Κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, ορισμένες αρχαίες τεχνολογίες έχουν εντυπωσιάσει τους ερευνητές με την πολυπλοκότητα, την ακρίβεια και την ευρηματικότητά τους και συχνά ήταν πολύ πιο προηγμένες από ό,τι θα περίμενε κανείς για την εποχή τους. Ας εξετάσουμε λοιπόν μερικές από τις πιο σημαντικές.
Ρωμαϊκό τσιμέντο
Μπορεί να μην είναι το πρώτο που έρχεται στο μυαλό μας όταν σκεφτόμαστε τις διάφορες τεχνολογίες της αρχαιότητας, ωστόσο πολλά από τα σπουδαία αρχιτεκτονικά έργα της αρχαίας Ρώμης δεν θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί χωρίς το περίφημο ρωμαϊκό σκυρόδεμα. Γνωστό επίσης ως opus caementicium, ήταν ένα μείγμα υδραυλικού τσιμέντου που σκλήραινε με την επίδραση του νερού.
Η προέλευση αυτού του είδους τσιμέντου ανάγεται στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη. Τα υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν ασβέστης και ηφαιστειακή τέφρα, τα οποία αντιδρούσαν αργά μεταξύ τους με την παρουσία νερού, σχηματίζοντας μια σκληρή μάζα.
Η παλαιότερη αναφορά στο ρωμαϊκό σκυρόδεμα που είναι γνωστή χρονολογείται, σύμφωνα με το Bigthink, στο 25 π.Χ. και προέρχεται από ένα χειρόγραφο με τίτλο «Δέκα Βιβλία για την Αρχιτεκτονική», γραμμένο από τον αρχιτέκτονα και μηχανικό Βιτρούβιο. Ο Βιτρούβιος συνιστά στους κατασκευαστές να χρησιμοποιούν ηφαιστειακή τέφρα από την πόλη Ποτσουόλι της Νάπολης, γνωστή ως pozzolana ή στα λατινικά pulvis puteolanus. Η pozzolana θα πρέπει να αναμειγνύεται με ασβέστη σε αναλογία 3:1 ή 2:1, εάν η κατασκευή βρίσκεται κάτω από το νερό.
Όταν ο Βιτρούβιος έγραψε τα «Δέκα Βιβλία για την Αρχιτεκτονική», το ρωμαϊκό σκυρόδεμα θεωρούνταν ακόμη μια καινοτομία και χρησιμοποιούνταν αρκετά σπάνια. Αυτό άλλαξε το 64 μ.Χ., όταν μια αστική πυρκαγιά κατέστρεψε τα δύο τρίτα της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας. Ο οικοδομικός κώδικας του αυτοκράτορα Νέρωνα απαιτούσε ισχυρότερα θεμέλια, έτσι έγινε η μετάβαση στο ρωμαϊκό σκυρόδεμα και κατέστη δυνατή η ανέγερση αρχιτεκτονικών έργων όπως το Πάνθεον.
Υγρό πυρ
Πρόκειται ίσως για μια από τις πιο διάσημες εφευρέσεις της Βυζαντινής ή Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και έχει εμπνεύσει ακόμα και σκηνές από τη διάσημη σειρά του HBO, Game of Thrones.
Όταν ο στόλος του Χαλιφάτου των Ουμαγιαδών επιχείρησε να πολιορκήσει τη βυζαντινή πόλη της Κωνσταντινούπολης το 674, τα πλοία τους τυλίχθηκαν σε φλόγες που δεν μπορούσαν να σβήσουν. Μάλιστα λέγεται πως, ακόμα και όταν στόλος τους καταστράφηκε ολοσχερώς, η ίδια η θάλασσα συνέχισε να «καίγεται».
