Η ιστορία του διαβόητου τρομοκράτη είναι το χρονικό ενός ανθρώπου που προσπάθησε να εκδιώξει τη δυτική επιρροή από τον μουσουλμανικό κόσμο, σπέρνοντας όλεθρο και καταστροφή στο πέρασμά του.

Ο ενορχηστρωτής της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης δεν χρειάζεται συστάσεις, καθώς την τελευταία δεκαετία απασχόλησε τον κόσμο όσο κανείς «συνάδελφός» του.

Τον Οσάμα μπιν Λάντεν τον έμαθε η υφήλιος από τα βιντεάκια στα οποία απειλούσε θεούς και δαίμονες, με τον ίδιο να μετατρέπεται σύντομα στον Νο 1 καταζητούμενο του πλανήτη και να πυροδοτεί την αμερικανική σταυροφορία κατά της διεθνούς τρομοκρατίας, που θα έμενε γνωστή ως «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας».

Παρά το γεγονός όμως ότι παραήταν αναγνωρίσιμος στα μήκη και τα πλάτη της Γης, ο Οσάμα μπιν Λάντεν παρέμεινε εν πολλοίς άγνωστος, μέχρι τον θάνατό του το 2011.

Ο αλλοτινός μαχητής για την ελευθερία του Αφγανιστάν από τη σοβιετική εισβολή το 1979 σχημάτισε -όταν τα ρωσικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από τη χώρα- το παγκόσμιο τρομοκρατικό δίκτυο αλ-Κάιντα, τη σκοτεινή οργάνωση που αιματοκύλησε πλήθος δυτικών στόχων και κλιμακώθηκε με τη διαβόητη επίθεση στο νεοϋρκέζικο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου την 11η Σεπτεμβρίου 2011, ένα περιστατικό που εγκαινίασε μια νέα εποχή στις παγκόσμιες διπλωματικές σχέσεις.

Κι όταν στις 2 Μαΐου 2011 ο αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα πληροφόρησε την υφήλιο για τον θάνατο του τρομοκράτη στο κρησφύγετό του στο Πακιστάν, το τέλος του Οσάμα μπιν Λάντεν δεν θα σήμανε και το τέλος της αλ-Κάιντα…

Πρώτα χρόνια

Ο Οσάμα μπιν Μοχάμεντ μπιν Αουάντ μπιν Λάντεν γεννιέται στις 10 Μαρτίου 1957 στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας ως γόνος πλούσιας οικογένειας κατασκευαστικού ομίλου: ήταν γιος του εκατομμυριούχου σαουδάραβα Μοχάμεντ μπιν Αουάντ μπιν Λάντεν και της δέκατης συζύγου του, σε μια οικογένεια που μετρούσε περισσότερα από 50 παιδιά. Ο πατέρας του, προστατευόμενος της βασιλικής οικογένειας, εξασφάλιζε παχυλά συμβόλαια για δημόσια έργα στη Μέκκα και τη Μεδίνα και ήταν άνθρωπος με δύναμη και επιρροή στη χώρα.

Ο μικρός Οσάμα μόλις που τον γνώρισε όμως, καθώς η οικογένεια χώρισε και η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε. Στο νέο οικογενειακό πλαίσιο λοιπόν, ο Οσάμα φοιτεί σε περίφημο ιδιωτικό σχολείο της πόλης και ζει ξένοιαστα παιδικά χρόνια, με τις σχολικές του επιδόσεις να τον ξεχωρίζουν μάλιστα στην τάξη.

Σε ηλικία 14 ετών προσχωρεί σε μια εκπαιδευτική ισλαμιστική οργάνωση, στην οποία ήταν εξάλλου μέλη όλοι οι γόνοι των καλών οικογενειών της πόλης, και απομνημονεύει όλο το Κοράνι, ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα μεταξύ των συμμαθητών του. Η ομάδα όμως σύντομα θα άλλαζε στρατηγική και από πολιτιστικό κέντρο θα μετατρεπόταν σε προπαγανδιστικό μηχανισμό βίαιης τζιχάντ.

