Μεγάλη ανησυχία προκαλεί η μείωση που καταγράφεται στους δείκτες γονιμότητας και πληθυσμού. Η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των γηραιότερων πληθυσμών χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ εκτιμάται ότι έως το 2050, περισσότερο από το ένα τρίτο του ελληνικού πληθυσμού θα είναι άνω των 65 ετών και το 13% θα είναι άνω των 80 ετών.

Σε δηλώσεις του στην ΕΡΤ, ο Νικόλαος Καρανικόλας, καθηγητής Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας & Ανάπτυξης ΑΠΘ, η Ελλάδα συρρικνώνεται δημογραφικά, ενώ το μεγαλύτερο πρόβλημα υπάρχει στην ηπειρωτική Ελλάδα.

«Χάνεται μία μεγάλη πόλη κάθε χρόνο, χάνουμε 50 με 60 χιλιάδες ανθρώπους κάθε χρόνο στην Ελλάδα, η σύγχρονη Ελληνίδα γίνεται πλέον μητέρα σε μεγαλύτερες ηλικίες, έχει αλλάξει το μοντέλο της ζωής», ανέφερε ο κ. Καρανικόλας, προσθέτοντας ότι από το 1981 και μετά είχαν ηχήσει τα πρώτα καμπανάκια, οπότε και είχε αρχίσει να μειώνεται ο αριθμός των γεννήσεων.

«Η ελληνική επαρχία δεν έχει νέους», επισήμανε ακόμη ο κ. Καρανικόλας.

Σημειώνεται πως σε πρόσφατη ανάλυσή του, το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων – Πανεπιστημίου Θεσσαλίας διατύπωσε την πρόβλεψη ότι τις επόμενες τρεις δεκαετίες θα συνεχιστεί η μείωση του πληθυσμού τής Ελλάδας και η δημογραφική του γήρανση, ενώ το πρόσημο του ισοζυγίου γεννήσεων/θανάτων θα παραμείνει αρνητικό.

Στη σχετική ανάλυση με τίτλο «Δημογραφικό» και υπογεννητικότητα στην Ελλάδα σήμερα: δημογραφικές αδράνειες και κοινωνικές προκλήσεις», συντάκτης της οποίας είναι η Ιφιγένεια Κοκκάλη, επίκουρη καθηγήτρια και διευθύντρια του Εργαστηρίου, υπογραμμίζεται η κατάρρευση των γεννήσεων, που το 2023 έφτασαν τις 72,3 χιλ., δηλαδή ήταν περίπου οι μισές από αυτές που καταγράφηκαν ετησίως κατά μέσο όρο την εικοσαετία 1951-1970.

«Οι λόγοι που ευθύνονται για αυτήν την κατάρρευση δεν εντοπίζονται μόνο εντός του πεδίου της δημογραφίας, αλλά αφορούν συνολικότερα τις κοινωνικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες», σημειώνεται χαρακτηριστικά.

Μεταξύ των ετών 2011 και 2024, καταγράφονται σταθερά αρνητικά φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις μείον θάνατοι), τα οποία -μαζί με τα επίσης αρνητικά μεταναστευτικά ισοζύγια της περιόδου- προκάλεσαν τη μείωση του πληθυσμού κατά σχεδόν 500 χιλ. άτομα.

Στην ανάλυση αναφέρεται ότι σήμερα η Ελλάδα καταγράφει από τους χαμηλότερους ετήσιους δείκτες γονιμότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη διαγενεακή γονιμότητα να κινείται στα 1,3-1,4 παιδιά/γυναίκα (στις γενεές που γεννήθηκαν γύρω από το 1980), δηλαδή, υπολείπεται σημαντικά του ορίου αναπαραγωγής (2,07 παιδιά/γυναίκα).

Παράλληλα, η Ελλάδα είναι μια σχετικά γερασμένη χώρα αφού σχεδόν το 23% των κατοίκων της είναι άνω των 65 ετών, ενώ το 2023 οι πάνω των 65 ήταν σχεδόν 1 εκατ. περισσότεροι από τους νέους 0-14 ετών.

Την ίδια στιγμή παρατηρείται και προοδευτική αύξηση των ποσοστών ατεκνίας, τα οποία για τις γενεές γύρω από το 1980 αφορούν πλέον περίπου 1 στα 5 άτομα.