Όταν τη νύχτα της 24ης Φεβρουαρίου οι ρωσικές μεραρχίες πεζικού όδευαν προς τα σύνορα της Ουκρανίας, η συντριπτική πλειοψηφία των στρατιωτικών και γεωπολιτικών αναλυτών εκτιμούσε πως ο πόλεμος θα κρατούσε λίγα εικοσιτετράωρα. Πως η πάλαι ποτέ σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης θα πρόβαλλε αντίσταση μονάχα για την τιμή των όπλων και ακολούθως νομοτελειακά θα παραδίδονταν μπροστά σε έναν από τους ισχυρότερους στρατούς του κόσμου, ο οποίος διαθέτει μεταξύ άλλων περίπου 700.000 οπλίτες, στρατιωτικό προσωπικό που ανέρχεται γύρω στο… 1.350.000 άτομα, πάνω από 4.200 μαχητικά αεροσκάφη, τουλάχιστον 7.000 πυρηνικές κεφαλές, διαστημικά αμυντικά συστήματα αλλά και μυστικά όπλα που ελάχιστοι γνωρίζουν επακριβώς το μέγεθος της καταστροφής που μπορούν να προκαλέσουν.

Κι όμως δέκα μήνες αργότερα η Ουκρανία εξακολουθεί να παραμένει ανεξάρτητο κράτος, ο στρατός της έχει σκοτώσει ή τραυματίσει τουλάχιστον 80.000 Ρώσους εισβολείς, έχει στείλει στον βυθό τη ναυαρχίδα του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας και η αεροπορία της εξακολουθεί να πετάει. Όλα αυτά βέβαια με την αμέριστη συμπαράσταση της Δύσης που την τροφοδοτεί αμέριστα με πολεμικό υλικό (ήδη η αμερικανική κυβέρνηση υποσχέθηκε στον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι νέο πακέτο οπλικών συστημάτων αξίας περίπου 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων) και τη στηρίζει βέβαια διπλωματικά.

Ο δριμύς χειμώνας όμως βρίσκεται προ των πυλών. Με τη θερμοκρασία στο Κίεβο να αναμένεται πως θα πέσει τουλάχιστον στους -6 βαθμούς Κελσίου τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, ενώ κάποιες περιοχές θα αποκλειστούν από το χιόνι, η Μόσχα ετοιμάζεται τις επόμενες κινήσεις της. Το ίδιο όμως και το Κίεβο που αναμένεται να λάβει μεταξύ άλλων από τις ΗΠΑ τα πιο προηγμένα συστήματα αεράμυνας Patriot. Υπό αυτά τα δεδομένα, κι έχοντας παράλληλα ως απότοκο της σύγκρουσης τη δραματική μείωση των ενεργειακών πόρων, τη διεθνή ύφεση και την επισιτιστική κρίση, πόσο εύκολο και με ποιον τρόπο μπορεί να τελειώσει αυτός ο πόλεμος;

Σενάριο 1ο: Να νικήσει η Ρωσία

Σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό Economist το πρώτο σενάριο, και αυτό όμως με τις μικρότερες πιθανότητες επαλήθευσης, είναι να σταθεροποιήσει ο ρωσικός στρατός τις γραμμές του μετώπου μέσα στο χειμώνα, στέλνοντας στο μέτωπο κι άλλους νεοσύλλεκτους. Ακολούθως να εξαπολύσει γενική επίθεση πριν έρθει η άνοιξη ούτως ώστε να κατακτήσει όσα εδάφη έχει μαρκάρει στον χάρτη και γειτνιάζουν με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Από την δε άνοιξη έως και το καλοκαίρι του 2023 τα ρωσικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, να «σφυροκοπούν» τις ενεργειακές εγκαταστάσεις της Ουκρανίας και οι εισβολείς να θέσουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους μεγάλες βιομηχανικές πόλεις όπως η Χερσώνα, το Σλαβιάνσκ και το Κραματόρσκ στο βόρειο τμήμα της περιφέρειας του Ντονέτσκ. Σε μια τέτοια περίπτωση, σύμφωνα με το σενάριο των αναλυτών του εντύπου, οι δυτικές χώρες θα προτρέψουν τον πρόεδρο Ζελένσκι να αποδεχθεί τη ρωσική πρόταση για κατάπαυση του πυρός.