Ο έφηβος Οσάμα διαπνέεται πια από δυτικό μένος, με τα κηρύγματα των εξτρεμιστών αυτών δασκάλων να χαράσσονται βαθιά στη συνείδησή του. Είναι πλέον ένας σκληροπυρηνικός ισλαμιστής, ένας ακραίος πιστός που μοστράρει τη γνώριμη γενειάδα που τον έμαθε ο κόσμος και φορά αποκλειστικά αραβική περιβολή.

Στο πλαίσιο της θρησκόληπτης μεταμόρφωσής του, αναγκάζεται να ενηλικιωθεί πριν της ώρας του: σε ηλικία 18 ετών τον παντρεύουν με τη 14χρονη πρώτη ξαδέλφη του και ο πρώτος του γιος γεννιέται πριν καν αποφοιτήσει από το σχολείο (1976).

Επόμενος σταθμός το Πανεπιστήμιο του Βασιλιά Αμπντούλ Αζίζ, με τα ακαδημαϊκά του ίχνη να χάνονται έκτοτε. Κάποιες πηγές τον θέλουν να εγκαταλείπει τη φοιτητική ζωή και άλλες να παίρνει τελικά το πτυχίο του στη δημόσια διοίκηση το 1981, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προσχωρήσει στον πατρικό όμιλο…

Από ήρωας εξόριστος

Πήρε δεν πήρε το πτυχίο του, δεν είχε ποτέ τη δυνατότητα να το χρησιμοποιήσει, καθώς το 1979 η Σοβιετική Ένωση εισβάλει στο Αφγανιστάν και ο Οσάμα προσχωρεί στην αφγανική αντίσταση. Ήταν εξάλλου καθήκον του ως μουσουλμάνος αδελφός να πολεμήσει την ξένη κατοχή οποιασδήποτε ισλαμικής χώρας.

Στο Αφγανιστάν λοιπόν αντρώνεται στρατιωτικά και χρησιμοποιώντας πόρους από διάφορες πηγές (κάποιοι αναφέρουν και το διαβόητο πρόγραμμα «Operation Cyclone» της CIA ως βασικό χρηματοδότη του) οργανώνει τον δικό του θύλακα αντίστασης στον σοβιετικό ζυγό, εκπαιδεύοντας τους δικούς του μουτζαχεντίν.

Κι έτσι, όταν τα σοβιετικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από το Αφγανιστάν 10 χρόνια αργότερα (1989), ο Οσάμα επιστρέφει στη Σαουδική Αραβία ως εθνικός ήρωας: ο γνωστός αντάρτης και πρωτεργάτης πια της αφγανικής αντίστασης χαιρετίζεται μάλιστα από τον δυτικό κόσμο (και κυρίως τις ΗΠΑ) ως «μαχητής της ελευθερίας».

Επιστρέφοντας όμως από τα αφγανικά βουνά στη Σαουδική Αραβία, απογοητεύεται από τη διεφθαρμένη κυβέρνηση που αντικρίζει, ενώ νέα τροφή στο αντιδυτικό μένος του δίνει η αμερικανική κατοχή της Σαουδικής Αραβίας κατά τον Πόλεμο του Περσικού Κόλπου στη δεκαετία του ’90.

Η απόσταση που τον χωρίζει πια από τους ηγέτες της χώρας του είναι χαώδης: ο Οσάμα μιλά δημοσίως κατά της ολοένα και αυξανόμενης εξάρτησης της σαουδαραβικής κυβέρνησης από τα αμερικανικά στρατεύματα και τη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ, θεωρώντας ότι η δυτική παρουσία βεβήλωνε τα άγια χώματα.

Και βέβαια το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας, έπειτα από πολλές προσπάθειες να τον κάνει να σιγήσει, εξορίζει τον αλλοτινό ήρωα! Ο Οσάμα μετακομίζει λοιπόν άρον-άρον στο Σουδάν το 1992…

Σχηματισμός της αλ-Κάιντα

Μέχρι την επόμενη χρονιά, η αλ-Κάιντα («η Βάση» στα αραβικά) είναι γεγονός: ο Οσάμα ιδρύει τη παραστρατιωτική μουσουλμανική οργάνωση με τους μαχητές και τους συνδέσμους του από το Αφγανιστάν, ξεκινώντας να στρατολογεί μαζικά νέους και υπάκουους αντάρτες. Ο σκοπός του τρομοκρατικού βραχίονα, να διορθωθούν όλες οι δυτικές αδικίες στον ισλαμικό κόσμο, σε πλήρη εναρμόνιση με τον καθαρό μουσουλμανικό νόμο.

