Μπορεί το νόημα ενός κλασικού έργου όπως είναι ο «Βασιλιάς Ληρ» να δοθεί εύπεπτα στο θεατρόφιλο κοινό χωρίς λόγια αλλά χορεύοντας φλαμένγκο; Και όμως μπορεί… Ο Σταύρος Λίτινας το οραματίστηκε, το έπραξε και ήδη η παράσταση «Βασιλιάς Ληρ» ανεβαίνει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στο θέατρο Arroyo.

Μετά από μια σειρά παραστάσεων («Δεσποινίς Τζούλια» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ, «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μύλλερ, «Σαλώμη» του Όσκαρ Ουάιλντ, «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα) ο σκηνοθέτης καταπιάστηκε με το αριστούργημα του Γουίλιαμ Σαίξπηρ σε φλαμένκο εκδοχή.

Ο Σταύρος Λίτινας, ο οποίος κρατά και το ρόλο του Βασιλιά Ληρ, μίλησε στο Newsbeast για το λόγο που επέλεξε να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο έργο, το χορό, την αρχιτεκτονική αλλά και το δημιούργημά του, το χοροθέατρο Arroyo το οποίο μετρά 31 χρόνια ζωής.

– Σκηνογράφος, ενδυματολόγος, σκηνοθέτης, ηθοποιός, χορογράφος. Ποια από αυτές τις ιδιότητες που σας χαρακτηρίζουν, ξεχωρίζετε;

Κατ’ αρχάς, έχω δύο βασικές ιδιότητες. Η μια είναι ότι είμαι αρχιτέκτονας και η άλλη ότι είμαι χορευτής. Αυτά τα δύο έχω σπουδάσει. Τα υπόλοιπα είναι παράγωγα αυτών. Δηλαδή είμαι σκηνογράφος επειδή είμαι αρχιτέκτονας και επειδή εμπλέκομαι και αγαπώ πολύ το θέατρο μπορώ να φτιάξω σκηνικά. Προτιμώ όμως να φτιάχνω κανονικούς χώρους, αληθινούς, όχι ψεύτικους. Οι σκηνογράφοι φτιάχνουν χώρους οι οποίοι είναι εφήμεροι και θεατρικοί. Οπότε δεν αισθάνομαι σκηνογράφος. Κάπως έτσι έχουν προκύψει και οι υπόλοιπες ιδιότητες. Δηλαδή, κουστούμια ξεκίνησα να φτιάχνω επειδή ήξερα γεωμετρία. Οπότε όταν χρειάστηκε, στην έναρξη της σχολής που δεν είχαμε χρήματα, να φτιάξουμε κουστούμια, έπρεπε κάποιος να τα φτιάξει. Ποιος θα ήταν αυτός ο κάποιος; Εγώ! Ήμουν φοιτητής τότε και δεν είχαμε πολυτέλειες. Ερχόταν κάποιες μοδίστρες, μητέρες μαθητριών, γελούσαν που με έβλεπαν αλλά με βοηθούσαν. Γιατί έκοβα τα πατρόν με δικό μου τρόπο και τα υφάσματα με καρφί στο δάπεδο και κιμωλία!

– Ο χορός πώς μπαίνει στη ζωή ενός αρχιτέκτονα;

Ο χορός προϋπάρχει. Έχω μεγαλώσει στην Κρήτη όπου τα περισσότερα παιδιά από μικρή ηλικία κάνουμε μουσική και χορό. Οι γονείς μου αλλά και πολλοί φίλοι και γνωστοί, πέρα από την επιστήμη τους, είχαν επαφή με τη μουσική και το χορό.

