Σε έναν από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς της Ευρώπης για ξενοδοχειακές επενδύσεις έως το 2030 αναδεικνύεται η Αθήνα, καθώς καταγράφει υψηλή ζήτηση, σταθερή άνοδο στις εισερχόμενες αφίξεις και εξαιρετικές επιδόσεις σε RevPAR (Revenue Per Available Room), που αποτελεί βασικό δείκτη στη ξενοδοχειακή βιομηχανία και μετρά τα έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο, συνδυάζοντας την πληρότητα και τη μέση ημερήσια τιμή (ADR). Η νέα ανάλυση των ευρωπαϊκών αγορών φιλοξενίας τοποθετεί την ελληνική πρωτεύουσα ανάμεσα στις κορυφαίες πόλεις με ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, χαμηλό κόστος εργασίας και σημαντική επενδυτική δυναμική, επιβεβαιώνοντας ότι η πόλη βρίσκεται σε φάση ώριμης ανάπτυξης και σταθερής ανόδου στον χώρο του τουρισμού.

Σύμφωνα με τον πρώτο European Hotels Destination Index της CBRE, ο ξενοδοχειακός κλάδος της Ευρώπης ενισχύεται από τη συνεχή ανάπτυξη των ταξιδιών, τη στιγμή που η αύξηση της προσφοράς παραμένει χαμηλότερη του ιστορικού μέσου όρου. Αυτό προσελκύει σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον, καθώς οι επενδυτές εστιάζουν σε ώριμες αλλά και σε ανερχόμενες αγορές με πραγματικό περιθώριο ανάπτυξης. Σε αυτό το περιβάλλον, η Αθήνα βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της διεθνούς στροφής προς ταξίδια εμπειριών και πολιτισμού και αναδεικνύεται σε μία από τις πιο υποσχόμενες αγορές μεσοπρόθεσμου επενδυτικού ενδιαφέροντος.

Αύξηση αφίξεων έως το 2030

Οι εισερχόμενες αφίξεις με διανυκτέρευση – δείκτης που καθορίζει τόσο το μέγεθος όσο και τη βιωσιμότητα της ξενοδοχειακής αγοράς – προδιαγράφουν σαφή ανοδική πορεία. Η πρόβλεψη για το 2030 κάνει λόγο για αύξηση 6% σε σχέση με το 2025, στοιχείο που αποτυπώνει τη διατηρούμενη δυναμική της πόλης και την ενίσχυση της διεθνούς ζήτησης. Αν και σε απόλυτους αριθμούς επισκεπτών προηγούνται παραδοσιακές μητροπόλεις όπως το Λονδίνο και το Παρίσι, η πραγματική αλλαγή κατεύθυνσης αφορά προορισμούς εμπειριών που προσφέρουν πολιτισμό, αυθεντικότητα και σύνθετο ταξιδιωτικό προϊόν. Σε αυτή τη νέα κατηγορία ανήκουν η Βενετία, η Ρώμη, η Μαγιόρκα και, πλέον, η Αθήνα, η οποία συμβαδίζει με τη διεθνή τάση για city breaks, για ταξίδια με επίκεντρο την κουλτούρα και για προορισμούς που λειτουργούν σε ετήσια βάση.

Η Αθήνα στην 7η θέση των κορυφαίων αγορών φιλοξενίας της Ευρώπης

Η ισχυρή αυτή επίδοση αντικατοπτρίζεται και στη συνολική βαθμολογία του δείκτη, όπου η Αθήνα κατατάσσεται στην 7η θέση των κορυφαίων ευρωπαϊκών προορισμών. Η παρουσία της δίπλα σε αγορές όπως η Βαρκελώνη, η Ρώμη, το Άμστερνταμ και η Τενερίφη αποδεικνύει ότι η ελληνική πρωτεύουσα έχει πλέον ξεπεράσει την περίοδο της «επανεκκίνησης» και έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή σταθερής απόδοσης. Παρότι οικονομικοί παράγοντες όπως το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ή η συναλλαγματική ισοτιμία επηρεάζουν την εικόνα κάθε πόλης, η CBRE σημειώνει ότι η συσχέτιση των οικονομικών δεικτών με τη συνολική κατάταξη είναι μέτρια. Το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στα θεμελιώδη μεγέθη της ζήτησης, στη δομή της αγοράς και στην προοπτική ανθεκτικότητας των προορισμών. Σε αυτούς τους τομείς η Αθήνα παρουσιάζει σημαντική πρόοδο.

Το «κρυφό πλεονέκτημα» της Αθήνας

Ιδιαίτερα καθοριστικός είναι ο παράγοντας του κόστους εργασίας, όπου η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις πιο ανταγωνιστικές χώρες της Ευρώπης. Η Αθήνα εμφανίζει υψηλή «ελαστικότητα εργατικού δυναμικού φιλοξενίας», δηλαδή τη δυνατότητα της αγοράς να απορροφά εργαζομένους στον κλάδο με ταχύτητα και συνέπεια. Ο δείκτης αυτός αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό πλεονέκτημα για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, ειδικά σε περιόδους που η έλλειψη προσωπικού αποτελεί πανευρωπαϊκή πρόκληση. Η ελληνική πρωτεύουσα κατηγοριοποιείται πλέον δίπλα σε περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα, όπως η Μαγιόρκα και η Τενερίφη, οι οποίες έχουν παράδοση σε υψηλή ικανότητα κάλυψης θέσεων εργασίας.

Επενδυτικές προοπτικές – Η Αθήνα δίπλα στους μεγάλους παίκτες

Η ανταγωνιστικότητα του προορισμού ενισχύεται και από την απόδοση σε RevPAR, όπου η Αθήνα τοποθετείται δίπλα σε πόλεις όπως η Βενετία, η Φλωρεντία, το Λονδίνο και η Γενεύη. Η επίδοση αυτή οφείλεται στη σταθερή αύξηση της μέσης τιμής, στη διεύρυνση της τουριστικής περιόδου και στην αναβάθμιση της ξενοδοχειακής υποδομής, με νέες επενδύσεις, ανακαινίσεις και είσοδο διεθνών brands. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Αθήνα κατατάσσεται στις αγορές με μεσοπρόθεσμη υπεραξία, δηλαδή σε πόλεις που διαθέτουν χαμηλότερο λειτουργικό κόστος, αυξανόμενη ζήτηση και βραδύτερη ανάπτυξη νέας προσφοράς. Το προφίλ αυτό δημιουργεί ένα περιβάλλον που ευνοεί επενδυτές οι οποίοι αναζητούν σταθερή απόδοση, προοπτική ανατίμησης και χαμηλότερο συναγωνισμό σε σχέση με ώριμες αγορές όπως η Γαλλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η συνολική εικόνα δείχνει ότι η Αθήνα έχει πλέον εδραιώσει μια ισχυρή θέση στον ευρωπαϊκό ξενοδοχειακό χάρτη. Οι προοπτικές έως το 2030 παραμένουν θετικές, η ζήτηση σταθερή και οι επενδυτικές συνθήκες ευνοϊκές.