Κι όμως, δεν είναι μόνο η φορολογία, στην οποία οι διατάξεις μεταβάλλονται σε μηνιαία σχεδόν βάση. Η κυβέρνηση και τα στελέχη της φροντίζουν να εκπλήσσουν συνεχώς δυσάρεστα τους ξένους επενδυτές και τις αγορές, βγάζοντας προς τα έξω μια εικόνα έλλειψης προγραμματισμού και σχεδιασμού σε κρίσιμους τομείς, όπως η ναυτιλία. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Τον Οκτώβριο του 2009, η νεοεκλεγείσα τότε κυβέρνηση αποφάσισε ότι δεν χρειάζεται να υπάρχει αυτόνομο υπουργείο ναυτιλίας, και το ενέταξε στο υπουργείο ανάπτυξης, υπό τη Λούκα Κατσέλη.

Έντεκα μήνες αργότερα, τον περυσινό Σεπτέμβριο, στον πρώτο ανασχηματισμό, το συγκεκριμένο υπουργείο επανασυστάθηκε, υπό το Γιάννη Διαμαντίδη. Τότε, φαίνεται ότι προέκυψε η ανάγκη ξεχωριστού υπουργείου για έναν εκ των κλάδων, που ηγείται της ελληνικής οικονομίας και πρωτοπορεί σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τον περασμένο Ιούνιο, όμως, στο δεύτερο ανασχηματισμό, τα δεδομένα άλλαξαν. Μάλλον, όχι τα δεδομένα, αλλά η άποψη του πρωθυπουργού για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσει τη ναυτιλία. Έτσι, κατήργησε ξανά το υπουργείο ναυτιλίας και το ενέταξε πάλι στο υπουργείο ανάπτυξης, υπό το Μιχάλη Χρυσοχοΐδη.

Και ξαφνικά, μόλις δυόμισι μήνες μετά, ένα κυβερνητικό στέλεχος, που βρίσκεται πολύ κοντά στο Γιώργο Παπανδρέου, προτείνει την επανασύσταση του υπουργείου ναυτιλίας ! Ο λόγος για το Χάρη Παμπούκη, ο οποίος – σημειωτέον – είναι αναπληρωτής υπουργός στο υπουργείο, που έχει υπό την εποπτεία του τη ναυτιλία (χωρίς να έχει ο ίδιος την ευθύνη για αυτό τον κλάδο).

Ο κύριος Παμπούκης, λοιπόν, μιλώντας το πρωί στη ΝΕΤ, πρότεινε να δημιουργηθεί ξανά αυτόνομο υπουργείο ναυτιλίας «με αναπτυξιακό χαρακτήρα», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Η ύπαρξη αυτόνομου υπουργείου ναυτιλίας είναι αδιαπραγμάτευτη. Δεν χωράει καμία αμφιβολία πως πρέπει να υπάρχει ξεχωριστό χαρτοφυλάκιο, το οποίο όμως να ασχολείται επί της ουσίας με τον κλάδο. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, από τη στιγμή, που η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να το εντάξει στο ανάπτυξης, οφείλει να στηρίξει την επιλογή της και να αποδείξει για την ορθότητά της.

Οι συνεχείς αλλαγές θεσμικού πλαισίου, που αφορούν σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα, μόνο καλό δεν κάνουν στην εικόνα μας προς τα έξω, σε μια περίοδο, όπου από τα βασικά ζητούμενα είναι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας απέναντι στις αγορές.