Αυτή η καταιγιστική εφεύρεση έμεινε στην ιστορία ως υγρό ή ελληνικό ή ρωμαϊκό πυρ. Καμία συνταγή δεν έχει διασωθεί, αλλά οι ιστορικοί εικάζουν ότι μπορεί να περιλάμβανε πετρέλαιο, θείο ή πυρίτιδα. Από τα τρία, το πετρέλαιο φαίνεται ως η πιο πιθανή επιλογή, καθώς η πυρίτιδα δεν ήταν ευρέως διαθέσιμη στη Μικρά Ασία πριν από τον 14ο αιώνα και το θείο δεν διέθετε την καταστροφική δύναμη που περιγράφουν οι Άραβες παρατηρητές.
Ωστόσο, αυτό που κάνει το υγρό πυρ τόσο εντυπωσιακό δεν είναι η χημική του σύνθεση, αλλά ο σχεδιασμός της αντλίας πίεσης που χρησιμοποιούσαν οι Βυζαντινοί για να το εκτοξεύουν προς τους εχθρούς τους. Μάλιστα σύμφωνα με τον Βρετανό ιστορικό, John Haldon, σε ένα δοκίμιο με τίτλο «Greek Fire Revisited», οι ερευνητές δυσκολεύονται να ανακατασκευάσουν μια ακριβή αντλία που θα μπορούσε να προωθήσει το περιεχόμενο σε αρκετή απόσταση, ώστε να είναι χρήσιμο σε ναυμαχίες.
Το πρώτο σεισμοσκόπιο
Το 132 μ.Χ. ο εφευρέτης, αυτοκρατορικός ιστορικός και βασιλικός αστρονόμος, Ζανγκ Χενγκ, παρουσίασε την εντυπωσιακή του μηχανή ανίχνευσης σεισμών, ή σεισμοσκόπιο, στην αυλή της Δυναστείας των Χαν. Το σεισμοσκόπιο, σύμφωνα με περιγραφές, είχε κυλινδρικό σχήμα με οκτώ κεφαλές δράκων τοποθετημένες στο επάνω μέρος του και καθεμία είχε μια σφαίρα στο στόμα. Κάτω από κάθε κεφαλή βρισκόταν το ομοίωμα ενός βατράχου. Όταν συνέβαινε ένας σεισμός, μια σφαίρα έπεφτε από το στόμα ενός δράκου και κατέληγε στο στόμα του αντίστοιχου βατράχου, παράγοντας έναν ήχο.
Ο τρόπος που λειτουργούσε ο μηχανισμός που προκαλούσε την πτώση της σφαίρας σε περίπτωση σεισμού παραμένει άγνωστος. Πάντως, το thoughtco υποστηρίζει ότι μια λεπτή ράβδος ήταν τοποθετημένη στο κέντρο του κυλίνδρου. Ο σεισμός προκαλούσε την πτώση της ράβδου προς την κατεύθυνση του σεισμικού κύματος, «ενεργοποιώντας» έτσι έναν από τους δράκους που άνοιγε το στόμα του και απελευθέρωνε τη χάλκινη σφαίρα.
Μια άλλη θεωρία προτείνει ότι από το καπάκι του οργάνου κρεμόταν μια ράβδος σαν εκκρεμές, που ήταν ελεύθερα αιωρούμενη. Όταν το εκκρεμές ταλαντευόταν αρκετά ώστε να χτυπήσει την πλευρά του κυλίνδρου, προκαλούσε τον πλησιέστερο δράκο να απελευθερώσει τη σφαίρα του.
Υδραγωγεία
Ιστορικά, τα υδραγωγεία χρησιμοποιούταν για να μην μολύνεται το πόσιμο νερό από ανθρώπινα απόβλητα και βελτίωναν σημαντικά τη δημόσια υγεία σε πόλεις με πρωτόγονα συστήματα αποχέτευσης.
Παρόλο που οι Ρωμαίοι θεωρούνται οι σπουδαιότεροι κατασκευαστές υδραγωγείων της αρχαιότητας, παρόμοια συστήματα χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Περσία, την Ινδία, την Αίγυπτο και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής εκατοντάδες χρόνια νωρίτερα.
