Η διαδικασία για την ανανέωση και ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας εισέρχεται σε κρίσιμη φάση, καθώς η κυβέρνηση παρατείνει έως το τέλος Οκτωβρίου την προθεσμία υποβολής γραπτών προτάσεων. Στόχος του δεύτερου γύρου του κοινωνικού διαλόγου είναι η διαμόρφωση ενός σαφούς πλαισίου, που θα οδηγήσει στη σύναψη περισσότερων συλλογικών συμβάσεων και θα ενισχύσει την προστασία των εργαζομένων.
Η συζήτηση όμως δεν εξελίσσεται χωρίς εντάσεις: από τη μία πλευρά υπάρχει η προσπάθεια σύγκλισης σε θεσμικά ζητήματα, όπως το ποσοστό εκπροσώπησης των εργοδοτικών οργανώσεων και ο τρόπος λειτουργίας του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, από την άλλη αναδύονται κρίσιμα σημεία διαφωνίας που αφορούν την ουσία των συλλογικών συμβάσεων.
Η μετενέργεια αποτελεί βασικό πεδίο τριβής. Η κατάργησή της το 2012 είχε οδηγήσει σε υποχώρηση των μισθών και κατάρρευση της «πυραμίδας των συλλογικών συμβάσεων», ειδικά σε κλάδους όπου οι συμβάσεις έληξαν χωρίς να υπογραφούν νέες. Η ΓΣΕΕ ζητά την επαναφορά της, ώστε οι εργαζόμενοι να προστατεύονται έως τη σύναψη νέας σύμβασης.
Σημαντική είναι η διαφωνία και γύρω από την επεκτασιμότητα των συμβάσεων. Η νομοθεσία του 2021 δυσχέρανε την εφαρμογή μιας σύμβασης σε όλο τον κλάδο, με την απαίτηση να καλύπτονται τουλάχιστον το 50% +1 των επιχειρήσεων ή των απασχολούμενων. Η εργατική πλευρά επιδιώκει τη μείωση αυτού του ποσοστού και τη δημιουργία μόνιμου μηχανισμού επέκτασης, ώστε να μην παραμένουν οι μισθοί ανεπαρκώς προστατευμένοι.
Η «συρροή συμβάσεων» αποτελεί άλλο σημείο τριβής. Σε περιπτώσεις όπου ισχύουν περισσότερες από μία ΣΣΕ για τον ίδιο εργαζόμενο, η εργατική πλευρά υποστηρίζει ότι πρέπει να εφαρμόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο, τόσο για τις αμοιβές όσο και για θεσμικά ζητήματα. Παράλληλα, η καθολικότητα των συμβάσεων βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης, με την ΓΣΕΕ να τονίζει ότι το 86% των εργαζομένων τάσσεται υπέρ της υποχρεωτικής ισχύος των συλλογικών συμβάσεων για όλες τις επιχειρήσεις, επαναφέροντας ουσιαστικά το προ-μνημονιακό καθεστώς.
Η κατάρρευση των μισθών μετά τα μνημόνια και η αφαίρεση της μετενέργειας δημιούργησαν νέες ανισότητες στον ιδιωτικό τομέα, καθιστώντας επιτακτική την επαναφορά βασικών θεσμών για τη διατήρηση συλλογικών δικαιωμάτων και διαπραγματευτικής ισχύος. Η πορεία του διαλόγου θα καθορίσει αν τα σημεία τριβής θα ξεπεραστούν ή αν οι διαφορές θα παραμείνουν εμπόδιο στην αναζωογόνηση των συλλογικών συμβάσεων.