Έναν ακόμη γύρο αντιπαράθεσης εκτιμάται ότι θα σημάνει η νέα προσφυγή των δικαστικών Ενώσεων οι οποίες στρέφονται κατά του νόμου 4571/2018 για τις δηλώσεις πόθεν έσχες.

Πέντε δικαστικές Ενώσεις προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας επιχειρώντας να μπλοκάρουν με προσωρινή διαταγή την εφαρμογή του νέου νόμου για το πόθεν έσχες για τον οποίο ζητούν την αναστολή και ακύρωση του ως αντισυνταγματικού.

Στην προσφυγή τους δικαστές και εισαγγελείς προβάλλουν εννέα λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι πρέπει να ακυρωθεί το νέο νομικό πλαίσιο για τις δηλώσεις του πόθεν έσχες υποστηρίζοντας ότι θα υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη σε περίπτωση εφαρμογής του νόμου.

Ειδικότερα, οι δικαστικές Ενώσεις  υποστηρίζουν ότι υπάρχει:

1) Παραβίαση των αρχών της διάκρισης των λειτουργιών και της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστών και εισαγγελέων, λόγω της συγκρότησης της επιτροπής ελέγχου. Και αυτό γιατί οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί δεν διορίζονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, αλλά με αποφάσεις των προέδρων των δικαστηρίων,

2) Αντισυνταγματική η προβλεπόμενη υποχρέωση δήλωσης των μετρητών χρημάτων και των κινητών πραγμάτων μεγάλης αξίας που υπάρχουν στην κατοχή τους (αυτό είχε κριθεί αντισυνταγματικό με αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ του προηγούμενου έτους),

3)  Παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της αρχής της καλής νομοθέτησης λόγω των αντιφατικών ρυθμίσεων μεταξύ του νόμου και του παραρτήματός του ως προς την υποχρέωση δήλωσης των κινητών πραγμάτων,

4) Παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου και της αρχής της καλής  προστατευόμενης εμπιστοσύνης, καθώς προβλέπεται η διατήρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για διάστημα άνω  των 5 ετών και με δυνατότητα ελέγχου και μάλιστα με δυνατότητα επανελέγχου σε περίπτωση αρχειοθέτησης μετά την παρέλευση 5 ετών (Σ.σ.: πενταετείς είναι η παραγραφή  σύμφωνα με απόφαση της Ολομέλειας ΣτΕ του περασμένου έτους),

5) Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας από την νομοθετική υποχρέωση  εκτίμησης της αξίας των κινητών πραγμάτων από πιστοποιημένο εκτιμητή του υπουργείου Οικονομικών,

6) Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, του δικαιώματος προηγούμενης ακροάσεως και του δικαιώματος δικαστικής προστασίας  από την ρύθμιση με την οποία η υποβολή  Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (ΔΠΚ) και  Οικονομικών Συμφερόντων (ΔΟΣ) μετά την πάροδο της οριζόμενης προθεσμίας εξαρτάται από την προηγούμενη πληρωμή ηλεκτρονικού παραβόλου,

7) Παραβίαση σειράς άρθρων του Συντάγματος όπως είναι 2, 5, 9Α και 25 από την διάταξη που θεσπίζει υποχρέωση Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης   και  Οικονομικών Συμφερόντων   του εν διαστάσει συζύγου, καθώς και την πρόβλεψη περί έγκρισης της δήλωσης του υπόχρεου να υποβάλει δήλωση από τον εν διαστάσει σύζυγό του.

8) Παραβίαση του άρθρου 25 του Συντάγματος λόγω της προβλεπόμενης υποχρέωσης προσδιορισμού των ποσών που αντιστοιχούν σε κάθε πηγή προέλευσης για την απόκτηση περιουσιακού στοιχείου, καθώς αφενός υπερβαίνει το σκοπό του νόμου και αφετέρου καθιστά δυσχερή  τη συμπλήρωση της Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης και

9) Παραβίαση της αρχής αναλογικότητας καθώς περιορίζεται υπέρμετρα χωρίς δικαιολογητικό λόγο το δικαίωμα τροποποίησης ή συμπλήρωσης της Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης σε  ένα μήνα μετά την λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης.

Η συζήτηση της κύριας αγωγή έχει προσδιοριστεί για την 1η Μαρτίου 2019.