– Ο χορός και τα επαγγέλματα που περιστρέφονται γύρω από τον χορό θεωρούνται ακόμα ως επαγγέλματα «πολυτελείας» και είναι αρκετά υποβαθμισμένα. Πώς μπορεί ένας νέος άνθρωπος που έχει όνειρο να ασχοληθεί με το χορό να ξεπεράσει τα εμπόδια αυτά όταν ακούει γύρω του να του λένε πως ο χορός δεν πρόκειται να του προσφέρει επαγγελματική αποκατάσταση;

Εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Εξαρτάται από το πόσο θα αφοσιωθεί κάποιος σε αυτό. Το ίδιο ρίσκο που παίρνεις για να γίνεις ηλεκτρολόγος, μηχανολόγος, το ίδιο ρίσκο παίρνεις και για να γίνεις χορευτής. Αν είσαι καλός στη δουλειά σου, θα δουλέψεις. Αν όχι δεν θα δουλέψεις. Είναι βέβαια μια δύσκολη δουλειά με ηλικιακό όριο αλλά κάθε δουλειά έχει τα δικά της. Δεν ζούμε σε μια χώρα που ο χορευτής έχει πολλές επιλογές. Μια επιλογή είναι τα «σκυλάδικα» και δεν το λέω καθόλου υποτιμητικά. Είναι μια βραδινή δουλειά. Δεν πιστεύω όμως ότι ένα παιδί που ασχολείται πχ με το μπαλέτο, ονειρεύεται να χορεύει σε ένα «σκυλάδικο» για τα επόμενα 30 χρόνια. Προφανώς αναζητά κάτι άλλο… Μια άλλη επιλογή είναι οι ομάδες χορού αλλά δεν είναι εύκολο να βιοποριστείς από αυτό. Αν κάποιος θέλει να ασχοληθεί με το χορό σοβαρά πρέπει να βρεθεί στο εξωτερικό, έστω και σαν μεταπτυχιακό, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες σπουδές.

Για δεύτερη χρονιά παρουσιάζετε στο θέατρο ARROYO το έργο του Σαίξπηρ «Βασιλιάς Ληρ». Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο έργο;

Επιλέγω έργα που έχουν να κάνουν κυρίως με τη βία και τον καταναγκασμό. Τις σχέσεις εξουσίας. Ο «Βασιλιάς Ληρ» είναι ένα έργο που με απασχολούσε πολύ. Έχω μελετήσει, πέρα από το ίδιο το κείμενο, διάφορες αναλύσεις που έχουν γραφτεί γι αυτό. Είναι ένα σπουδαίο έργο!

– Γιατί επιλέγετε τη βία;

Βία υπάρχει σε όλες τις σχέσεις μας. Δεν μιλάω απαραίτητα για τη βία που μπορεί να φτάσει σε ακρότητες. Ανάμεσα σε δύο άτομα, σε μια οποιαδήποτε σχέση ερωτική, φιλική, εργασιακή, μπορεί να αναπτυχθεί βία τη στιγμή που ένας από τους δυο θέλει κάτι και ο άλλος διαφωνεί. Πάντα υπάρχει μια στιγμή που ο άλλος θα κάνει χρήση της εξουσίας που ενδεχομένως έχει πάνω μας και αντίστροφα. Αυτό παρατηρώ. Από πού ξεκινά και πώς εξελίσσεται… και αυτό με προβληματίζει. Στα θεατρικά έργα, είναι συνήθως μεγεθυμένο. Μ’ αρέσει να ασχολούμαι με αυτό, να το ψάχνω και να το μελετώ. Να βρίσκω τις βαθύτερες αιτίες πίσω από τη συμπεριφορά, να τις φωτίζω και να φτάνω στο μοντέλο, το αρχέτυπο. Αυτό θέλω με τη σειρά μου να μοιραστώ με τον κόσμο, που θα το εισπράξει με το δικό του τρόπο και θα το αναλύσει ανάλογα.

– Στον «Βασιλιά Ληρ» απουσιάζει ο λόγος. Πόσο εύκολο είναι να δώσεις στο κοινό να καταλάβει αυτό που έχεις οραματιστεί όταν λείπει ο λόγος;

Ακολουθώ έναν άλλο δρόμο που ενεργοποιεί τη φαντασία και τις αισθήσεις. Το εύκολο και το δύσκολο είναι σχετικό…

– Πώς συνδυάζεται το φλαμένκο με τον «Βασιλιά Ληρ»;

