Ποια ήταν η χειρότερη χρονιά στην ιστορία της ανθρωπότητας; Εξετάζοντας μονάχα καθαρά στατιστικά, θα μπορούσε κάποιος να πει με σιγουριά πως ήταν το έτος 1349, που σημειώθηκε η κορύφωση του Μαύρου Θανάτου, που θεωρείται η φονικότερη πανδημία στην ανθρώπινη ιστορία και σκότωσε εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.

Άλλοι θα έλεγαν πως ήταν το έτος 1918, όπου ύστερα από την ολοκλήρωση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενός από τους καταστροφικότερους πολέμους όλων των εποχών η ισπανική γρίπη, σκότωσε περίπου 50 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, μολύνθηκαν έως και 500 εκατομμύρια άνθρωποι.

Ισπανική γρίπη
Εθελόντριες νοσοκόμες από τον Ερυθρό Σταυρό των ΗΠΑ φροντίζουν ασθενείς με γρίπη στο Δημοτικό Αμφιθέατρο του Όκλαντ το 1918, Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου.

Ωστόσο, ανάμεσα σε όλες αυτές τις «ολέθριες» χρονιές, ξεχωρίζει το έτος 536 μ.Χ., καθώς υπήρξε η αφετηρία μιας σειράς από φυσικές καταστροφές και επιδημίες που σήμαναν την αρχή του τέλους για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Το 527 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός και η αυτοκράτειρα Θεοδώρα στέφθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής ή Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Britanica, μέχρι το 534 ο νέος αυτοκράτορας είχε κωδικοποιήσει αιώνες ρωμαϊκού αστικού δικαίου και νομικής επιστήμης στον περίφημο Ιουστινιάνειο Κώδικα, που μέχρι και σήμερα αποτελεί θεμέλιο του αστικού δικαίου για πολλές χώρες.

Στη συνέχεια ο Ιουστινιανός έστρεψε την προσοχή τους προς τη Δύση και έστειλε τα στρατεύματά του δυτικά, όπου, μέσα από μια σειρά θεαματικών στρατιωτικών επιτυχιών, ανέκτησαν μεγάλο μέρος της Δυτικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων της Ιταλίας και της Βόρειας Αφρικής, που είχαν χαθεί κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών.

Ιουστινιανός
Μωσαϊκό του Ιουστινιανού Α’ (με φωτοστέφανο) με αξιωματούχους της αυλής, τον Επίσκοπο Μαξιμιανό, φρουρούς και διακόνους.

Ωστόσο, όλα άλλαξαν το 536 μ.Χ. Ο ήλιος σκοτείνιασε, οι καλλιέργειες σταμάτησαν να αναπτύσσονται και τα οικοσυστήματα βρέθηκαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Στα γραπτά αρχεία της εποχής, Ρωμαίοι και Κινέζοι λόγιοι περιγράφουν απόκοσμους, άχρωμους ουρανούς, χιονοπτώσεις εκτός εποχής και μαζικούς λιμούς.

Οι επιστήμονες θεωρούν ότι μια ηφαιστειακή έκρηξη σε μεγάλο γεωγραφικό πλάτος -πιθανώς στην Ισλανδία ή την Αλάσκα– ήταν ο κύριος υπαίτιος για αυτήν την κλιματική καταστροφή, που σύμφωνα με το περιοδικό Forbes είχε ως αποτέλεσμα το έτος 536 να καθιερωθεί ως το «χειρότερο για να ζει κανείς».

Η θεωρία αυτή στηρίζεται περαιτέρω από μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Geophysical Research Letters τον Φεβρουάριο του 2008, όπου βρέθηκαν τεράστια αποθέματα θειικών αλάτων σε δείγματα πυρήνων πάγου από τη Γροιλανδία και την Ανταρκτική από αυτήν την περίοδο.

Παγόβουνο
Ανατολική Γροιλανδία, 15 Αυγούστου 2019

Το περιοδικό Forbes αναφέρει πως λιγότερο από μισή δεκαετία αργότερα, το ηφαίστειο Ιλοπάνγκο στο Ελ Σαλβαδόρ εξερράγη το 539 ή 540 μ.Χ., επιφέροντας ένα δεύτερο ισχυρό πλήγμα που ενίσχυσε και παρέτεινε το παγκόσμιο φαινόμενο ψύξης.

Σε συνδυασμό με τη μυστηριώδη έκρηξη του 536 μ.Χ., που είχε προηγηθεί μόλις λίγα χρόνια πριν, το σωρευτικό αποτέλεσμα των δύο εκρήξεων οδήγησε σε κατακόρυφη πτώση της παγκόσμιας θερμοκρασίας έως και 2°C (3,6°F).

Οι ακτίνες του Ήλιου εκτράπηκαν μακριά από την επιφάνεια της Γης, η φωτοσύνθεση επιβραδύνθηκε ραγδαία και οι αποτυχίες των καλλιεργειών εξαπλώθηκαν σε ολόκληρες ηπείρους. Οι τροφικές αλυσίδες κατέρρευσαν, οι πληθυσμοί θαλάσσιου φυτοπλαγκτού μειώθηκαν και η χερσαία βλάστηση μαράθηκε.

