Σε σταθερά καλή κατάσταση βρίσκεται η γιατρός που νοσηλεύεται με αιμορραγικό πυρετό Κριμαίας-Κονγκό στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ίδια παραμένει «απύρετη» και «ευδιάθετη», ενώ συνεχίζει να νοσηλεύεται σε απομόνωση στο τμήμα λοιμωδών του νοσοκομείου.
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να ληφθούν νέα δείγματα προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχει αρνητικοποιηθεί, γεγονός που θα επιτρέψει την άρση του συναγερμού εντός της νοσηλευτικής μονάδας, σύμφωνα με το larissanet.
Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Λαρίση, μέλος του Δ.Σ. των εργαζομένων του ΠΓΝ Λάρισας, «ευτυχώς εδώ και δύο μέρες η συνάδελφος γιατρός είναι απύρετη και ευδιάθετη, ενώ παρακολουθείται στενά η κατάστασή της. Τις επόμενες μέρες θα ληφθεί δείγμα για να δούμε αν είναι αρνητική, ώστε να ολοκληρωθεί και η αναστάτωση που δημιουργήθηκε, καθώς αρκετοί γιατροί και νοσηλευτές τέθηκαν σε επιτήρηση».
Ο ίδιος σημείωσε ότι, βάσει της πρώτης εικόνας και των ελέγχων που διενεργήθηκαν, δεν υπάρχει ένδειξη διασποράς του ιού εντός του νοσοκομείου. Παράλληλα, εφαρμόστηκαν όλα τα απαραίτητα υγειονομικά πρωτόκολλα σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ.
Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στην ιατρική κοινότητα, καθώς προηγήθηκε ο θάνατος ενός κτηνοτρόφου από την Ελασσόνα που είχε προσβληθεί από τον ιό.
Για το περιστατικό τοποθετήθηκε και ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας, Ντίνος Γιαννακόπουλος, μετά και την επίσημη ανακοίνωση που εξέδωσε ο σύλλογος.
Ο Ντίνος Γιαννακόπουλος ανέφερε ότι, «πρόσφατα είχαμε το θάνατο ενός κτηνοτρόφου από την επαρχία της Ελασσόνας από τον αιμορραγικό πυρετό. Είναι μία ιογενής νόσος και συνήθως οι άνθρωποι μολύνονται από τσιμπούρια. Κατά τη νοσηλεία του κόλλησε και μία συνάδελφο, αλλά ευτυχώς είναι πλέον καλά στην υγεία της».
Αξίζει να σημειωθεί πως ο πρόεδρος κατέδειξε για ακόμα μία φορά την ανάγκη της συμπερίληψης «του ιατρικού λειτουργήματος-επαγγέλματος στα βαρέα και ανθυγιεινά».
Τι είναι ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας
Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας είναι ιογενής νόσος που προκαλείται από τον ιό CCHF. Είναι σοβαρή, συχνά θανατηφόρα ασθένεια, με ποσοστά θνησιμότητας που κυμαίνονται από 10% έως και 40%.
Μεταδίδεται με τσίμπημα από μολυσμένο τσιμπούρι, με άμεση επαφή με αίμα ή σωματικά υγρά μολυσμένων ζώων (π.χ. πρόβατα, κατσίκες, βοοειδή) και με επαφή με αίμα ή υγρά νοσούντων ανθρώπων (π.χ. σε νοσοκομειακές συνθήκες). Δεν μεταδίδεται αερογενώς. Άγρια και οικόσιτα ζώα μπορεί να έχουν τον ιό στον οργανισμό τους για λίγες ημέρες, χωρίς να νοσούν, αλλά μπορούν να μολύνουν τα τσιμπούρια και αυτά με τη σειρά τους να μεταδώσουν τον ιό σε άλλα ζώα ή και ανθρώπους.
Ενδημεί σε ορισμένες περιοχές όπως η Ανατολική Ευρώπη (Ρωσία, Βαλκάνια), η Αφρική (ιδίως υποσαχάρια), η Μέση Ανατολή και η Ασία (κυρίως Ινδία, Πακιστάν, Ιράν) ενώ σπάνια έχουν καταγραφεί κρούσματα στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
Όσον αφορά την κλινική εικόνα, η νόσος εμφανίζεται αιφνίδια, έπειτα από επώαση 1-14 ημερών σε τρία στάδια:
- Προδρομικό στάδιο (1-7 ημέρες): υψηλός πυρετός με ρίγος, κεφαλαλγία, μυαλγίες, αρθραλγίες, υπνηλία, κόπωση, ναυτία, εμετοί, ερυθρότητα προσώπου και ματιών, φωτοφοβία.
- Αιμορραγικό στάδιο: Ρινορραγίες, αιματουρία, αιμορραγία από ούλα ή το πεπτικό, εκχυμώσεις και πετέχειες, ηπατική βλάβη, πολυοργανική ανεπάρκεια, shock.
- Στάδιο ανάρρωσης: σε όσους επιζήσουν η αποκατάσταση είναι αργή ενώ εμφανίζεται μεγάλη αδυναμία και κατάθλιψη.
Η νόσος έχει υψηλή θνητότητα (30-50% στους νοσηλευόμενους ασθενείς) καθώς δεν υπάρχει ειδική θεραπεία ενώ κατά 85% είναι συνήθως ασυμπτωματική.
Η διάγνωση γίνεται με ανίχνευση του ιού μέσω RT-PCR (σε πρώιμο στάδιο), αντισώματα IgM και IgG μέσω ELISA (σε καθυστερημένο στάδιο) ενώ απαιτείται εργαστήριο υψηλής βιοασφάλειας (BSL-4) λόγω υψηλής μεταδοτικότητας. Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία και χορηγείται υποστηρικτική αγωγή. Η ριμπαβιρίνη επίσης που χρησιμοποιήθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις έχει αμφίβολα αποτελέσματα. Απαραίτητη στενή παρακολούθηση και εντατική υποστήριξη (υγρά, μετάγγιση, διατήρηση πίεσης).