Η τελετουργική αναζήτηση των γεύσεων στο «άβατο» της κουζίνας, η ευωδιά που σκορπίζει το άνοιγμα της κατσαρόλας και το τσούγκρισμα των ποτηριών στο στρωμένο οικογενειακό τραπέζι σημάδεψαν τη ζωή της. Μια ζωή γεμάτη, που ξετυλίγεται στις σελίδες ενός βιβλίου μαγειρικής αναμειγνύοντας την ιστορία με μυρωδιές και νοστιμεύοντας την πολιτική με μπαχάρια και βότανα.

Για την κυρία Μαρίκα Μητσοτάκη οι «Συνταγές με…ιστορία», από τις εκδόσεις Λιβάνη, που παρουσιάζονται τη Δευτέρα 28 Νοεμβρίου- παραμονή των 81ων γενεθλίων της, δεν αποτελούν απλά ένα χρήσιμο εγχειρίδιο γαστρονομίας. Είναι η αποτύπωση στο χαρτί της σχέσης ζωής που διατηρεί με την μαγειρική, με τα σημάδια της τελευταίας να είναι ανεξίτηλα χαραγμένα στην προσωπική πορεία της και τη διαδρομή της οικογένειάς της στο χρόνο.

Γόνος γνωστής αστικής οικογένειας της μεσοπολεμικής Αθήνας με μεγάλη οικονομική επιφάνεια η Μαρίκα Γιαννούκου μεγαλώνει σε ένα ιδανικά προστατευμένο περιβάλλον. Φοιτά στα καλύτερα σχολεία της εποχής, παρακολουθεί μαθήματα ξένων γλωσσών και χορού και τις παρέχονται όλα τα εφόδια για ένα λαμπρό μέλλον. Η εκμάθηση κολύμβησης όμως στιγματίζει τη ζωή της καθώς στο κολυμβητήριο έρχεται σε επαφή με το μικρόβιο της πολιομυελίτιδας. Είναι μόλις το τρίτο περιστατικό στην Ελλάδα και η ίδια στα εννιά της χρόνια. Ψήνεται στον πυρετό. Οι πιο γνωστοί γιατροί στην χώρα μας δεν της δίνουν ελπίδες ότι θα περπατήσει ξανά.

Η αρρώστια σακατεύει την σπονδυλική της στήλη και η καθημερινότητά της γίνεται αφόρητη. Ο θείος της στην Ουάσιγκτον της εξασφαλίζει την πολυπόθητη βίζα. «Κατάφερε μάλιστα να την αποκτήσει τελικά μέσω του ίδιου του Ρούζβελτ, που είχε ιδιαίτερη ευαισθησία στο θέμα, καθώς είχε πάθει και ο ίδιος την αρρώστια. Γι’ αυτό και μας έδωσε την άδεια…».

H Μαρίκα υποβάλλεται στην πρώτη εγχείρηση και μένει στην απόλυτη ακινησία του γύψου για έξι μήνες. Στο δεύτερο ταξίδι της στην Αμερική στα 17ης πληροφορείται για μία πρωτοποριακή χειρουργική επέμβαση με μεγάλο ρίσκο. «Μαρίκα, είσαι νέα κοπέλα, όμορφη, η ζωή είναι μπροστά σου, θα ερωτευθείς έναν ωραίο άντρα, αξίζει να το κάνεις», της λέει ο γιατρός της και μετέπειτα κουμπάρος της στο γάμος της με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Πέντε ακόμα μήνες στο γύψο και μία χαραμάδα αισιοδοξίας ξεπροβάλλει…

Έχοντας αφήσει πίσω της την σοβαρή περιπέτεια υγείας η Μαρίκα Μητσοτάκη επιστρέφει από τις ΗΠΑ. Είναι δεκαοκτώ ετών, γεμάτη όνειρα. Απολαμβάνει τις πρώτες χαρούμενες διακοπές στην Ελλάδα μετά από πολύ καιρό και τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα δεν αργούν να χτυπήσουν την πόρτα της καρδιά της. Εχουν μάλιστα και ονοματεπώνυμο. «Τελείωσα το σχολείο και όταν άρχισαν οι διακοπές, πήρα μια μέρα μια φίλη μου και πήγαμε στη Βουλή, έτσι για να δούμε πώς ήταν. Στις πρώτες σειρές καθόταν ο Μητσοτάκης, ο οποίος μου τράβηξε αμέσως την προσοχή». Το βλέμμα της επίμονο και ο νεανικός ενθουσιασμός καταιγιστικός. Μαθαίνει τα πάντα για τον Κρητικό φέρελπι βουλευτή.

