Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού έφτασαν σε ιστορικό υψηλό την Παρασκευή, μετά από δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times που αποκάλυψε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλουν δασμούς στις εισαγωγές χρυσών ράβδων βάρους ενός κιλού, κίνηση που αναμένεται να αυξήσει την πίεση στην Ελβετία, έναν από τους μεγαλύτερους παγκοσμίως κόμβους εμπορίας πολύτιμων μετάλλων.
Οι Financial Times αναφέρουν ότι έχουν στη διάθεσή τους επιστολή της Υπηρεσίας Τελωνειακής Προστασίας των ΗΠΑ (Customs Border Protection), σύμφωνα με την οποία οι χρυσές ράβδοι βάρους ενός κιλού και 100 ουγγιών θα ταξινομούνται σε τελωνειακό κωδικό που υπόκειται σε αυξημένους δασμούς.
Σύμφωνα με τον Guardian οι ράβδοι ενός κιλού αποτελούν την πιο δημοφιλή μορφή του μετάλλου που διαπραγματεύεται στο Comex, τη μεγαλύτερη αγορά συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού και αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών χρυσού της Ελβετίας προς τις ΗΠΑ.
Τα αμερικανικά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού αυξήθηκαν κατά 1,3%, φτάνοντας στα 3.499,30 δολάρια, αφού νωρίτερα έφτασαν σε ιστορικό υψηλό τα 3.534,10 δολάρια. Παράλληλα, το περιθώριο τιμής μεταξύ των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης στη Νέα Υόρκη και των τιμών spot διευρύνθηκε κατά περίπου 100 δολάρια.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί ακόμα ένα πλήγμα για την Ελβετία, η οποία έχει ήδη δεχθεί σοβαρό πλήγμα από την επιβολή απροσδόκητου δασμού εξαγωγών 39% από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Οι ελβετικές εταιρείες, των οποίων οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αποτελούν περίπου το ένα έκτο των συνολικών ξένων πωλήσεών τους, αντιμετωπίζουν έναν από τους υψηλότερους δασμούς στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει ο Τραμπ. Μόνο το Λάος, η Μιανμάρ και η Συρία έχουν υψηλότερους δασμούς, μεταξύ 40% και 41%. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν διαπραγματευτεί δασμούς 15% και 10% αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τους Financial Times, η Ελβετία εξήγαγε χρυσό αξίας 61,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς τις ΗΠΑ τους 12 μήνες που ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο. Με βάση τον δασμό 39% που τέθηκε σε ισχύ την Πέμπτη, οι επιπλέον επιβαρύνσεις στις εξαγωγές αυτές θα φτάσουν τα 24 δισεκατομμύρια δολάρια.