Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αυξάνει τις πιέσεις προς την Ουκρανία να αποδεχθεί συγκεκριμένους όρους για τον τερματισμό της σύγκρουσης με τη Ρωσία, υιοθετώντας σε ορισμένα σημεία επιχειρήματα που μοιάζουν με τη ρωσική θέση, δύο ημέρες μετά τη συνάντησή του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.

Σήμερα, στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ θα φιλοξενήσει σύνοδο κορυφής με τη συμμετοχή του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και Ευρωπαίων ηγετών, σε μια στιγμή κρίσιμη για τις εξελίξεις στον πόλεμο που ξεκίνησε με την εισβολή της Ρωσίας το 2022. Η συνάντηση στον Λευκό Οίκο θεωρείται η πιο κρίσιμη τόσο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια όσο και για τη Δυτική συμμαχία από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, καθώς θα αποτελέσει δοκιμασία για την ικανότητα του Τραμπ να οδηγήσει Ουκρανία και Ρωσία σε συμβιβασμό που δύσκολα θα ικανοποιεί οποιαδήποτε πλευρά.

Η σημερινή σύνοδος ακολουθεί τη συνάντηση του Τραμπ με τον Πούτιν στην Αλάσκα την Παρασκευή, η οποία προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος υποδέχθηκε με θερμό χειροκρότημα τον Ρώσο ομόλογό του, που κατηγορείται για εγκλήματα πολέμου. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Τραμπ προσέφερε σημαντικά συμβολικά και διαδικαστικά ανταλλάγματα στον Πούτιν, χωρίς να αναλάβει σαφείς δημόσιες δεσμεύσεις.

Ευρωπαϊκές ανησυχίες και μήνυμα προς Ζελένσκι

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι ο Πούτιν έχει ζητήσει από την Ουκρανία να παραδώσει τμήματα της στρατηγικής και οικονομικά σημαντικής περιοχής του Ντονμπάς, η οποία δεν έχει κατακτηθεί από τις ρωσικές δυνάμεις σε τρεισήμισι χρόνια πολέμου. Η αποδοχή ενός τέτοιου αιτήματος θεωρείται αδύνατη για τον Ζελένσκι, τόσο πολιτικά όσο και στρατηγικά.

Ο Τραμπ, μέσω κοινωνικών δικτύων, τόνισε την Κυριακή ότι «σημειώνεται μεγάλη πρόοδος», ενώ σε τηλεοπτική δήλωσή του προειδοποίησε την Ουκρανία να «κλείσει μια συμφωνία», υπογραμμίζοντας τη στρατιωτική υπεροχή της Ρωσίας. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, με ανάρτηση στο Truth Social, τόνισε ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και ότι ο Ζελένσκι μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο άμεσα, αν το επιθυμεί. Η στάση αυτή προκάλεσε ανησυχία στο Κίεβο και σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, εντείνοντας τους φόβους ότι ο Τραμπ μπορεί να επιχειρήσει να επιβάλει την οπτική του Πούτιν.

Ο ρόλος των ΗΠΑ και η ευρωπαϊκή διάσταση

Σύμφωνα με τον Τζος Ρούντολφ, διευθύνοντα σύμβουλο του German Marshall Fund, η προσέγγιση Τραμπ ανέδειξε ότι ο Πούτιν —και όχι οι Ουκρανοί ή οι Ευρωπαίοι— είναι αυτός που αντιστέκεται σε τερματισμό του πολέμου χωρίς επιπλέον εδαφικές παραχωρήσεις. Παρά τις επικρίσεις για την Αλάσκα και τη φαινομενική συμπάθεια Τραμπ προς τον Πούτιν, ο Αμερικανός πρόεδρος παραμένει καθοριστικός παράγοντας για οποιαδήποτε πιθανή ειρηνευτική συμφωνία, καθώς η Ευρώπη δεν διαθέτει την ίδια επιρροή στον Ρώσο πρόεδρο.

Η άφιξη του Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο αναβιώνει μνήμες από την προηγούμενη επίσκεψή του τον Φεβρουάριο, ενώ αυτή τη φορά θα συνοδεύεται από τους ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Βρετανίας, της Ιταλίας, της Φινλανδίας, τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ και την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Φιόνα Χιλ, πρώην σύμβουλος Τραμπ για τη Ρωσία, υπογραμμίζει ότι «πρόκειται για το μέλλον της Ευρώπης και την ευρωπαϊκή ασφάλεια».

Παρασκήνιο και πιθανές εξελίξεις

Στην Αλάσκα, ο Πούτιν και ο Τραμπ ζήτησαν αναθεώρηση των «αιτίων του πολέμου», περιλαμβάνοντας μεταξύ άλλων την απομάκρυνση του Ζελένσκι, τη μείωση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και την απόσυρση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ από την Ανατολική Ευρώπη. Ο Μάρκο Ρούμπιο, υπουργός Εξωτερικών και σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ, εμφανίστηκε πιο επιφυλακτικός, υπογραμμίζοντας ότι «υπάρχουν ακόμη μεγάλες διαφορές και δεν βρισκόμαστε στο χείλος μιας ειρηνευτικής συμφωνίας».

Στη σύνοδο κορυφής του Λευκού Οίκου θα συμμετάσχουν οι ηγέτες Εμανουέλ Μακρόν, Φρίντριχ Μερτς, Τζόρτζια Μελόνι, Κιρ Στάρμερ, Αλεξάντερ Στουμπ, Μαρκ Ρούτε και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Ο Τραμπ διατηρεί προσωπικές σχέσεις με αρκετούς από αυτούς, ενώ η στάση του μετά τις επικρίσεις για την υποδοχή του Πούτιν θα είναι καθοριστική για την εξέλιξη της συνάντησης.

Ο Γουίτκοφ υπερασπίστηκε τον Τραμπ, επισημαίνοντας ότι ο Πούτιν αποδέχθηκε μια συμφωνία ασφαλείας παρόμοια με το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, χωρίς όμως να σχετίζεται άμεσα με αυτό, και ότι έγιναν παραχωρήσεις σε αρκετές περιοχές, χωρίς όμως να παρέχονται λεπτομέρειες.