Κάτω από τις άμεσες διαταγές του ηγέτη μπιν Λάντεν, η ομάδα βρίσκει χρηματοδότηση και ξεκινά τον παγκόσμιο ανένδοτο, οργανώνοντας χτυπήματα σε διεθνές επίπεδο. Μέχρι το 1994, με τον ίδιο να συνεχίζει τη στρατολόγηση ακραίων εξτρεμιστών, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας του στερεί την υπηκοότητά του, κατάσχοντας το διαβατήριό του, και η οικογένειά του τον αφορίζει, κόβοντας ταυτόχρονα το παχυλό πατρικό ετήσιο επίδομα των 7 εκατομμυρίων δολαρίων.

Απτόητος ο Οσάμα, συνεχίζει τα βίαια πλάνα του και βάζει πια στο στόχαστρο τις ΗΠΑ, θέλοντας να τις εμπλέξει σε ένα πολεμικό καθεστώς με τον μουσουλμανικό κόσμο. Επιδίωξή του είναι ότι η παγκόσμια ισλαμική κοινότητα, ενοποιημένη πια από τη μάχη με τους Αμερικανούς, θα σχηματίσει ένα ενιαίο μέτωπο αντίστασης στη δυτική επιρροή και, γιατί όχι, ένα ανεξάρτητο και ενιαίο μουσουλμανικό έθνος.

Κι έτσι το 1996, προωθώντας τους ζοφερούς σκοπούς του, η αλ-Κάιντα πυροδοτεί παγιδευμένα με εκρηκτικά φορτηγά κατά των αμερικανικών δυνάμεων κατοχής στη Σαουδική Αραβία.

Την επόμενη χρονιά, η αλ-Κάιντα αναλαμβάνει την ευθύνη για τον θάνατο τουριστών στην Αίγυπτο και το 1998 σπέρνουν τον τρόμο στις αμερικανικές πρεσβείες της Κένιας και της Τανζανίας, σκοτώνοντας 300 ανθρώπους.

Εν τω μεταξύ, η διεθνής πια τρομοκρατία του Οσάμα δεν πέρασε απαρατήρητη από τις σουδανικές μυστικές υπηρεσίες, κι έτσι η κυβέρνηση του Σουδάν τον εκδιώκει από τη χώρα ήδη από το 1996. Μην μπορώντας να επιστρέψει στη Σαουδική Αραβία, βρίσκει νέο καταφύγιο στο Αφγανιστάν, με τους παραστρατιωτικούς Ταλιμπάν να καλωσορίζουν την έλευσή του στη χώρα και να του παρέχουν προστασία.

Και ήταν στο Αφγανιστάν, με τη χείρα βοηθείας των Ταλιμπάν, που θα εκδώσει ο Οσάμα μια σειρά από διατάγματα που κήρυτταν τον ιερό πόλεμο στις ΗΠΑ. Μεταξύ των λόγων για τον ανένδοτο κατά της Αμερικής, συναντάμε κατηγορίες για λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών του μουσουλμανικού κόσμου από τις ΗΠΑ αλλά τη βοήθεια που παρείχαν αφειδώς οι Αμερικανοί σε εχθρούς του Ισλάμ…

Η 11η Σεπτεμβρίου και οι τελευταίες μέρες του

Μέχρι το 2001, ο Οσάμα είχε ήδη επιχειρήσει και συχνά τα κατάφερε κιόλας να χτυπήσει προβεβλημένους δυτικούς στόχους σε αρκετές χώρες, με τη βοήθεια τόσο των εκπαιδευμένων τρομοκρατών του όσο και των αστείρευτων -όπως φαινόταν- κεφαλαίων που είχε στη διάθεσή του.

