Μια γυναίκα στην Ιντιάνα, κατηγορούμενη ότι έπνιξε τα δύο μικρά παιδιά της, δήλωσε ένοχη. Η 35χρονη Μπρίτανι Μεντίνα, την Τετάρτη ομολόγησε επισήμως την ενοχή της με το ελαφρυντικό του ψυχικά ασθενή σε δύο κατηγορίες για παραμέληση εξαρτώμενου προσώπου που είχε ως αποτέλεσμα θάνατο.

Ο δικαστής ανέφερε ότι θα εξετάσει τη συμφωνία παραδοχής ενοχής «υπό επιφύλαξη της ποινής», διατάσσοντας έρευνα πριν την επιβολή της ποινής, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που εξέτασε το Law&Crime.

Η συμφωνία μπορεί να οδηγήσει σε απόσυρση των κατηγοριών για ανθρωποκτονία, ωστόσο η Μεντίνα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ποινή έως και 40 ετών κάθειρξης. Η καταδίκη της έχει οριστεί για τις 23 Οκτωβρίου.

Η Μεντίνα, σύμφωνα με την αστυνομία, παραδέχθηκε σχεδόν αμέσως το έγκλημα, όταν στις 26 Σεπτεμβρίου 2023, στις 4:50 μ.μ., εμφανίστηκε στο σωφρονιστικό κατάστημα της κομητείας Λόρενς και φέρεται να είπε στους αστυνομικούς ότι μόλις είχε «σκοτώσει τα δύο παιδιά της, ηλικίας ενός και τριών ετών, πνίγοντάς τα στο μπάνιο». Παράλληλα, τους παρέδωσε το κλειδί του σπιτιού.

Όταν η αστυνομία έσπευσε στο σπίτι και διαπίστωσε ότι τα δύο παιδιά βρίσκονταν νεκρά μαζί μέσα στη μπανιέρα, η Μεντίνα φέρεται να εξήγησε λεπτομερώς τι είχε συμβεί εκείνη την ημέρα και γιατί ισχυριζόταν ότι το έκανε.

Σύμφωνα με ένορκη κατάθεση, η Μεντίνα συμφώνησε σε καταγεγραμμένη συνέντευξη μετά την ανάγνωση των δικαιωμάτων της (Miranda), στην οποία δήλωσε ότι την προηγούμενη νύχτα είχε πάρει μισό γραμμάριο Xanax, ένα strip Suboxone και είχε κάνει χρήση τριών γραμμών κοκαΐνης.

Περιέγραψε ότι η τελευταία μέρα των παιδιών ξεκίνησε φυσιολογικά: έδωσε πρωινό στον τρίχρονο γιο και την ένα ετών κόρη της, τους έβαλε να δουν κινούμενα σχέδια και ο σύντροφός της έφυγε για δουλειά. Όμως γύρω στις 2:30 μ.μ., όπως είπε, άρχισε να ακούει φωνές.

Η μητέρα είπε στους αστυνομικούς, σύμφωνα με την κατάθεση, ότι οι φωνές τής έλεγαν πως «έπρεπε να στείλει τα παιδιά της στον παράδεισο σήμερα, διαφορετικά κάποιος θα ερχόταν να πάρει εκείνη και τα παιδιά και θα τους έβαζε σε ένα σκοτεινό λάκκο».

Πρόσθεσε ότι της έλεγαν επίσης πως «θα βασάνιζαν και τους τρεις μέχρι το τέλος της ζωής τους αν δεν έστελνε σήμερα τα παιδιά της στον παράδεισο». Μετά από αυτό, σύμφωνα με την κατάθεσή της, πήγε στο μπάνιο και άρχισε να γεμίζει την μπανιέρα.

Αφού γέμισε, έβαλε μέσα τα δύο παιδιά της, τους είπε ότι τα αγαπά, τα φίλησε και τα βύθισε στο νερό «κρατώντας τα από τον λαιμό» μέχρι που σταμάτησαν να κινούνται. «Κατέληξα να τα πνίξω», φέρεται να είπε.

Όταν τη ρώτησαν αν καταλάβαινε ότι αυτές οι πράξεις θα οδηγούσαν στον θάνατο των παιδιών της, η Μεντίνα απάντησε ότι το γνώριζε. Επανέλαβε επίσης ότι ξεκίνησε το μπάνιο με την πρόθεση να «τα στείλει στον παράδεισο».

Εξήγησε ότι αφού τα έπνιξε, πήγε στο υπνοδωμάτιό της, άλλαξε ρούχα και επέστρεψε για να βεβαιωθεί πως τα παιδιά «δεν κινούνταν», παρατηρώντας τα «να κείτονται μέσα στη μπανιέρα». Είδε ότι «το νερό ήταν εντελώς ακίνητο» και τότε, ικανοποιημένη, οδήγησε μέχρι το αστυνομικό τμήμα και παραδόθηκε.