«Ο Κώστας τότε ήταν σχεδόν τριάντα ετών – και η αλήθεια είναι ότι, από την πρώτη στιγμή, τον έβαλα στο μάτι!». Μεσολαβούν δύο χρόνια για να χορέψουν τον πρώτο τους χορό. «Ένα βράδυ, έβαλα ένα ωραίο φουστάνι και πήγα στο χορό που είχε διοργανώσει ο Ερυθρός Σταυρός, προς τιμήν της Νταίζης Μαυράκη, η οποία είχε εκλεγεί τότε σταρ Ελλάς – σπουδαίο γεγονός για την εποχή! Να τος λοιπόν μπροστά μου ο Κώστας! Εγώ στεκόμουν πίσω από τον πάγκο με τα ποτά, καθώς, ως μέλος της Επιτροπής του χορού, είχα αναλάβει καθήκοντα να περιποιηθώ τους καλεσμένους. Πλησιάζει λοιπόν εκείνος, ψηλός, ωραίος και μου λέει: ‘‘Θέλω, παρακαλώ, ουίσκι με πάγο’’.‘‘Ένα ποτήρι;’’ ρωτάω εγώ.‘‘Όχι’’, απαντά εκείνος, ‘‘δύο ποτήρια! Ένα για μένα κι ένα για σας’’»…

Τα πρώτα χρόνια του έγγαμου βίου της Μαρίκας Μητσοτάκη στο πλευρά του βουλευτή Χανίων είναι δύσκολα. Κατεβαίνουν κάθε Σαββατοκύριακο στο πατρικό του στην Κρήτη, «ένα σπίτι χωρίς θέρμανση και με ελάχιστο ζεστό νερό». Δύσκολες συνθήκες για την καλομαθημένη Αθηναία, όπως την θεωρούσαν οι συγγενείς του γαμπρού, παρότι «φόρεσα φανελένια νυχτικιά που δεν είχα βάλει ποτέ στη ζωή μου». Όμως, «ένα πράγμα που δεν άντεχα στο σπίτι της πεθεράς μου ήταν το φαγητό. Μια
μέρα λοιπόν, με περίσσιο θράσος, της λέω:‘‘Μητέρα, θέλω να σας πω κάτι: το φαΐ σας είναι απαίσιο! Μαγειρεύετε χω-
ρίς βούτυρο, χωρίς καρυκεύματα, δεν βάζετε μουστάρδα, πιπέρι…’’». Η αντίδραση της μητέρας του κ. Μητσοτάκη μάλλον την αιφνιδιάζει. «Περιπεράστε, μαντάμ!». Από τότε «ανέλαβα σιγά σιγά να μαγειρεύω τα δικά μου φαγητά και άφηνα εκείνους να φτιάχνουν τα …νεροπίλαφα!».

Ο πολιτικός μύθος θέλει τους πολιτικούς ηγέτες της οικουμενικής κυβέρνησης του 1989 να συμφώνησαν στο σχηματισμό της απολαμβάνοντας τα ονομαστά ντολμαδάκια της συζύγου του τότε αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας. Η ίδια 22 χρόνια μετά καταρρίπτει τον μύθο αυτό αποκαλύπτοντας το μενού της ιστορικής αυτής συνάντησης, που καταγράφηκε ως «Τα ντολμαδάκια της Μαρίκας». Χαρίλαος Φλωράκης, Λεωνίδας Κύρκος και Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συναντιούνται στο σπίτι του τελευταίου στην Γλυφάδα.

«Δεν ήταν καν δείπνο, αλλά μια απλή συνάντηση, με εξίσου απλό κέρασμα, καφέ και γλυκό». Το κορυφαίο πολιτικό ραντεβού τραβά, όπως ήταν φυσικό, το φώτα της δημοσιότητας. Στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων την επόμενη μέρα φιγουράρει η ονομαστή συνταγή της κυρίας Μητσοτάκη. Μετά από χρόνια ο Χαρίλαος Φλωράκης συναντά τον κ. Μητσοτάκη και του λέει με την χιουμοριστική διάθεση που τον διέκρινε: «Τι θα γίνει; Δεν θα μας καλέσεις επιτέλους να φάμε εκείνα τα περίφημα
ντολμαδάκια της γυναίκας σου;».