Κάθε φορά που οι ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας συναντιούνται κατ’ ιδίαν, όπως πρόκειται να συμβεί αύριο Τρίτη μεταξύ του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, στο περιθώριο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, επανέρχονται στη δημόσια συζήτηση έννοιες όπως η «υφαλοκρηπίδα», η «αιγιαλίτιδα ζώνη», η οριοθέτηση «Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης» και η επέκταση των «χωρικών υδάτων». Όροι που άπτονται των διμερών σχέσεων, τους ακούμε συχνά, αλλά δεν είμαστε πάντα σίγουροι πως γνωρίζουμε τι ακριβώς σημαίνουν.
Προκειμένου λοιπόν να μας λυθούν οι απορίες και να βάλουμε σε μια τάξη την ορολογία, θα χρησιμοποιήσουμε ως οδηγό το ογκώδες βιβλίο του καθηγητή Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου και νυν βουλευτή της Ν.Δ., κ. Άγγελου Συρίγου, υπό τον τίτλο «Ελληνοτουρκικές Σχέσεις» (εκδόσεις Πατάκη), τη μελέτη του καθηγητή Οικονομικών και μέλους της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, κ. Θεόδωρου Καρυώτη, με τίτλο «ΑΟΖ – Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη» (εκδόσεις Παπαδόπουλος), καθώς και μια σειρά από θεσμικές πηγές όπως είναι η ιστοσελίδα του υπουργείου Εξωτερικών.
Χωρικά ύδατα: Η «δική μας θάλασσα»

Χωρικά ύδατα (ή χωρική θάλασσα ή αιγιαλίτιδα ζώνη) είναι η θαλάσσια ζώνη που βρίσκεται δίπλα ακριβώς από τις ακτές ενός κράτους. Η προέκταση της στεριάς μας στη θάλασσα, θα το λέγαμε με πιο απλά λόγια. Όπως ένα κράτος έχει απόλυτη κυριαρχία στο έδαφός του, έχει και σε μια λωρίδα θάλασσας γύρω από τις ακτές του. Σύμφωνα με τον κ. Συρίγο, περιλαμβάνει το νερό, τον βυθό, το υπέδαφος και τον υπερκείμενο εναέριο χώρο. Μέσα σε αυτή τη ζώνη το παράκτιο κράτος ασκεί πλήρη κυριαρχία. Μοναδικός περιορισμός της κυριαρχίας είναι το δικαίωμα της αβλαβούς διελεύσεως, που μπορούν να ασκούν πλοία τρίτων κρατών, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του κράτους.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 μέχρι σήμερα, όλα τα κράτη του κόσμου επέκτειναν τα χωρικά τους ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια. Ο εθιμικός αυτός κανόνας αποτυπώθηκε και στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Μοναδική εξαίρεση σε αυτή την εφαρμογή αποτελούσε μέχρι το 2021 η Ελλάδα που περιοριζόταν στα 6 ναυτικά μίλια. Τον Ιανουάριο εκείνου του έτους ψηφίστηκε στη Βουλή νομοσχέδιο βάσει του οποίου η χώρα μας «επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη από τα 6 στα 12 μίλια προς δυσμάς. Η Ελλάδα μεγαλώνει το έχουν πει κι άλλοι, εμείς είμαστε όμως αυτοί που το κάνουν πράξη. Προβαίνουμε έτσι σε μία θαλάσσια περιοχή συγκεκριμένα αυτή του Ιονίου και των Ιονίων νήσων μέχρι το ακρωτήριο Ταίναρο της Πελοποννήσου στην άσκηση ενός αδιαμφισβήτητου κυριαρχικού μας δικαιώματος σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας», όπως είχε πει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Το δικαίωμα αυτό μάλιστα η χώρα μας επιφυλάσσεται να το ασκήσει μελλοντικά και σε άλλες περιοχές.
