Ασθενείς ανοδικές τάσεις κατέγραψαν οι τιμές των μετοχών στη σημερινή συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου Αθηνών, εν μέσω χαμηλής συναλλακτικής δραστηριότητας.

O Γενικός Δείκτης Τιμών έκλεισε στις 776,09 μονάδες, σημειώνοντας άνοδο 0,22%. Ενδοσυνεδριακά κινήθηκε σε εύρος διακύμανσης 5,91 μονάδων. Κατέγραψε υψηλότερη τιμή στις 778,77 μονάδες (+0,57%) και κατώτερη τιμή στις 772,86 μονάδες (-0,20%).

Σε εβδομαδιαία βάση, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης κατέγραψε άνοδο σε ποσοστό 1,50%, από τις αρχές Φεβρουαρίου σημειώνει κέρδη 3,55%, ενώ από τις αρχές του 2021 υποχωρεί σε ποσοστό 4,07%.

Η αξία των συναλλαγών ανήλθε στα 38,69 εκατ. ευρώ, ενώ διακινήθηκαν 21.124.976 μετοχές.

Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης σημείωσε άνοδο σε ποσοστό 0,14%, ενώ ο δείκτης της μεσαίας κεφαλαιοποίησης ενισχύθηκε σε ποσοστό 0,16%.

Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, τη μεγαλύτερη άνοδο κατέγραψαν οι μετοχές της Πειραιώς (+4,28%), της Alpha Bank (+2,60%), της ΕΥΔΑΠ (+2,13%) και της Εθνικής (+1.48%). Αντιθέτως, τη μεγαλύτερη πτώση σημείωσαν οι μετοχές της Aegean Airlines (-3,99%), της Viohalco (-1,31%), του ΟΠΑΠ (-1,30%) και της Jumbo (-1,12%).

Από τους επιμέρους δείκτες, τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι δείκτες της Τεχνολογίας (+1,22%) και των Τραπεζών (+1,08%), ενώ τις μεγαλύτερες απώλειες σημείωσαν οι δείκτες της Υγείας (-4,23%) και των Ταξιδιών (-1,44%).

Τον μεγαλύτερο όγκο συναλλαγών παρουσίασαν η Πειραιώς και η Alpha Bank με 5.113.056 και 4.237.824 μετοχές, αντιστοίχως.

Τη μεγαλύτερη αξία συναλλαγών σημείωσαν ο ΟΠΑΠ με 6,005 εκατ. ευρώ και ο ΟΤΕ με 5,406 εκατ. ευρώ.

Ανοδικά κινήθηκαν 54 μετοχές, 57 πτωτικά και 27 παρέμειναν σταθερές.

Τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι μετοχές: Lavipharm +17,48% και Μουζάκης +10,23%, ενώ τη μεγαλύτερη πτώση κατέγραψαν οι μετοχές: Κτήμα Λαζαρίδη -9,62% και Ξυλεμπορία (κ) -9,42%.

Στο 1,50% τα κέρδη της εβδομάδας

Με άνοδο 1,50% έκλεισε η χρηματιστηριακή αγορά την εβδομάδα που τελειώνει, με τη μέση ημερήσια αξία συναλλαγών, αν και αυξημένη σε σχέση με την περασμένη εβδομάδα, να κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα.

Η επιβολή νέων περιοριστικών μέτρων προκάλεσε ανησυχία για τις επιπτώσεις που θα έχουν στην πορεία της ελληνικής οικονομίας και οδήγησε σε σημαντική πτώση στη συνεδρίαση της Τρίτης (-2,72%), για να καλυφθούν οι απώλειες στις επόμενες τρεις συνεδριάσεις της εβδομάδας.

Αρκετοί αναλυτές, εκτιμούν ότι οι συνέπειες της πανδημίας για την Ελλάδα θα είναι οι μικρότερες σε σχέση με τις άλλες οικονομίες της Ευρώπης. Χαρακτηριστική είναι η έκθεση της Morgan Stanley στην οποία τονίζεται ότι «οι «ουλές» που θα αφήσει η πανδημία σε βάθος 5ετίας θα είναι πολύ μικρότερη σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης.

Με δεδομένο ότι η Ελλάδα θα λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης επιδοτήσεις ίσες με το 8,8% του ΑΕΠ της (περισσότερες από όλες τις χώρες), η μόνιμη ζημιά στην οικονομία της περιορίζεται μόνο στο 1,5%.

Ο Γενικός Δείκτης Τιμών έκλεισε την εβδομάδα στις 776,09 μονάδες, έναντι 764,60 μονάδων της προηγούμενης εβδομάδας, σημειώνοντας εβδομαδιαία άνοδο 1,50%. Από τις αρχές του Φεβρουαρίου σημειώνει κέρδη 3,55%, ενώ από τις αρχές του 2021 καταγράφει απώλειες σε ποσοστό 4,07%.

Τεχνικά τα επίπεδα των 780 μονάδων αποτελεί την πρώτη αντίσταση στην ανοδική πορεία της αγοράς και υψηλότερα αντιστάσεις υπάρχουν στη ζώνη των 800-810 μονάδων.

Στηρίξεις υπάρχουν στις 750 και χαμηλότερα στις 720 μονάδες.

Ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης FTSE/ASE 25 έκλεισε την εβδομάδα με άνοδο 3,25%, ενώ ο δείκτης FTSE MID CAP έκλεισε με άνοδο 1,05%.

Ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε την εβδομάδα με πτώση σε ποσοστό 0,97%, από τις αρχές Φεβρουαρίου σημειώνει κέρδη 2,43%, ενώ από τις αρχές του νέου έτους υποχωρεί κατά 12,52%.

Η συνολική αξία των συναλλαγών στις συνεδριάσεις αυτής της εβδομάδας ανήλθε στα 279,837 εκατ. ευρώ, ενώ η μέση αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα 55,967 εκατ. ευρώ, από 48,194 εκατ. ευρώ της προηγούμενης εβδομάδος.

Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς την βδομάδα αυτή αυξήθηκε κατά 0,714 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκε στα 52,833 δισ. ευρώ, από τις αρχές Φεβρουαρίου έχει αυξηθεί κατά 1,887 δισ. ευρώ, ενώ από τις αρχές του έτους είναι μειωμένη κατά 1,032 δισ. ευρώ.