Το περίπλοκο σύστημα που εξυπηρετούσε την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αποτελεί ένα μεγάλο επίτευγμα μηχανικής. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Britannica σε διάστημα 500 ετών -από το 312 π.Χ. έως το 226 μ.Χ.- κατασκευάστηκαν 11 υδραγωγεία που μετέφεραν νερό στη Ρώμη από αποστάσεις έως και 92 χιλιόμετρα. Κάποια από αυτά τα υδραγωγεία εξακολουθούν να λειτουργούν μέχρι σήμερα. Ωστόσο, σε αντίθεση με την εικόνα που έχουμε για τα υδραγωγεία, δηλαδή τεράστιες κατασκευές που εκτείνονταν κατά μήκος βουνών και πεδιάδων, στην πραγματικότητα μόνο ένα τμήμα του υδραγωγείου της Ρώμης διέσχιζε κοιλάδες πάνω σε πέτρινα τόξα (50 χλμ. από τα συνολικά περίπου 420 χλμ.).
Το υπόλοιπο αποτελούνταν από υπόγειους αγωγούς. Αυτοί ήταν φτιαγμένοι κυρίως από πέτρα και πήλινους σωλήνες. Το νερό έφτανε στην πόλη μόνο με τη δύναμη της βαρύτητας και συνήθως περνούσε μέσα από μια σειρά δεξαμενών διανομής εντός της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο τροφοδοτούνταν οι φημισμένες ρωμαϊκές κρήνες και λουτρά. Γενικά, το νερό δεν αποθηκευόταν και το περίσσευμα χρησιμοποιούνταν για το ξέπλυμα των υπονόμων, συμβάλλοντας στην καθαριότητα της πόλης.
Μηχανισμός των Αντικυθήρων
Καμία λίστα με τεχνολογίες της αρχαιότητας δεν θα ήταν ολοκληρωμένη χωρίς να γίνει αναφορά στον Μηχανισμό των Αντικυθήρων. Πρόκειται όμως για ένα χρηστικό εργαλείο ή για κάποιο παιχνίδι των πλουσίων των αρχαίων χρόνων;
Τα απομεινάρια αυτού του αρχαίου «υπολογιστή», που εκτίθενται τώρα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα, ανασύρθηκαν το 1901 από το ναυάγιο ενός εμπορικού πλοίου που βυθίστηκε στο πρώτο μισό του 1ου αιώνα π.Χ., κοντά στο νησί των Αντικυθήρων στη Μεσόγειο Θάλασσα.
Στην πρόσοψη του μηχανισμού υπήρχε ένας μεγάλος δείκτης όπου απεικονίζεται η θέση του Ήλιου και της Σελήνης στο ζώδιο, καθώς και μια ημιδιαφανής σφαίρα για την απεικόνιση των φάσεων της Σελήνης. Στο πίσω μέρος του μηχανισμού υπήρχαν δύο μεγάλοι δίσκοι.
Ουσιαστικά θεωρείται πως αυτός ο ιδιαίτερος μηχανισμός χρησίμευε για την πρόβλεψη ουράνιων φαινομένων και για την παρακολούθηση διάφορων κύκλων όπως οι εκλείψεις και οι θέσεις των πλανητών. Σε κάθε περίπτωση, ο ακριβής σκοπός του Μηχανισμού των Αντικυθήρων παραμένει, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Britannica, υποθετικός. Επίσης, δεν είναι γνωστό αν αυτή η απίστευτα προηγμένη, για την εποχή της, τεχνολογία είχε αξιοποιηθεί και σε άλλες περιπτώσεις στον αρχαίο ελληνορωμαϊκό κόσμο.
Από πολύπλοκους μηχανισμούς μέχρι προηγμένα έργα αρχιτεκτονικής, οι παραπάνω καινοτόμες τεχνολογίες έρχονται για να αμφισβητήσουν την εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας για τις δυνατότητες των πρώιμων πολιτισμών και αποκαλύπτουν πόση γνώση έχει αποκτηθεί, αλλά και χαθεί, μέσα στους αιώνες.