Η απειλή με πόλεμο (casus belli)
Η Άγκυρα ωστόσο υποστηρίζει ότι το εν λόγω δικαίωμα δεν μπορεί να ασκηθεί από την Ελλάδα στο Αιγαίο, γιατί με αυτόν τον τρόπο θα έκλεινε κάθε τουρκική πρόσβαση στο αρχιπέλαγος και δεν αρκείται στην εξασφάλιση της αβλαβούς διέλευσης και της διευκόλυνσης της ναυσιπλοΐας. Μάλιστα, με απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στις 8 Ιουνίου 1995 (μόλις τέθηκε σε ισχύ το Δίκαιο της Θάλασσας που δεν έχει υπογράψει η ίδια), εξέδωσε την απόφαση περί «casus belli» εν λευκώ και στο διηνεκές, ήτοι πως τυχόν επέκταση των χωρικών μας υδάτων από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο, θα αποτελούσε αιτία πολέμου.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει δηλώσει πως θα μπλοκάρει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση εάν δεν αρθεί το casus belli και αναμένεται να θέσει το θέμα και στην αυριανή συνάντηση με τον κ. Ερντογάν, στο πλαίσιο της υποχρέωσης που έχει η γείτονα χώρα για πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, που αποτελεί θεμέλια αρχή πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τι είναι αυτή η πολυσυζητημένη υφαλοκρηπίδα
Αποτελεί έναν γεωλογικό όρο και αναφέρεται στη φυσική προέκταση της στεριάς κάτω από τη θάλασσα. Πρόκειται δηλαδή για τον βυθό και το υπέδαφος της θάλασσας που ξεκινά αμέσως μετά τα χωρικά ύδατα ενός κράτους· δηλαδή τελειώνουν τα χωρικά ύδατα και αμέσως μετά ξεκινά η υφαλοκρηπίδα. Η σημασία της είναι τεράστια, γιατί σε αυτήν κρύβεται μεγάλος φυσικός πλούτος που ένα κράτος έχει δικαίωμα εξερεύνησης και εκμετάλλευσης (αλλά όχι πλήρη κυριαρχία). Μπορείς για παράδειγμα να βγάλεις αποκεί πετρέλαιο, φυσικό αέριο και μια σειρά από ορυκτά, αλλά δεν μπορείς να απαγορεύσεις τη διέλευση πλοίων από εκεί.
Στην ελληνική περίπτωση η υφαλοκρηπίδα ξεκινά πράγματι αποκεί που τελειώνουν σήμερα τα χωρικά μας ύδατα (δηλαδή έξι ναυτικά μίλια από την ακτή, ήτοι στα 9,66 χιλιόμετρα) και σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας θα μπορούσαν να φθάσουν μέχρι τα 200 ναυτικά μίλια (δηλαδή μέχρι και τα… 321 χιλιόμετρα μακριά).
Στη χώρα μας όμως δεν υπάρχει σημείο στον χάρτη που να επιτρέπει την πλήρη ανάπτυξη της υφαλοκρηπίδας σε έκταση 200 ν.μ., γιατί αναγκαστικά «πατάει» πάνω στην υφαλοκρηπίδα των γειτονικών χωρών, των οποίων η δική τους ξεκινά από εκεί που τελειώνουν τα δικά μας χωρικά ύδατα.
Αλληλοκάλυψη δεν θα είχαμε μόνο εάν χώριζε το ένα κράτος με το άλλο μια απόσταση τουλάχιστον 400 ναυτικών μιλίων (200 του ενός και 200 του άλλου), ήτοι 648 χιλιόμετρα. Τόσο μεγάλες αποστάσεις όμως έχουν μόνο χώρες που «βλέπουν» σε ωκεανούς.
Για να έχετε μια τάξη μεγέθους, σκεφτείτε πως π.χ. το Λαύριο απέχει από το Τσεσμέ της Μικράς Ασίας, 102 ναυτικά μίλια (περίπου 188 χλμ.) και ανάμεσα στα δύο αυτά λιμάνια υπάρχουν πολλά ελληνικά νησιά. Αντιστοίχως, η απόσταση ανάμεσα στην Κύπρο και την Αίγυπτο είναι κάτι λιγότερο από 190 ναυτικά μίλια (350 χιλιόμετρα). Επομένως, η Ελλάδα δεν μπορεί να αναπτύξει πλήρως την υφαλοκρηπίδα της πουθενά, οπότε πρέπει να γίνει οριοθέτηση σε συνεννόηση με τα όμορα κράτη.
