Ο Τσάρλι Χόπκινς, σήμερα 93 ετών και κάτοικος Φλόριντα, θυμάται περισσότερο από όλα τη «νεκρική σιγή» που επικρατούσε στη διαβόητη φυλακή του Αλκατράζ, όπου πέρασε τρία χρόνια της ζωής του.

Το 1955 ο Χόπκινς μεταφέρθηκε στο Αλκατράζ, τη φημισμένη φυλακή σε ένα απομονωμένο νησί ανοιχτά του Σαν Φρανσίσκο, για να εκτίσει ποινή 17 ετών για απαγωγή και ληστεία, αφού είχε δημιουργήσει προβλήματα σε άλλες φυλακές.

Καθώς έπεφτε για ύπνο το βράδυ στο κελί του, το μόνο που άκουγε ήταν το σφύριγμα των πλοίων που περνούσαν. «Αυτός είναι ένας μοναχικός ήχος», είπε. «Σου θυμίζει τον Χανκ Ουίλιαμς να τραγουδά “I’m so lonesome I could cry”», λέει.

Πρόσφατα, τα Εθνικά Αρχεία του Σαν Φρανσίσκο τον ενημέρωσαν πως πιθανόν είναι ο τελευταίος επιζών πρώην κρατούμενος του Αλκατράζ. Ένας ακόμα πρώην κρατούμενος, ο Ουίλιαμ Μπέικερ, φαινόταν να είναι εν ζωή μέχρι πέρσι.

Σε συνέντευξή του στο BBC, ο Χόπκινς περιέγραψε τη ζωή στο Αλκατράζ, που αποτέλεσε σκηνικό της ταινίας «The Rock», όπου έκανε παρέα με διαβόητους γκάνγκστερ και συμμετείχε σε αποτυχημένο σχέδιο απόδρασης.

Παρόλο που η φυλακή έχει κλείσει εδώ και δεκαετίες, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε πρόσφατα ότι θέλει να την επαναλειτουργήσει ως ομοσπονδιακή φυλακή.

Ο Χόπκινς μεταφέρθηκε από φυλακή της Ατλάντα το 1955 και θυμάται το Αλκατράζ ως καθαρό αλλά λιτό. Δεν υπήρχε ραδιόφωνο εκείνη την εποχή, παρά μόνο λίγα βιβλία. «Δεν υπήρχε τίποτα να κάνεις», είπε. «Μπορούσες να περπατάς πέρα δώθε στο κελί σου ή να κάνεις κάμψεις», συμπλήρωσε.

Εργαζόταν καθαρίζοντας τους χώρους της φυλακής, σκουπίζοντας και γυαλίζοντας τα πατώματα «μέχρι να αστράψουν».

Η καταδίκη του ήρθε το 1952 στο Τζάκσονβιλ της Φλόριντα για συμμετοχή σε ληστείες και απαγωγές. Ήταν μέλος ομάδας που έπαιρνε ομήρους για να ξεφύγει από μπλόκα και να κλέψει αυτοκίνητα.

Στο Αλκατράζ είχε για γείτονες μερικούς από τους πιο διαβόητους εγκληματίες: τον Αλ Καπόνε, τον Ρόμπερτ Στράουντ, γνωστό ως «ο άνθρωπος με τα πουλιά του Αλκατράζ» και τον βαρόνο του εγκλήματος, Τζέιμς «Γουάιτι» Μπάλτζερ.

Το νησί των 22 στρεμμάτων, σε απόσταση περίπου 2 χλμ. από το Σαν Φρανσίσκο, περιβάλλεται από παγωμένα νερά με ισχυρά ρεύματα. Αρχικά λειτούργησε ως αμυντικό ναυτικό οχυρό, στη συνέχεια ως στρατιωτική φυλακή και τη δεκαετία του 1930 πέρασε στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ως απάντηση στην αύξηση του οργανωμένου εγκλήματος.

Παρά τα αυστηρά μέτρα ασφαλείας, ο Χόπκινς κατάφερε να εμπλακεί σε μπελάδες και πέρασε πολλές μέρες στην απομόνωση, στο αποκαλούμενο «D Block», όπου κρατούνταν οι απείθαρχοι κρατούμενοι.

Η μεγαλύτερη παραμονή του εκεί, έξι μήνες, συνέβη όταν προσπάθησε να βοηθήσει άλλους κρατούμενους, μεταξύ των οποίων και τον διαβόητο ληστή τραπεζών, Φόρεστ Τάκερ, να αποδράσουν. Έκλεψαν σιδηροπρίονα από το ηλεκτρολογείο της φυλακής, για να κόψουν τα κάγκελα στην υπόγεια κουζίνα, όμως τα εργαλεία βρέθηκαν στα κελιά των συγκρατουμένων του.

«Μερικές μέρες αφού τους έκλεισαν, με έκλεισαν κι εμένα», είπε.

