Τα πρώτα σημάδια αλλαγής στη μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας είναι πλέον ορατά, καθώς ξεκίνησαν να εκδίδονται οι πρώτες απορριπτικές αποφάσεις αιτήσεων ασύλου που αφορούσαν Σύρους μουσουλμάνους μετανάστες. Σύμφωνα με πληροφορίες, δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά κινήσεις σαν αυτές αποτελούν την απαρχή μιας γενικότερης, πιο αυστηρής προσέγγισης στο θέμα της διεθνούς προστασίας.
Η κυβέρνηση προχωρά πλέον σε μια πιο περιοριστική ερμηνεία της Συνθήκης της Γενεύης, της διεθνούς συμφωνίας δηλαδή που καθορίζει ποιος δικαιούται άσυλο και ποιος όχι. Στόχος είναι να μειωθούν οι περιπτώσεις ατόμων που μένουν στη χώρα μας επικαλούμενοι λόγους προστασίας χωρίς, κατά την άποψη των αρχών, να κινδυνεύουν πραγματικά.
Η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας» και οι εμπόλεμες χώρες
Στο επίκεντρο βρίσκεται η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας». Τι σημαίνει αυτό; Πως εάν κάποιος φτάσει στην Ελλάδα μέσω μιας χώρας όπου θεωρητικά θα μπορούσε να ζητήσει προστασία (όπως π.χ. η Τουρκία ή άλλες χώρες της περιοχής), τότε η αίτησή του για άσυλο ενδέχεται πλέον να απορρίπτεται, χωρίς καν να εξεταστεί επί της ουσίας. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν σκοπεύει να παρέχει άσυλο σε όσους θα μπορούσαν – κατά την κρίση των αρχών – να το έχουν ζητήσει αλλού. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι πλέον κάθε αίτηση θα εξετάζεται λεπτομερώς ως προς τη διαδρομή του αιτούντος. Αν διαπιστωθεί ότι πέρασε από ασφαλή χώρα και δεν ζήτησε εκεί προστασία, η αίτηση θα κρίνεται ως απαράδεκτη.

Παράλληλα, επανεξετάζεται και η πρακτική που ίσχυε έως σήμερα σχετικά με τις χώρες πολέμου. Το γεγονός ότι κάποιος προέρχεται από μια εμπόλεμη ζώνη, όπως για παράδειγμα η Συρία, δεν θα οδηγεί αυτόματα στην αποδοχή της αίτησης. Πλέον θα εξετάζεται αν πράγματι ο αιτών ανήκει σε ομάδα που κινδυνεύει άμεσα ή όχι. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνου Πλεύρη, ο οποίος ανέφερε πως «σήμερα οι πραγματικά απειλούμενοι είναι οι χριστιανοί της Συρίας και όχι οι μουσουλμάνοι». Με τη φράση αυτή, άφησε να εννοηθεί ότι οι Σύροι μουσουλμάνοι ενδέχεται να μη θεωρούνται αυτομάτως και ευάλωτοι.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σήμερα εγκρίνεται περίπου το 45% των αιτήσεων ασύλου, ενώ το 30% απορρίπτεται και το υπόλοιπο 25% αυτών, χαρακτηρίζεται απαράδεκτο, καθώς οι αιτούντες δεν εμφανίζονται στις συνεντεύξεις ή εγκαταλείπουν τη διαδικασία. Η κυβέρνηση θέλει με αυτό τον τρόπο να μειώσει τις εγκρίσεις, να αυξήσει τις απορρίψεις και να επιταχύνει τις επιστροφές, ελαττώνοντας έτσι τον χρόνο παραμονής όσων δεν δικαιούνται άσυλο. Για τον λόγο αυτό, υπάρχει συνεχής συντονισμός με την Υπηρεσία Ασύλου, ώστε να περιοριστούν τα «παράθυρα» καθυστέρησης και να ενισχυθεί η διαφάνεια στις διαδικασίες.
Το κλίμα στην ΕΕ

Η αλλαγή πολιτικής δεν είναι όμως μόνο εσωτερική επιλογή, αλλά εντάσσεται και σε ένα ευρύτερο κλίμα που διαμορφώνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης στο Λουξεμβούργο, οι περισσότερες χώρες συμφώνησαν στην ανάγκη να αυξηθούν οι επιστροφές μεταναστών είτε στις χώρες καταγωγής τους είτε στις ασφαλείς τρίτες χώρες. Έμφαση δόθηκε ειδικά στις λεγόμενες «απευθείας επιστροφές», δηλαδή στην πρακτική να επιστρέφει κάποιος απευθείας στη χώρα από όπου προήλθε ή διέσχισε, αντί να μεταφέρεται από κράτος σε κράτος εντός της Ε.Ε. Σε αυτή τη θέση ευθυγραμμίζονται πλήρως οι χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, οι οποίες δεν θέλουν απλή «μετακύλιση του προβλήματος».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος που εισήγαγε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνος Πλεύρης, ο οποίος ορίζει ως ποινικό αδίκημα την παράνομη παραμονή στη χώρα, φαίνεται να έχει βρει απήχηση σε άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η Δανία και η Ολλανδία εξετάζουν την υιοθέτηση παρόμοιων ρυθμίσεων, ενώ η Σουηδία έχει ήδη μειώσει επιδόματα για πρόσφυγες που δεν τηρούν τους όρους διαμονής. Ακόμη και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κρίστοφερ Λαντό, χαρακτήρισε τη ρύθμιση «λογική και προς τη σωστή κατεύθυνση».
Διαπραγμάτευση για το νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου
Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκεται η διαπραγμάτευση για το νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε πλήρη εφαρμογή τον Ιούλιο του 2026. Οι χώρες του Βορρά, με τη Γερμανία και τη Γαλλία να πιέζουν, θέλουν το Σύμφωνο να εφαρμοστεί άμεσα και να συνδεθεί η «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» με επιστροφές αιτούντων στις χώρες πρώτης εισόδου, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Η ελληνική πλευρά ξεκαθαρίζει πάντως ότι δεν θα δεχθεί να μετατραπεί ξανά σε «αποθήκη ψυχών» και ζητά σαφείς εγγυήσεις για τον επιμερισμό ευθύνης.
Τέλος, να σημειωθεί ότι το επόμενο διάστημα αναμένεται έντονη διπλωματική κινητικότητα, καθώς το τελικό κείμενο του Συμφώνου πρέπει να κλείσει έως το τέλος του έτους. Ο Ευρωπαίος επίτροπος Μετανάστευσης, Μάγκνους Μπρούνερ, επιχειρεί να βρει λύση που να ικανοποιεί τόσο τα κράτη του Βορρά όσο και τις χώρες της Μεσογείου, ώστε να μη διαλυθεί η ενότητα της Ε.Ε. σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα. Η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η λύση βρίσκεται στην αυστηρή φύλαξη των εξωτερικών συνόρων και στην ταχεία επιστροφή όσων δεν δικαιούνται άσυλο. Όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, «το ζήτημα δεν είναι να μεταφέρουμε το πρόβλημα από χώρα σε χώρα, αλλά να κλείσουμε τον κύκλο της παράνομης παραμονής γρήγορα και δίκαια». Το αν η Ευρώπη θα καταφέρει να βρει ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και τον ανθρωπισμό, μένει να φανεί τους επόμενους μήνες.