Στα προκριματικά για το Μουντιάλ του 1986 η Αργεντινή με το Περού έπαιξαν στον ίδιο όμιλο με Κολομβία και Βενεζουέλα. Θεωρητικά, η Αργεντινή ήταν το μεγάλο φαβορί και το Περού ακολουθούσε. Τα πράγματα όμως δεν ξεκίνησαν καλά για τους «Ίνκας». Ηττήθηκαν στο πρώτο ματς της Μπογκοτά από την Κολομβία και παρότι νίκησαν δύσκολα 1-0 στην έδρα της Βενεζουέλας, αναδείχθηκαν ισόπαλοι χωρίς τέρματα με την Κολομβία στην έδρα τους. Οι «καφετέρος» έτσι βρέθηκαν από πάνω. Ο Μόισες Μπάρακ, εκ των κορυφαίων τεχνικών του ποδοσφαίρου της χώρας, αποτέλεσε παρελθόν, πληρώνοντας το μάρμαρο. Επόμενο ματς για τους «ερυθρόλευκους» ήταν με την Βενεζουέλα και στη συνέχεια ακολουθούσε η Αργεντινή. Και όλα έδειχναν ότι το παιχνίδι με την αλμπισελέστε θα ήταν κρίσιμο. Η διαδοχή του λοιπόν στον πάγκο δεν ήταν εύκολο πράγμα, καθώς κανείς δεν έδειχνε διατεθειμένος να πάρει το ρίσκο και να ξεκινήσει με στραπάτσο από τον Μαραντόνα και την παρέα του. Το έκανε, τελικά, ο Ρομπέρτο Τσάλε. Αγαπημένο παιδί της Ουνιβερσιτάριο, στην οποία μάλιστα ήταν προπονητής μέχρι και πριν από λίγο καιρό, καθώς επέστρεψε το 2015, φόρεσε τη φανέλα της εθνικής 48 φορές τον καιρό που έπαιζε μπάλα. Όταν ανέλαβε την εθνική είχε προπονητική εμπειρία τεσσάρων ετών, στην οποία είχε αλλάξει πέντε ομάδες. Το κεφάλι στη φωτιά Ο Τσάλε, ο οποίος είχε το παρατσούκλι «τρομερό παιδί», άλλαξε αμέσως το κλίμα στην ομάδα. Απελευθέρωσε τους ποδοσφαιριστές του και εκείνοι ξέσπασαν με την Βενεζουέλα, επικρατώντας 4-1. Το κακό ξεκίνημα άνηκε στο παρελθόν και η ψυχολογία ήταν πλέον με το μέρος των «Ίνκας», που είχαν μπροστά τους μια τεράστια πρόκληση. Και ο νέος τεχνικός επινόησε ένα ριζοσπαστικό πλάνο. Ένα πλάνο που είτε με τον έναν, είτε με τον άλλον τρόπο, θα έγραφε ιστορία. Ο Nino Terrible ένα είχε μελετήσει τον τρόπο που οι Βενεζουελάνοι έκαναν τη ζωή δύσκολη στον Ντιέγο με προσωπικό μαρκάρισμα. Αποφάσισε, λοιπόν, ότι πρέπει να θυσιάσει έναν ποδοσφαιριστή για να κρατήσει τον καλύτερο παίκτη του κόσμου σε χαμηλά επίπεδα απόδοσης. Ένας από τους «στρατιώτες» του δεν θα είχε κανέναν άλλο ρόλο μέσα στο γήπεδο, πέραν του να σβήσει τον Ντιεγίτο. Τόσο αγωνιστικά, όσο και να του σπάσει τα νεύρα, να τον κάνει να χάσει την αυτοσυγκέντρωσή του και να ξεχάσει τις εμπνεύσεις που μπορούσαν να τσακίσουν κάθε σχέδιο στο δευτερόλεπτο. Και για να τα καταφέρει, θα έπρεπε να το… έλεγε η καρδούλα του εκλεκτού. Να το ένιωθε, να ήταν πνευματικά έτοιμος να αφοσιωθεί 100% στη συγκεκριμένη, άχαρη δουλειά. Ο εθελοντής της καταστροφής Έτσι, ο προπονητής της Εθνικής στην προπόνηση πριν το ματς φώναξε σε όλους τους παίκτες του: «Ποιος θέλει να μαρκάρει τον Μαραντόνα κολλώντας πάνω του; Να ξεχάσει τη δημιουργία!». Σιωπή. Έπειτα από λίγα δευτερόλεπτα ο Λούτσο Ρέινα φώναξε «Εγώ». Και ο Τσάλε απάντησε: «Εσύ θα παίξεις». Το πρόβλημα ήταν πως έπρεπε να θυσιάσει κάποιον από τη μεσαία γραμμή του. Τον Κουέτο, τον Βελάσκες ή τον Ουρίμπε. Άφησε εκτός τον τελευταίο και όταν ο Ρέινα εμφανίστηκε στην αρχική σύνθεση της ομάδας του, ο κόσμος ψιθύριζε πως ο προπονητής τρελάθηκε. Το ματς της Λίμα συγκέντρωσε 46.000 θεατές και η κατάσταση ήταν