Όμως ο Τάκερ δεν σταμάτησε. Το 1956, κατά τη μεταφορά του σε νοσοκομείο για εγχείρηση, μαχαίρωσε τον αστράγαλό του με μολύβι για να του αφαιρέσουν τις χειροπέδες. Κατά τη μεταφορά του για ακτινογραφία, ακινητοποίησε το προσωπικό και το έσκασε. Συνελήφθη μερικές ώρες αργότερα, φορώντας ακόμη την ιατρική ρόμπα, σε ένα χωράφι με καλαμπόκια.

Καθώς αυξάνονταν οι απόπειρες απόδρασης, οι υπεύθυνοι ενίσχυσαν τα μέτρα ασφαλείας. «Όταν έφυγα το 1958, τα μέτρα ήταν τόσο αυστηρά που δεν μπορούσες να ανασάνεις», ανέφερε.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Εθνικών Πάρκων, καταγράφηκαν συνολικά 14 απόπειρες απόδρασης από 36 κρατούμενους.

Η πιο διάσημη από αυτές ήταν το 1962, όταν ο Φρανκ Μόρις και οι αδελφοί Κλάρενς και Τζον Άνγκλιν απέδρασαν βγαίνοντας από το σύστημα εξαερισμού. Δεν βρέθηκαν ποτέ, με το FBI να εκτιμά ότι πνίγηκαν στα παγωμένα νερά.

Έναν χρόνο αργότερα η φυλακή έκλεισε οριστικά, καθώς η κυβέρνηση έκρινε ότι ήταν πιο οικονομικό να κατασκευαστούν νέες φυλακές από το να συντηρηθεί το απομακρυσμένο νησί.

Σήμερα, το Αλκατράζ λειτουργεί ως μουσείο και προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως, αποφέροντας περίπου 60 εκατομμύρια δολάρια στους συνεργάτες του πάρκου.

Το κτίριο, όμως, είναι πλέον ερειπωμένο: με ξεφλουδισμένα χρώματα, σκουριασμένους σωλήνες και διαλυμένες τουαλέτες στα μικροσκοπικά κελιά. Η κατασκευή της κύριας εγκατάστασης ξεκίνησε το 1907 και περισσότερο από έναν αιώνα έκθεσης στα στοιχεία της φύσης έχει καταστήσει το κτίριο ακατοίκητο.

Ο Τραμπ δήλωσε πως θέλει να το επαναλειτουργήσει «για τους πιο αδίστακτους και βίαιους εγκληματίες». «Το Αλκατράζ αντιπροσωπεύει κάτι πολύ ισχυρό – τον νόμο και την τάξη», είπε.

Ωστόσο, ειδικοί και ιστορικοί χαρακτηρίζουν την πρόταση ουτοπική, αφού θα απαιτούνταν δισεκατομμύρια για την αποκατάσταση και προσαρμογή του στις σύγχρονες προδιαγραφές.

Ο Χόπκινς συμφωνεί. «Θα ήταν πάρα πολύ ακριβό», είπε. «Εκείνη την εποχή, τα λύματα πήγαιναν στη θάλασσα. Θα έπρεπε να βρουν άλλο τρόπο να το διαχειριστούν».

Ο Χόπκινς έφυγε από το Αλκατράζ πέντε χρόνια πριν από το κλείσιμο, καθώς μεταφέρθηκε σε φυλακή στο Σπρίνγκφιλντ του Μισούρι, όπου του χορηγήθηκαν ψυχιατρικά φάρμακα που τον βοήθησαν να βελτιώσει τη συμπεριφορά του και να αντιμετωπίσει ψυχολογικά προβλήματα.

Παρότι δηλώνει ένθερμος υποστηρικτής του Τραμπ, δεν πιστεύει ότι η πρόταση είναι σοβαρή. «Δεν θέλει πραγματικά να το ανοίξει», είπε. «Απλώς θέλει να περάσει ένα μήνυμα στο κοινό» για την τιμωρία των εγκληματιών και των παράνομων μεταναστών.

Ο Χόπκινς αποφυλακίστηκε το 1963, εργάστηκε αρχικά σε σταθμό φορτηγών και στη συνέχεια σε άλλες δουλειές, επιστρέφοντας στη Φλόριντα, όπου έχει σήμερα μια κόρη και έναν εγγονό.

Μετά από δεκαετίες περισυλλογής για τα εγκλήματά του και τη ζωή στο Αλκατράζ, έγραψε ένα αυτοβιογραφικό έργο 1.000 σελίδων, αφιερώνοντας σχεδόν τις μισές στις προβληματικές του συμπεριφορές. «Δεν θα πιστεύατε πόσα προβλήματα τους προκάλεσα όταν ήμουν εκεί», είπε. «Τώρα βλέπω καθαρά ότι είχα προβλήματα».