Το φλαμένγκο είναι το εργαλείο με το οποίο δουλεύω. Το εκφραστικό μου εργαλείο. Μου αρέσει αυτός ο χορός επειδή είναι ατομικός και έχει την ιδιαιτερότητα του ήχου. Άρα ο χορευτής μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν ένα μουσικό όργανο, ένα κρουστό, που μπορεί να αποδώσει πχ το ηχόχρωμα μιας φωνής ή την εξέλιξη ενός εκνευρισμού, ή την αποσυμπίεση μιας έκρηξης. Ανάμεσα σε δυο πρόσωπα αναπτύσσεται ένα ενεργειακό πεδίο. Αυτό μελετάω και αυτό μεταγράφω σε μια άλλη γλώσσα.

– Πόσο εύκολο ήταν να μεταγράψετε τον «Βασιλιά Ληρ»;

Ήταν δύσκολο. Όσο τα πρόσωπα σκέφτονται ή φιλοσοφούν τόσο τα πράγματα δυσκολεύουν στη μεταγραφή. Αγαπώ τη φιλοσοφική σκέψη και μου είναι δυσάρεστο να θυσιάσω το παραμικρό. Όμως αυτό δεν γίνεται! Το μέσο που χρησιμοποιώ είναι βουβό. Είναι ένας άλλος τρόπος για να δει ο θεατής το έργο και νομίζω, κάποιες φορές, πιο διεισδυτικός. Ο θεατής εισάγεται στο ενεργειακό πεδίο του προσώπου το οποίο δρα και αντιδρά εκείνη την στιγμή πάνω στη σκηνή.

– Φεύγοντας ένας θεατής από το ARROYO, τι θέλετε να έχει αποκομίσει;

Να έχει επικοινωνήσει με τον πυρήνα του έργου, να έχει αισθανθεί, να έχει ταυτιστεί με κάποιον χαρακτήρα…

– Ποιο μήνυμα θέλετε να περάσετε;

Το μήνυμα του συγγραφέα… Το μήνυμα αυτού που κατάλαβα διαβάζοντας το έργο του συγγραφέα… Αυτό ανοίγει μια πολύ μεγάλη κουβέντα, γιατί πού ξέρω εγώ ποιο είναι το μήνυμα του συγγραφέα; Ο τρόπος που αποκωδικοποιείς ένα έργο είναι καθαρά προσωπικός. Σημαίνον και σημαινόμενο. Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει πλήρης ταύτιση. Και αυτό είναι το ωραίο στην Τέχνη. Υπάρχει ένα έργο γραμμένο και ο καθένας το διαβάζει ή το παρακολουθεί με έναν διαφορετικό τρόπο.

Ως θεατρικό κοινό έχουμε την ανάγκη να μπούμε στο θέατρο, να παρακολουθήσουμε και κυρίως να καταλάβουμε το έργο. Μα είναι τουλάχιστον υπεροψία να πεις «έχω καταλάβει το έργο». Εδώ διαβάζουμε ένα κείμενο εκατό φορές για να μπορέσουμε να το «ανεβάσουμε» και πάλι δεν το έχουμε καταλάβει και πάλι μας έχουν ξεφύγει πράγματα. «Έχω καταλάβει κάτι από το έργο», «με έχει αγγίξει ένα σημείο» ίσως θα ήταν πιο σωστό. Αλλά σίγουρα όχι «έχω καταλάβει το έργο».

Έτσι και το χοροθεατρικό έργο που δεν έχει λόγια. Το παρακολουθείς και δέχεσαι μια δόνηση που αποκωδικοποιείς βάσει των δικών σου δεδομένων και εμπειριών. Κάνεις τους δικούς σου συνειρμούς. Κι εγώ ως δημιουργός ή ως ερμηνευτής στοχεύω σε αυτό. Σε αυτό το θέατρο πιστεύω. Στο θέατρο των συνειρμών.

