Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν έχει μόνο ένα ρόλο θεματοφύλακα της νομισματικής σταθερότητας, αλλά επίσης και ένα ρόλο στη διαχείριση της κρίσης, δήλωσε σήμερα ένας από τους αξιωματούχους της, ο Γιέρκ Άσμουσεν.

Οι κεντρικές τράπεζες έχουν «διπλό ρόλο ως θεματοφύλακες της σταθερότητας και διαχειριστές της κρίσης», τόνισε ο Άσμουσεν, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), σύμφωνα με το κείμενο της ομιλίας του στο Πανεπιστήμιο Γκαίτε της Φρανκφούρτης.

«Απαντώντας στις αιφνίδιες οικονομικές πιέσεις, τα έκτακτα μέτρα από τις κεντρικές τράπεζες συνεισέφεραν στον κατευνασμό των εντάσεων και στην αποφυγή των ιδιαίτερα δυσμενών επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία», υποστήριξε ο Άσμουσεν.

Την περασμένη εβδομάδα, η ΕΚΤ ξεκίνησε ένα νέο πρόγραμμα για την επαναγορά του χρέους κρατών, ώστε να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού ευρωπαϊκών χωρών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, κυρίως της Ισπανίας και της Ιταλίας.

Αυτό το νέο πρόγραμμα αποφασίστηκε παρά τη διαφωνία της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, Bundesbank, που είναι πολύ “ορθόδοξη” σε θέματα νομισματικής πολιτικής.

Κατά την εφαρμογή των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να προσέξουν ώστε να μην «κινδυνεύσει η πρωταρχική εντολή τους», αυτή της διατήρησης της σταθερότητας των τιμών, σημείωσε ο αξιωματούχος της ΕΚΤ.

Ο Άσμουσεν τόνισε την ανάγκη να συνδυαστούν με την δράση των κεντρικών τραπεζών και «διαρθρωτικές απαντήσεις» στα προβλήματα, «ενισχύοντας τα μέσα πολιτικής που είναι διαθέσιμα εκτός του πεδίου δράσης της κεντρικής τράπεζας».

Το πρόγραμμα OMT –το όνομα του νέου προγράμματος επαναγοράς ομολόγων της ΕΚΤ– χωρίς περιορισμό αλλά υπό ορισμένες προϋποθέσεις, «δεν υποκαθιστά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες από τις κυβερνήσεις» όσον αφορά τις διαρθρωτικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, τόνισε ο Γιέρκ Άσμουσεν.

Το νέο πρόγραμμα είναι ένα σαφές παράδειγμα του πώς «η ΕΚΤ παίζει ταυτόχρονα το ρόλο του θεματοφύλακα της σταθερότητας και του διαχειριστή κρίσεων», διαβεβαίωσε υπογραμμίζοντας την ανεξαρτησία του θεσμού.