Τίποτα όμως δεν μπορούσε να συγκριθεί με το διαβόητο χτύπημα που κατάφερε μέσα σε αμερικανικό μάλιστα έδαφος στις 11 Σεπτεμβρίου 2001: οι μουτζαχεντίν του καταλαμβάνουν τέσσερα επιβατικά αεροσκάφη στην Αμερική, δύο εκ των οποίων συντρίβονται στους Δίδυμους Πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, ένα στο Πεντάγωνο και το τέταρτο -που κατέπεσε στην Πενσιλβάνια- θεωρείται ότι είχε στόχο το Καπιτώλιο, σε μια ιστορία που δεν χρειάζεται όμως περαιτέρω περιγραφή.

Ο φόρος αίματος, βαρύτατος: περισσότεροι από 3.000 αθώοι πολίτες βρίσκουν τραγικό θάνατο και οι ζοφερές εικόνες εγγράφονται στη συλλογική μνήμη. Ο αντίκτυπος της δράσης του Οσάμα μπιν Λάντεν κάνει τον αμερικανό πρόεδρο Μπους να εγκαινιάσει τον επίσης διαβόητο «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας», γεγονός που θα φέρει τον συνασπισμό των δυτικών δυνάμεων στο κατόπι της αλ-Κάιντα και των Ταλιμπάν, τόσο στο Αφγανιστάν όσο και το Ιράκ.

Ο Νο 1 πια καταζητούμενος του πλανήτη ζούσε τώρα σε κρυψώνες και για τα επόμενα 10 και πλέον χρόνια θα κυνηγηθεί λυσσαλέα κατά μήκος των αφγανο-πακιστανικών συνόρων. Και το 2004, λίγο πριν από την επανεκλογή του Μπους, ο Οσάμα εμφανίζεται σε βιντεοσκοπημένο βίντεο να αναλαμβάνει την ευθύνη για την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους (το προηγούμενο του Δεκεμβρίου 2001 θεωρείται πλαστό).

Κι έτσι φτάνουμε στις 2 Μαΐου 2011, όταν ο πρόεδρος Ομπάμα ανακοινώνει τον θάνατο του Οσάμα στο κρησφύγετό του στο Abbottabad του Πακιστάν, σε ένα καλοσχεδιασμένο πλάνο για την εξόντωσή του που διάρκεσε περισσότερους από 8 μήνες και εκτελέστηκε από τον ίδιο τον διευθυντή της CIA, Leon Panetta, και τις ειδικές δυνάμεις της χώρας.

Παρά την απουσία φωτογραφικού υλικού -για να μην ηρωοποιηθεί η σόρος του ήταν η επίσημη δικαιολογία-, καθώς και οι δύο φωτογραφίες που είδαν το φως της δημοσιότητας ήταν προϊόν φωτομοντάζ, το DNA που συλλέχθηκε από το πτώμα του πιστοποίησε ότι ήταν πράγματι ο Νο 1 κίνδυνος του πλανήτη…

«Για περισσότερες από δύο δεκαετίες, ο μπιν Λάντεν υπήρξε ο ηγέτης και το σύμβολο της αλ-Κάιντα, ενορχηστρώνοντας επιθέσεις κατά της χώρας μας και των φίλων μας και των συμμάχων μας», δήλωσε ο αμερικανός πρόεδρος σε βραδινό ανακοινωθέν για το τέλος του Οσάμα, για να συνεχίσει: «Ο θάνατος του μπιν Λάντεν σηματοδοτεί το σημαντικότερο μέχρι σήμερα επίτευγμα στην προσπάθεια του έθνους μας να νικήσει την αλ-Κάιντα».

Κι αυτοί ήταν οι τίτλοι τέλους για τον Οσάμα, όχι όμως και για το ζοφερό κληροδότημά του, την αλ-Κάιντα. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο το σχόλιο που πρόσθεσε ο Ομπάμα στο ανακοινωθέν του: «Ο θάνατός του πρέπει να χαιρετιστεί από όλους όσοι πιστεύουν στην ειρήνη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια»…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr