Ενάντια στην εφαρμογή της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου CETA μεταξύ ΕΕ και Καναδά, τάχθηκε ο ευρωβουλευτής της Λαϊκής Ενότητας Νίκος Χουντής, κατά τη διάρκεια ψηφοφορίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Παρεμβαίνοντας και αιτιολογώντας τη στάση του, ο Νίκος Χουντής δήλωσε:

«Ψήφισα υπέρ της πρότασης ψηφίσματος το οποίο εκφράζει τη γνώμη ότι δεν υπάρχει ασφάλεια δικαίου όσον αφορά το κατά πόσο η συμφωνία CETA είναι συμβατή με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και θεωρεί απαραίτητη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σχετικά με τη συμβατότητα της προτεινόμενης συμφωνίας με τις Συνθήκες.

Οι συνέπειες της επικύρωσης της συμφωνίας CETA που έρχεται – εσπευσμένα και αδιαφανώς- για ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα πλήξουν σε τεράστιο βαθμό τις εργασιακές σχέσεις, την αγροτική οικονομία, το περιβάλλον, τους τομείς της δημόσιας υγείας και των δημόσιων υπηρεσιών στο σύνολό τους, σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και κυρίως στα οικονομικά πιο αδύνατα».

Και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Αυτού του είδους οι συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου και το κοινωνικό ντάμπινγκ που συνεπάγονται αποτελούν ξεκάθαρη απειλή για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα. Τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, ιδιαίτερα στην εποχή κρίσης που διανύουμε, θα πρέπει να ενισχυθούν ουσιαστικά και όχι να αποτελέσουν αντικείμενο διατλαντικών διαπραγματεύσεων με σκοπό τη μείωσή τους προς όφελος του εμπορίου των πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Πιο συγκεκριμένα, η CETA θα είναι η πρώτη συμφωνία που θα εισάγει το Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων (ICS), δίνοντας με αυτόν τον τρόπο το δικαίωμα σε ξένους επενδυτές να μηνύουν τις Κυβερνήσεις των Κρατών Μελών αν θεωρήσουν ότι πιθανές αλλαγές στις εθνικές νομοθεσίες αντιτίθενται στα οικονομικά τους συμφέροντα.

Δυστυχώς, για άλλη μια φορά με ευθύνη των μεγαλύτερων πολιτικών ομάδων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να υπερασπιστεί τον ρόλο του και απέρριψε το αίτημα για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διερεύνηση των συνεπειών που θα έχει μια τόσο σύνθετη συμφωνία για τους ευρωπαϊκούς λαούς.

«Ο αγώνας ενάντια στην CETA και την TTIP, και απέναντι στις δυνάμεις που τις προωθούν, θα πρέπει να συνεχιστεί με κάθε δυνατό μέσο».