Ανοδική πορεία, αν και με σαφώς μικρότερη ένταση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, συνεχίζουν να καταγράφουν οι τιμές των κατοικιών στην Αττική, με τα νεόδμητα διαμερίσματα σε περιοχές όπως το Μαρούσι, το Παλαιό Φάληρο, οι Αμπελόκηποι, το Περιστέρι και ο Χολαργός να παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με την έρευνα της Geoaxis Property & Valuation Services για το τρίτο τρίμηνο του 2025, οι τιμές των νεόδμητων κατοικιών αυξήθηκαν κατά 6,07% σε ετήσια βάση, ενώ στα μεταχειρισμένα διαμερίσματα η αύξηση ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη, 6,65%. Παρά τη συνέχιση της ανοδικής πορείας, οι ρυθμοί αυτοί υποδηλώνουν επιβράδυνση συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, όταν οι αυξήσεις είχαν διαμορφωθεί σε 8,5% και 7,8% αντίστοιχα.

Η εικόνα της τελευταίας δεκαετίας παραμένει ενδεικτική της έντασης της ανόδου στην αγορά κατοικίας. Από το 2016 έως σήμερα, οι τιμές των νεόδμητων διαμερισμάτων στις περιοχές που εξετάζει η Geoaxis έχουν αυξηθεί κατά περίπου 100%, ενώ στα μεταχειρισμένα κατά 94%.

Το Μαρούσι εμφανίζει τη μεγαλύτερη συνολική άνοδο τιμών στα νεόδμητα, με ποσοστό 109%, καθώς η μέση τιμή από 1.833 ευρώ/τ.μ. το 2016 έχει φτάσει στα 3.825 ευρώ/τ.μ. το 2025. Ακολουθούν το Παλαιό Φάληρο με αύξηση 104%, το Περιστέρι με 101% και οι Αμπελόκηποι με 99%. Στο Π. Φάληρο καταγράφεται και η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση για το τελευταίο έτος (8%), με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 4.013 ευρώ/τ.μ. Η ακριβότερη περιοχή του δείγματος είναι ο Χολαργός, όπου η τιμή πώλησης νεόδμητων κατοικιών ανέρχεται στα 4.443 ευρώ/τ.μ., σημειώνοντας άνοδο 4,12% σε ετήσια βάση.

Ακίνητα

Στα παλαιότερα ακίνητα, η εικόνα είναι αντίστοιχη, με το Μαρούσι να διατηρεί και εδώ την πρώτη θέση ως προς την αύξηση των τιμών. Από 1.057 ευρώ/τ.μ. το 2016, οι τιμές μεταχειρισμένων διαμερισμάτων έχουν διαμορφωθεί στα 2.121 ευρώ/τ.μ., σημειώνοντας αύξηση 101%. Ο Χολαργός ακολουθεί με 100%, ενώ το Περιστέρι φτάνει το 98%.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Geoaxis, Γιάννη Ξυλά, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν πως το ποσοστό ιδιοκατοίκησης υποχώρησε το 2023 στο 69,6%, μειωμένο κατά 3,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2022. Μόλις το 11% των ιδιοκτητών ανήκει στις ηλικίες 25 έως 34 ετών, γεγονός που συνδέεται με το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ βασικού μισθού και αξιών ακινήτων.

Παράλληλα, η υιοθέτηση του υβριδικού μοντέλου εργασίας επηρεάζει τις επιλογές των αγοραστών, καθώς η ανάγκη για κατοικίες με επαρκείς χώρους, φυσικό φως, ηχομόνωση και γρήγορο διαδίκτυο αυξάνεται. Η μικρότερη σημασία της εγγύτητας στον χώρο εργασίας οδηγεί μέρος της ζήτησης σε περιοχές εκτός του στενού αστικού ιστού, όπου η ποιότητα ζωής θεωρείται υψηλότερη.

Παρά την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης, οι τιμές πώλησης κατοικιών παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, εντείνοντας τις πιέσεις στην εγχώρια αγορά και καθιστώντας τη δυνατότητα αγοράς ιδιόκτητης κατοικίας ολοένα πιο περιορισμένη για τα νεότερα νοικοκυριά.