Στις ανθρώπινες κοινωνίες, οι ελλείψεις σε σιτηρά οδήγησαν σε εκτεταμένο λιμό.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μετά ήρθε και η πανούκλα. Το περιοδικό Forbes αναφέρει πως η εξασθενημένη κατάσταση των παγκόσμιων οικοσυστημάτων και ο αυξημένος πληθυσμούς των τρωκτικών ίσως συνέβαλε στην εξάπλωση μίας από τις φονικότερες πανδημίες στην ιστορία.

Η «Πανούκλα του Ιουστινιανού», όπως έγινε ευρέως γνωστή αργότερα, πιστεύεται ότι ξεκίνησε από την Κίνα και έφτασε στην Κωνσταντινούπολη το 542 μέσω πλοίων με σιτηρά από την Αίγυπτο, πριν εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, την Ευρώπη και την Περσική Αυτοκρατορία.

Θεοδώρα
Η σύζυγος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, Θεοδώρα, με τη συνοδεία της, κρατώντας ένα ποτήρι Θείας Κοινωνίας.

Ο ιστορικός Προκόπιος περιγράφει την προέλευση, τα συμπτώματα, την εξάπλωση και τις αντιδράσεις απέναντι στην πανούκλα, την οποία αποδίδει κυρίως στη δυσμένεια του Θεού για τη διακυβέρνηση του αυτοκράτορα Ιουστινιανού.

«Η πανούκλα επιτέθηκε σε μερικούς το καλοκαίρι, σε άλλους το χειμώνα και σε άλλους σε άλλες εποχές του χρόνου», γράφει ο Προκόπιος που στη συνέχεια αναφέρει πως οι μολυσμένοι ανέπτυξαν εξουθενωτικά συμπτώματα, από βαθύ κώμα μέχρι έμετο αίματος και βίαιο παραλήρημα, προκαλώντας εξίσου δυσκολία σε εκείνους που ήταν αρκετά γενναίοι για να τους φροντίσουν.

Τόσο πολλοί πέθαναν, που ακόμα και «μερικοί από τους εξέχοντες άνδρες της πόλης (…) παρέμειναν άταφοι για πολλές ημέρες».

Στη συνέχεια ο Προκόπιος αναφέρει πως οι ομαδικοί τάφοι ξεχείλισαν, πολλοί πύργοι των οχυρώσεων της πόλης γέμισαν με πτώματα ή οι νεκροί απλώς ρίχτηκαν στη γειτονική θάλασσα.

Ο αναπληρωτής καθηγητής του πανεπιστημίου της Μελβούρνης, Frederik Vervaet, γράφει πως ο ισχυρισμός του Προκοπίου ότι «ολόκληρο το ανθρώπινο γένος πλησίασε στον αφανισμό» επαναλαμβάνεται στο έργο του Ιωάννη της Εφέσου, «Εκκλησιαστική Ιστορία», που ήταν αυτόπτης μάρτυρας, και αναφέρει ότι πάνω από 300.000 νεκροί απομακρύνθηκαν μόνο από τους δρόμους της Κωνσταντινούπολης.

Σύμφωνα με τον Vervaet, σε αντίθεση με τον Προκόπιο που γράφει πως ο Ιουστιανός συνέχισε να φορολογεί αδιάκοπα τους επιζώντες, όχι για να φροντίσει τους αρρώστους και τους ετοιμοθάνατους, αλλά για να συνεχίσει τα οικοδομικά του έργα, η εκτίμηση του Ιωάννη της Εφέσου, ήταν πιο ευνοϊκή για τον αυτοκράτορα.

Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη)
Ο Προκόπιος λέει πως ο Ιουστινιανός έφτιαξε εκκλησίες όπως η Αγία Σοφία με την ελπίδα να κατευνάσει την οργή του Θεού.

Ο Ιωάννης περιγράφει πώς ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα οργάνωσαν μαζικές ταφές σε ομαδικούς τάφους, πληρώνοντας με υπέρογκα ποσά, «έως και μία λίβρα χρυσού την ημέρα και έως 100 δηνάρια», όσους ήταν ικανοί και πρόθυμοι να εργαστούν.

Ο Vervaet εξηγεί ότι η επισιτιστική και υγειονομική κρίση που αντιμετώπισε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία προκάλεσαν ένα συντριπτικό πλήγμα στην προσπάθεια του Ιουστινιανού να αποκαταστήσει τη Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το μεγαλύτερο μέρος της Ισπανίας και ολόκληρη η Γαλατία ήταν πλέον οριστικά εκτός ορίων.

Για το υπόλοιπο της μακράς βασιλείας του, οι αποδυναμωμένοι στρατοί του πάλευαν να διατηρήσουν τον εύθραυστο έλεγχο όσων είχαν ήδη κατακτήσει. Λίγο μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού τον Νοέμβριο του 565, μεγάλο μέρος της Ιταλίας χάθηκε για πάντα αυτή τη φορά από στους Γερμανικούς Λομβαρδούς.

Πάντως, παρόλο που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν κατάφερε ποτέ να ανακτήσει την πλειονότητα των εδαφών της, το γεγονός πως μετά από μια τέτοιου είδους «βιβλική» καταστροφή συνέχισε να υπάρχει για σχεδόν μία χιλιετία υποδηλώνει την τεράστια ιστορική της σημασία.