– Έχουν υπάρξει άνθρωποι που σας είπαν ότι δεν κατάλαβαν τι θέλατε να «πείτε» με το έργο σας;

Κοίτα, «ανεβάζω» Σαίξπηρ. Στο πρώτο άκουσμα της φράσης «αυτός κάνει Σαίξπηρ χωρίς λόγια» αυτόματα ο άλλος έχει σηκώσει ένα τείχος άμυνας. Σου λέει «ποιος είναι αυτός που καταργεί το λόγο του ποιητή;». Οπότε όσο πιο φιλόλογος είναι ο άλλος, τόσο μεγαλύτερο είναι το τείχος. Σίγουρα θα έχουν βρεθεί άνθρωποι οι οποίοι θα έχουν σκεφτεί «ναι μεν ωραία παράσταση αλλά δεν άκουσα το λόγο του ποιητή». Εγώ όμως δεν θέλω να παίξω το λόγο του ποιητή. Αν ήθελα αυτό, θα έκανα θέατρο.

– Ο Βασιλιάς Ληρ ζούσε στον μικρόκοσμό του και με βίαιο τρόπο ήρθε αντιμέτωπος με την αλήθεια και έπρεπε να αντιμετωπίσει τους δαίμονες του. Τελικά τι είναι προτιμότερο; Ένα όμορφο ψέμα ή μια σκληρή πραγματικότητα;

Μια πραγματικότητα. Όσο πιο κοντά στην αλήθεια είμαστε τόσο καλύτερα. Τι νόημα έχει να ζεις κάτι ψεύτικο. Δεν ξέρω… Κάποια στιγμή έρχεται η αποκάλυψη… η αποκαθήλωση…
Όχι… Θέλω να ζω όσο την αλήθεια… όσο αυτό είναι εφικτό.

– Τι σημαίνει Arroyo;

Arroyo είναι το ρυάκι. Κάτι μικρό που ρέει, όχι απαραίτητα συνεχώς, και ίσως έχει «ξεφύγει» από ένα βασικό ποτάμι.

– Γιατί επιλέξατε να ονομάσετε την σχολή σας Arroyo;

Γιατί με αντιπροσωπεύει αυτό που περιγράφει η λέξη αλλά και τιμής ένεκεν σε μια μεγάλη χορεύτρια, παρτενέρ του δασκάλου μου, που λεγόταν Carmen Arroyo.

Το χορευτικό εργαστήρι «Arroyo» ξεκίνησε το 1992. Ήμουν τότε 22 χρονών, στο 4ο έτος της Αρχιτεκτονικής στο Ε.Μ.Π. Είχα περάσει όλα μου τα μαθήματα και ετοιμαζόμουν να δώσω διπλωματική. Όταν είπα στη μητέρα μου ότι θα ανοίξω σχολή χορού, φρίκαρε… Με ρώτησε αν θα τελειώσω την σχολή ή αν θα τα παρατήσω. Την καθησύχασα λέγοντας της πως θα τελειώσω κανονικά. Ο πατέρας μου που λίγους μήνες μετά πέθανε, δεν έμαθε ποτέ ότι άνοιξα σχολή χορού. Όταν ξεκίνησα το χορευτικό εργαστήρι είχα στο μυαλό μου ένα χώρο πιο ομαδικό, πιο κολλεκτιβικό. Τελικά κατέληξα να κάνω τα πάντα μόνος μου. Έτσι μέσα σε δύο χρόνια έβαλα μυαλό και αποφάσισα να το κάνω μια ατομική επιχείρηση της οποίας ανέλαβα πλήρως την ευθύνη.

– Τι είναι ο χορός για εσάς;

Ο χορός για μένα είναι φυγή. Μεγάλωσα σε μια δύσκολη οικογένεια με την έννοια ότι οι γονείς μου ήταν επιστήμονες και ήθελαν να ακολουθήσω και εγώ αυτό το δρόμο. Επέλεξα την αρχιτεκτονική γιατί είναι η μόνη επιστήμη που συνδυάζει και την Τέχνη. Σου αφήνει ένα περιθώριο να αναπνεύσεις. Είχα πάντα την ανάγκη να φεύγω από αυτό το δομημένο οικογενειακό περιβάλλον και αυτό μου το προσέφερε η ζωγραφική και ο χορός. Ένας άλαλος τρόπος φυγής μα ταυτόχρονα δυνατός και εκκωφαντικός!!!