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι η Τουρκία υποστηρίζει πως τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Οπότε μετράει την υφαλοκρηπίδα από τη χερσόνησο της Μικράς Ασίας μέχρι τις ακτές της ηπειρωτικής Ελλάδας αγνοώντας πλήρως ό,τι μεγάλο ή μικρό κομμάτι γης υπάρχει ενδιάμεσα. Αγνοεί δηλαδή όλα τα νησιά. Μέχρι το 1973 το μοναδικό κείμενο που αναφερόταν σε τέτοιου είδους ζητήματα ήταν η Σύμβαση της Γενεύης του 1958, η οποία καθιέρωνε τη μέση γραμμή/γραμμή ίσης αποστάσεως ως μέθοδο οριοθέτησης, αλλά ούτως ή άλλως το νομικό αυτό κείμενο δεν το είχε υπογράψει η Τουρκία, οπότε δεν τη δέσμευε.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής Οικονομικών και μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας, κ. Θεόδωρος Καρυώτης, στο νέο του βιβλίο υπό τον τίτλο «ΑΟΖ – Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη» (εκδόσεις Παπαδόπουλος), η Τουρκία υποστηρίζει ότι «το Αιγαίο πέλαγος είναι μια ημίκλειστη θάλασσα με πολλά ελληνικά νησιά να βρίσκονται εντός μίας πολύ μικρής περιοχής, πολύ κοντά στην τουρκική ακτή (κάποια σε απόσταση ακόμα και κάτω των 3 ναυτικών μιλίων), αφαιρώντας έτσι ένα μεγάλο ποσοστό της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Εκτιμά ότι η οριοθέτηση θα πρέπει να γίνει με ευθυδικία, ώστε να υπάρξει μια δίκαιη λύση που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές παραμέτρους».
Ποια είναι η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)

Πρόκειται για μια σχετικά νέα έννοια που μπήκε στη Διεθνή Συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982. Θεωρείται η θαλάσσια έκταση, εντός της οποίας ένα κράτος έχει δικαίωμα έρευνας ή άλλης εκμετάλλευσης των θαλασσίων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας από το νερό και τον άνεμο.
Εκτείνεται πέραν των χωρικών υδάτων μιας χώρας (δηλαδή μετά τα 12 ναυτικά μίλια) και φθάνει έως και τα 200 ναυτικά μίλια μακριά από την ακτογραμμή.
Σε αυτήν τη ζώνη, το κράτος δεν έχει απόλυτη κυριαρχία όπως στα χωρικά ύδατα, αλλά έχει αποκλειστικά δικαιώματα για οικονομικές δραστηριότητες όπως:
- Να ψαρεύει και να προστατεύει τα αποθέματα ψαριών.
- Να ερευνά για πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άλλους πόρους.
- Να τοποθετεί ανεμογεννήτριες ή να αξιοποιεί την ενέργεια της θάλασσας.
Προσοχή, στην ΑΟΖ η θάλασσα παραμένει «ανοιχτή» στη διεθνή ναυσιπλοΐα. Δηλαδή τα πλοία κάθε χώρας μπορούν να περνούν ελεύθερα, αλλά δεν μπορούν να ψαρεύουν ή να εκμεταλλεύονται οικονομικά τη ζώνη αυτή.
Να σημειώσουμε τέλος πως γενικά η ΑΟΖ μιας χώρας εκτείνεται από τα εξωτερικά όρια των χωρικών υδάτων και μέχρι και τα 200 ν.μ. (έως τα 370 χλμ δηλαδή), αλλά σε αυτόν τον κανόνα, εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις όπου οι ΑΟΖ δύο ή περισσοτέρων χωρών αλληλοεφάπτονται, όταν δηλαδή οι ακτογραμμές των εν λόγω χωρών απέχουν λιγότερο από 400 ναυτικά μίλια (740 χλμ.) όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Ελλάδας με γειτονικές της χώρες. Στην περίπτωση αυτή, έγκειται στις χώρες που τις διεκδικούν να ορίσουν από κοινού θαλάσσια σύνορα, όπως συνέβη με τον καθορισμό ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Ιταλίας και Ελλάδας – Αιγύπτου, αν και στη δεύτερη περίπτωση οριοθετήσαμε ένα τμήμα της ΑΟΖ και όχι ολόκληρη, καθώς η Αίγυπτος δεν θέλει να εμπλακεί στην ελληνοτουρκική διένεξη.