Σενάριο 2ο: Να συνεχιστεί το αδιέξοδο

Το δεύτερο σενάριο θέλει τις δύο χώρες να καταλήγουν σε αδιέξοδο – εν μέρει αυτό συμβαίνει και τώρα. Καμία από τις δύο πλευρές δεν δείχνει πρόθεση υποχώρησης και όσο περνάει ο καιρός αυτό που δυστυχώς συμβαίνει είναι να αυξάνεται ο αριθμός των εκατέρωθεν απωλειών. Ένας πόλεμος που οι εκτιμήσεις ήθελαν να τελειώνει σε λίγα εικοσιτετράωρα, μετατρέπεται σε «πόλεμο χαρακωμάτων» για να θυμηθούμε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου οι αντιμαχόμενες πλευρές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, ούτε κέρδιζαν ούτε έχαναν.

Σε μια τέτοια περίπτωση ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, μη μπορώντας να κερδίσει τον πόλεμο στο πεδίο της μάχης, επιχειρεί να τον παρατείνει αρκετά, προκειμένου να υπονομεύσει την οικονομία της Ουκρανίας και εμμέσως να πλήξει με αυτό τον τρόπο και τις οικονομίες της Δύσης που θα εξακολουθήσουν να μαστίζονται από την ενεργειακή κρίση και τα προβλήματα στην προμήθεια σιταριού. Το Economist αναφέρει πως το Κρεμλίνο θα μπορούσε να παρατείνει τον πόλεμο ακόμη και μέχρι τα τέλη του 2024, ελπίζοντας ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα επανεκλεγεί πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και η Ουάσιγκτον θα σταματήσει να υποστηρίζει τόσο έντονα την Ουκρανία. Το σενάριο αυτό όμως μπορεί να καταστεί αδιέξοδο καθώς εμπεριέχει πολλά «αν» και δεν συνυπολογίζει τον παράγοντα της ρωσικής κοινής γνώμης που κατά πάσα πιθανότητα δεν θα αντέξει μια τόσο μεγάλη παράταση των εχθροπραξίων, βλέποντας για δύο χρόνια ακόμη να επιστρέφουν στην πατρίδα φέρετρα με νεκρούς νεαρούς στρατιώτες.

3ο σενάριο: Πλήρης ουκρανική αντεπίθεση και απειλή πυρηνικού πολέμου

Το τρίτο σενάριο ενέχει μεγάλους κινδύνους. Θέλει την Ουκρανία να εξακολουθεί να προκαλεί σημαντική ζημιά στη ρωσική πολεμική μηχανή, επαναλαμβανόμενα, χάρις και στα εξελιγμένα οπλικά συστήματα που προμηθεύεται από τη Δύση, με αποτέλεσμα οι εισβολείς να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την περιφέρεια της Χερσώνας. Ακολούθως οι δυνάμεις του Ζελένσκι τοποθετούν πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς τύπου Himar και χτυπούν τους Ρώσους στην στρατηγικής σημασίας χερσόνησο της Κριμαίας που από το 2014 τελεί υπό τον έλεγχο της Μόσχας.

Ακολούθως την άνοιξη οι Ουκρανοί ανοίγουν νέο μέτωπο στη Ζαπορίζια και πέντε ταξιαρχίες διασχίζουν τις ρωσικές γραμμές αποκόβοντας πλήρως την επικοινωνία της Ρωσίας με την Κριμαία και περικυκλώνοντας έως το καλοκαίρι τη Μαριούπολη. Τώρα, οι άνδρες του Ζελένσκι, έχοντας ελευθερώσει όλες τις περιοχές που κατείχαν και πριν τον περασμένο Φεβρουάριο, είναι έτοιμοι να εισέλθουν στην Κριμαία. Το Κρεμλίνο όμως εκδίδει τελεσίγραφο: Ή σταματάτε ή απαντάμε άμεσα με χρήση πυρηνικών όπλων.

Δεν υπάρχει περίπτωση να ταπεινωθεί η Ρωσική Ομοσπονδία

Πέρα απ’ όλα αυτά πάντως, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας το εξής. Η Ρωσική Ομοσπονδία είναι μια τεράστια δύναμη από κάθε άποψη και προφανώς δεν πρόκειται να δεχθεί επ’ ουδενί μια ταπεινωτική ήττα. Ακόμη και εάν δείχνει ότι χάνει στο πεδίο των μαχών θα πρέπει να της προσφερθεί μια διέξοδος, όπως επισημαίνουν έμπειροι αναλυτές αλλά και ηγέτες άλλων χωρών, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Μανουέλ Μακρόν. Κάτι τέλος πάντων, που θα μπορέσει να κάνει τον Πούτιν να ισχυριστεί, ιδίως στο εσωτερικό μέτωπο, πως τυπικά δεν ηττήθηκε, αλλά κατήγαγε μια νίκη. Και εκεί ακριβώς επικεντρώνονται οι διπλωματικές κινήσεις που πραγματοποιούνται υπό άκρα μυστικότητα τον τελευταίο καιρό μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.