Στο χαμηλότερο επίπεδο, από τα τέλη της περασμένης χρονιάς, επιβραδύνθηκε η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα της Βρετανίας, το τρίμηνο που ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο, παρόλο που η αισιοδοξία αυξήθηκε σημαντικά στις επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον δείκτη της Συνομοσπονδίας της Βρετανικής Βιομηχανίας (CBI).

Η CBI ανακοίνωσε σήμερα Σάββατο ότι ο μηνιαίος δείκτης της για την ανάπτυξη—ο οποίος βασίζεται σε στοιχεία που συλλέγονται από τις βιομηχανίες, τους λιανοπωλητές και εταιρείες στον τομέα των υπηρεσιών—υποχώρησε στο +14 τον Ιούνιο, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο, από +33 τον Μάιο.

Αν και η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε, ο ρυθμός της επέκτασης στις επιχειρήσεις του τομέα των υπηρεσιών, που αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του ιδιωτικού τομέα στη Βρετανία, μειώθηκε από το υψηλό σχεδόν εννέα ετών που καταγραφόταν το τρίμηνο που ολοκληρώθηκε τον Μάιο.

Παρά την επιβράδυνση του Ιουνίου, οι προσδοκίες για το επόμενο τρίμηνο ανέβηκαν στο υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Αύγουστο.

Η Ρέιν Νιούτον-Σμιθ, διευθύντρια του τμήματος οικονομικών αναλύσεων της CBI, σημείωσε ότι «η δραστηριότητα συνολικά το τρίμηνο ήταν καλή» και πρόσθεσε ότι «αναμένουμε η οικονομία να διατηρήσει έναν σταθερό ρυθμό ανάπτυξης το υπόλοιπο έτος καθώς οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου και του πληθωρισμού συνεχίζουν να δίνουν ώθηση στα πραγματικά εισοδήματα και στις καταναλωτικές δαπάνες».

Η οικονομία της Βρετανίας αναπτύχθηκε κατά 0,4% την περίοδο από τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο, λίγο περισσότερο από ό,τι είχε εκτιμηθεί, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Τρίτη. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι της Τράπεζας της Αγγλίας αναμένουν ότι η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί το δεύτερο τρίμηνο του 2015.

Για τη CBI, η ελληνική κρίση είναι ο πιο άμεσος κίνδυνος για την οικονομική προοπτική της Βρετανίας, κυρίως λόγω της αναστάτωσης στις αγορές και στις συναλλαγματικές ισοτιμίες, καθώς η άμεση έκθεση των βρετανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα θεωρείται μικρή.

Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις όμως αντιμετωπίζουν μια πιο μακροπρόθεσμη πρόκληση εξαιτίας της ενίσχυσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας της στερλίνας έναντι του ευρώ, σύμφωνα με τη Συνομοσπονδία.