πρωτόγνωρη τόσο για τον Ρέινα, όσο και για την ομάδα του Περού, που δεν είχε παίξει ποτέ ξανά με αυτόν τον τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι το 24′ ο μέσος των «Ίνκας» δεν είχε ακούμπησε μπάλα σε κατοχή της ομάδας του. Μάρκαρε τον Μαραντόνα ακόμα και όταν η ομάδα του είχε τη μπάλα, ενώ η κάμερα τον έπιανε συχνά-πυκνά να τραβάει τη φανέλα του Ντιέγο, ακόμα κι όταν η μπάλα παιζόταν σε άλλο σημείο του γηπέδου. Απέφυγε τα αντιαθλητικά μαρκαρίσματα που μπορούσαν να του στοιχίσουν τη συμμετοχή στο υπόλοιπο της αναμέτρησης, όπως για παράδειγμα αυτό του Καμίνο στον Φράνκο Ναβάρο, τον οποίο και έβγαλε νοκ-άουτ. Όμως ήταν επίμονος, πραγματική σκιά του «χρυσού» παιδιού και… έπαιζε πολύ με χέρια και με τράβηγμα φανέλας, μιας και οι κανονισμοί τότε δεν ήταν όπως τώρα και ο διαιτητής τις περισσότερες φορές δεν έβλεπε καν τι γινόταν. Το πλάνο απέδωσε, το Περού έβαλε το γκολ που χρειαζόταν έπειτα από φάση διαρκείας και κράτησε το μηδέν. Στο ματς του Μπουένος Άιρες πήρε αποτέλεσμα 2-2 και αναδείχθηκε δεύτερη στον ομίλο, μένοντας αήττητη για 180 λεπτά με την ομάδα που την επόμενη χρονιά κατέκτησε την κορυφή του κόσμου…

Όσον αφορά τον παίκτη που σταμάτησε τον Μαραντόνα; Έγινε ήρωας στη χώρα του και απολύτως αντιπαθής στην Αργεντινή. «Δεν αισθάνομαι ταυτισμένος με αυτό που έκανα τότε. Ήμουν απωθητικός, αντιπαθητικός. Δεν κατάλαβα ποτέ πως με ανέχτηκε ο Μαραντόνα. Ήμουν πολύ επιθετικός απέναντί του. Εγώ, αν ήμουν στη θέση μου, θα μου είχα ρίξει γροθιά», έλεγε ο ίδιος το 2.000 στην Clarin, τονίζοντας ότι δεν του αρέσει να μιλάει γι’ αυτό. «Ο κόσμος του Περού το απόλαυσε, αλλά όχι εγώ. Πολλές φορές τσακώνομαι με τους δημοσιογράφους του Περού, επειδή ξέρουν ότι δεν μου αρέσει να το συζητάω». Τα φώτα στον Μέσι Η μάχη της Αργεντινής με το Περού στο Μπομπονέρα για το Μουντιάλ του 2018 είναι κρίσιμη και οι αναμνήσεις από τον τρόπο που ο Λούτσο Ρέινα σταμάτησε τον Μαραντόνα αναβίωσαν, καθώς η μπιανκοσελέστε δεν έχει Ντιέγο, έχει όμως Λιονέλ. Ο Ρικάρντο Γκαρέκα δήλωσε: «Ο Μέσι είναι ένας ποδοσφαιριστής πέρα από κάθε συζήτηση, ο οποίος συγκεντρώνει το σεβασμό όλου του κόσμου. Πέραν από την μεγάλη σημασία της αναμέτρηση, για εμάς είναι πιο σημαντικό να απολαύσουμε τη στιγμή να να προσπαθήσουμε να ανταγωνιστούμε με τους καλύτερους του κόσμου. Γι’ αυτό και δεn θα υπάρξει κάποιο προσωπικό μαρκάρισμα». Τις πέντε φορές που ο Αργεντινός έχει τεθεί αντιμέτωπος με το Περού δεν έχει αντιμετωπιστεί ποτέ με man to man.

Προφανώς η έννοια του προσωπικού μαρκαρίσματος είναι διαφορετική σε σχέση με τότε, όπου ένας παίκτης μπορούσε να θυσιαστεί και να μην κάνει τίποτα άλλο στο γήπεδο. Φέτος, ο Μέσι είχε προσωπικό φρουρό τον Πάμπλο Μάφεο στο ματς με την Χιρόνα και τον Ροντρίγκο Μπατάλια σε αυτό με τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Σε αμφότερες τις αναμετρήσεις δεν σκόραρε. Ο Πέδρο Ακίνο, πάντως, βλέπει το προσωπικό μαρκάρισμα του Λέο ως μια τεράστια πρόκληση: «Θα μου άρεσε να φυλάω τον Μέσι. Είμαι έτοιμος. Έχω θετικό πνεύμα. Σίγουρα θα είναι το ματς της ζωής μου», τόνισε ο 22χρονος αμυντικός χαφ των Λόμπος… Πηγή: gazzetta.gr