«Βρισκόμαστε ενώπιων μίας απολύτως πολιτικής αντιπαράθεσης» με τα συντηρητικά κέντρα της Ευρώπης και το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, σημείωσε ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, σχολιάζοντας στον ΣΚΑΪ, το κλίμα στις σχέσεις Αθήνας – δανειστών.

Ο κ. Παππάς υπογράμμισε πως, σύμφωνα με πληροφορίες της κυβέρνησης, μόνο μία πλευρά διαφώνησε με τις εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα, τον Δεκέμβριο, (όπως το έκτακτο επίδομα προς τους συνταξιούχους) και το κατά πόσο ήταν αυτές συμβατές με τα συμφωνηθέντα μέτρα. «Υπάρχει ένα συντηρητικό κόμμα στη γερμανική κυβέρνηση, ένα αριστερό, στην ελληνική κυβέρνηση είναι αναμενόμενο να υπάρχει αντιπαράθεση». Ωστόσο χαρακτήρισε εν μέρει ακόμη και «θεμιτή» αυτή τη διάσταση στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων.

Ο ίδιος επανέλαβε πως, ακόμη και εντός των θεσμών, υπάρχει διαφωνία για τα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα της Ελλάδας, εκτιμώντας πως το πρόγραμμα υπεραποδίδει, παρά τις πολύ δύσκολες συνθήκες».

Για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ο υπουργός τόνισε πως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπήκε στο πρόγραμμα όχι κατόπιν ελληνικού αιτήματος αλλά «επειδή το ζήτησαν άλλες χώρες»: «Το δίλημμα δεν το έχει η Ελλάδα αλλά η αντίπερα όχθη», πρόσθεσε ο κ. Παππάς, υποστηρίζοντας πως η θέση της Κομισιόν και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων είναι ότι δεν πρέπει να ληφθούν άλλα μέτρα ενώ, στον αντίποδα, το ΔΝΤ θεωρεί ότι χρειάζονται κι άλλα μέτρα.

Όμως «η Ελλάδα θέλει ένα πρόγραμμα που θα βοηθήσει την οικονομία να επανορθωθεί.« Δεν εγείρουμε εμείς το ζήτημα, αλλά το ίδιο το νομισματικό ταμείο».

Για τις πιέσεις που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση για το κλείσιμο της αξιολόγησης, ο υπουργός διαβεβαίωσε πως η θέση της Αθήνας σε σημαντικά ζητήματα, όπως το εργασιακό, Ελλάδας είναι σαφής.

Κλείνοντας, ο κ. Παππάς σχολίασε πως το ζήτημα της ανάπτυξης στην Ελλάδα είναι πολυπαραγοντικό και απαιτεί γενναίες αποφάσεις όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο αλλά η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις συνέπειες της παρούσας γερμανικής στάσης καθώς «η Γερμανία δεν θέλει να βάλει και τα δύο πόδια στην Ευρωπαϊκή Ένωση».