέρα» ο παρουσιαστής και παρ’ όλο που η βία δεν είναι η λύση, πίσω από την συγκεκριμένη φράση είδα την κρυμμένη οργή ενός πατέρα που χάνει τη ψυχραιμία του όταν μπαίνει για λίγο στη θέση της κόρης του και σκέφτεται πώς θα αντιδρούσε αν είχε συμβεί κάτι ανάλογο σε εκείνη. Είδα αλήθεια και ειλικρίνεια.

Οι εκφράσεις και τα βλέμματα του Αντώνη Κανάκη, των Χρήστου Κιούση και Γιάννη Σερβετά με έπεισαν πως η παρέα από τη Θεσσαλονίκη δεν ήξερε τι «δυναμίτη» είχε στο πλευρό της τόσα χρόνια όμως θα έβρισκε τον τρόπο να μην τον αφήσει να εκραγεί και να τινάξει στον αέρα ένα προϊόν που έχει στηθεί με κόπο και έχει πιστούς θαυμαστές στα τόσα χρόνια τηλεοπτικής πορείας.

Ακόμα όμως εγώ δεν άνηκα σε αυτή την κατηγορία…

Και ύστερα ήρθε ο πόλεμος…

Περισσότερο από δυο χρόνια, όλοι μας κινούμαστε στους ρυθμούς της πανδημίας. Κρούσματα, κορονοϊός, επαναλειμώξεις και διασωληνομένοι είναι στην καθημερινότητα μας. Η έκρηξη των γυναικοκτονιών πάγωσαν τους πάντες. Κάθε μέρα και μια γυναίκα νεκρή. Κάθε μέρα και μια υπόθεση που μας έκανε να ανατριχιάζουμε. Και όχι μόνο αυτό… Παιδάκια που έχασαν τη ζωή τους από τα χέρια που έπρεπε να τα προστατεύουν, από τους ίδιους τους τους γονείς. Πόσες τέτοιες «ειδήσεις»; Ειδήσεις που σου ανεβάζουν το αίμα στο κεφάλι και σε κάνουν να μένεις ακούνητος μπροστά στην τηλεόραση για δευτερόλεπτα ενώ ελπίζεις να είναι fake news.

«Άντε να φύγει το 2020, να έρθει το 2021» λέγαμε και ακούγαμε συνεχώς. Και έφυγε το δυστυχές έτος 2020 και ήρθε το ακόμα δυστυχέστερο 2021 και τίποτα δεν άλλαξε. Αντίθετα… Η κατάσταση κάθε μέρα φαινόταν όλο και πιο δυσοίωνη. «Άντε να φύγει το 2021, να έρθει το 2022 μπας και δούμε άσπρη μέρα» ξανακούστηκε. Και να και το 2022… Τίποτα δεν άλλαξε γι’ άλλη μια φορά και ήρθε και ο πόλεμος στην Ουκρανία σαν… κερασάκι στην καθημερινή ειδησεογραφική τούρτα.

Και μέσα σε όλη αυτή την κατήφεια, τις δυσάρεστες και τραγικές ειδήσεις της καθημερινότητας, μου γεννήθηκε η περιέργεια να δω πώς μια σατιρική εκπομπή θα καταφέρει να επιβιώσει και να βρει το χώρο της σε ένα τηλεοπτικό τοπίο που έδειχνε να μην κάνει λίγο πέρα για να χωρέσουν οι Ράδιο Αρβύλα.

Και το είδα…

«Το έχουμε ανάγκη εμείς όσο και εσείς» επαναλαμβάνει συχνά ο Αντώνης Κανάκης. «Σα να έχει λίγο δίκιο» με έπιασα να σκέφτομαι. Χιουμοριστικά βίντεο, τρολαρίσματα, αφιερώσεις από παιδιά, σκυλάκια και γατάκια σε διάφορα στιγμιότυπα, σάτιρα σε πρόσωπα και τηλεοπτικά προγράμματα, αλλά και τοποθετήσεις για σοβαρά θέματα της επικαιρότητας ήταν αυτό που τελικά χρειαζόμουν για να ξεφεύγει λίγο το μυαλό σε μια χρονιά με καυτή και δύσκολη επικαιρότητα.

Γι’ αυτούς τους λόγους λοιπόν, επέλεξα τη φετινή σεζόν να παρακολουθήσω Ράδιο Αρβύλα.

Απόψε, το Ράδιο Αρβύλα ρίχνει αυλαία για τη φετινή σεζόν και ο Αντώνης Κανάκης και η παρέα του θα ανανεώσουν το ραντεβού με τους τηλεθεατές για την επόμενη σεζόν. Η εκπομπή, όπως δείχνουν και τα νούμερα τηλεθέασης βγήκε νικήτρια στη μάχη της τηλεθέασης, ουσιαστικά δείχνοντας πως η σάτιρα και το χιούμορ αποτελεί διέξοδο σε δύσκολες περιόδους αφού μέσα από την σάτιρα, σε πολλές περιπτώσεις ακούγονται τα πιο σοβαρά πράγματα. Ποιος μπορεί εξάλλου να ποινικοποιήσει το χιούμορ;