Την ενοχή των 36 κατηγορούμενων για την υπόθεση με τις μετοχές-φούσκες του Χρηματιστηρίου την περίοδο 1999-2000, εισηγήθηκε, κατά τη διάρκεια της πολύωρης αγόρευσής της, η εισαγγελέας της έδρας Αθηνά Θεοδωροπούλου.

Οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι κάθονται για δεύτερη φορά στο εδώλιο ύστερα από αναίρεση που είχε ασκηθεί από τον Άρειο Πάγο κατά της αθωωτικής απόφασης που εκδόθηκε το 2013 από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, κατηγορούνται -κατά περίπτωση- για τα αδικήματα της απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Η εισαγγελική λειτουργός η οποία υπογράμμισε πως η αθωωτική απόφαση είχε «εσφαλμένη αιτιολογία», στην αγόρευση της υπήρξε καταπέλτης για τους κατηγορούμενους οι οποίοι, όπως είπε, έδρασαν με σκοπό την μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς, την καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας και τη μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της.

«Μετά καταποντίστηκε το σύστημα γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή» ανέφερε χαρακτηριστικά σημειώνοντας πως στόχος των κατηγορουμένων ήταν «η δημιουργία επίπλαστης αγοράς».

«Πλήξατε με τις μεθοδεύσεις το νόμο της ελεύθερης αγοράς με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα» τόνισε και υπογράμμισε πως με αυτό τον τρόπο παραπλανήθηκαν οι επενδυτές.