Δυσοίωνες εξακολουθούν να είναι οι οικονομικές προοπτικές στην ευρωζώνη, με τις αγορές να προβληματίζονται για τις προθέσεις και την ικανότητα της ευρωπαϊκής ηγεσίας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κρίση χρέους και τα διογκούμενα προβλήματα.

Σύμφωνα με ανταποκρίσεις, αναλύσεις και ραδιοτηλεοπτικές αναφορές σε αμερικανικά ΜΜΕ, μετά την αρχική ευφορία που δημιούργησαν οι αποφάσεις του Eurogroup, φαίνεται ότι επανέρχεται η ανησυχία για το τι μέλλει γενέσθαι, με διιστάμενες απόψεις οικονομικών αναλυτών για τις αποφάσεις που θα πρέπει να ληφθούν και για το είδος των μέτρων.

Μεταξύ άλλων, τονίζεται ότι οι εκλογές στην Ελλάδα και ο επακόλουθος σχηματισμός νέας κυβέρνησης, καθώς και οι πρόσφατες ενέργειες των ηγετών της ευρωζώνης, μπορεί να άμβλυναν τους φόβους και να μετρίασαν τον κίνδυνο εξόδου της Ελλάδας και άλλων χωρών από την ευρωζώνη. Ωστόσο, υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά, η κατάσταση παραμένει αβέβαιη, όπως και η γενική οικονομική προοπτική της Ευρώπης και άλλων περιοχών.

Όσον αφορά τη νομισματική ένωση, επισημαίνεται ότι οι Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία εξακολουθούν να βασίζονται στη στήριξη της ευρωζώνης, ενώ παραμένουν οι αμφιβολίες για την ικανότητα επιστροφής των χωρών αυτών στις αγορές κεφαλαίων ως πηγή μακροχρόνιας χρηματοδότησης.

Συγκεκριμένα στοιχεία δίνονται για τις συντάξεις και την ανεργία. Τα τέσσερα πέμπτα των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ έχουν αυξήσει ή προτίθενται να αυξήσουν τα όρια συνταξιοδότησης, σημειώνεται, ενώ δεκατέσσερις χώρες εξ αυτών, μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιρλανδία, προτίθενται να διευρύνουν το όριο μεταξύ τα 67 και 69 έτη έως το 2050. Η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης αποτελεί μια από τις σημαντικότερες αλλαγές στο μεταπολεμικό κοινωνικό σύμφωνο της Ευρώπης, όπως και μια από τις πιο αξιοσημείωτες συνέπειες της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους.

Επίσης, γίνεται αναφορά σε έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, η οποία καλεί τους Ευρωπαίους ηγέτες να επενδύσουν στην οικονομία και να καταστίσουν προτεραιότητά τους τη δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, το 2008, έχουν χαθεί 3,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας ενώ απειλούνται ακόμη 4,5 εκατομμύρια. Το ύψος της ανεργίας στην ευρωζώνη κυμαίνεται σήμερα στο 11% και αντιπροσωπεύει 17,4 εκατομμύρια άτομα, όπως επισημαίνεται.

Επιπλέον, η προεκλογική περίοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι άμεσα εξαρτημένη από την έκβαση της κρίσης στην ευρωζώνη, εκτιμούν Αμερικανοί σχολιαστές, οι περισσότεροι εκ των οποίων επικρίνουν τη γερμανική πολιτική.

Από πλευράς Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπως σημειώνουν αρκετοί αναλυτές, φαίνεται ότι, τουλάχιστον σε επίπεδο δηλώσεων και επίσημων ανακοινώσεων, θα επιμείνει στην απρόσκοπτη τήρηση των συμφωνηθέντων για τις χώρες που έχουν ενταχθεί σε μηχανισμούς στήριξης και θα ενεργεί ανάλογα με την υλοποίηση των προγραμμάτων.

Ειδικότερα για την Ελλάδα, εκτός από την καταγραφή των οικονομικών εξελίξεων, ιδιαίτερη προβολή δίνεται στη «βίαιη δράση», όπως χαρακτηρίζεται από δημοσιεύματα, του «ακροδεξιού κόμματος» της «Χρυσής Αυγής». Ενδεικτικό είναι το σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της «Νιου Γιορκ Τάιμς», στο οποίο σημειώνονται οι επιθέσεις μελών του κόμματος με ρόπαλα και αιχμηρά αντικείμενα ενάντια σε μετανάστες, παρόλο που, όπως τονίζεται, εκπρόσωπος της «Χρυσής Αυγής» αρνείται βίαιες επιθέσεις από μέρους μελών του κόμματός του.

Επίσης προβάλλεται η έκθεση της διεθνούς οργάνωσης «Human Rights Watch» που προειδοποιεί ότι η ξενοφοβική βία έχει φτάσει σε «ανησυχητικές διαστάσεις» σε περιοχές της Ελλάδας, επικρίνοντας τις ελληνικές αρχές ότι παραλείπουν να σταματήσουν αυτό το φαινόμενο.

Όσο αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία, προβάλλεται η «συγκρατημένη αισιοδοξία» Ευρωπαίων αξιωματούχων στη σύνοδο του Eurogroup, σημειώνοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εξοικονομήσει περίπου τρία δισεκατομμύρια ευρώ τις επόμενες ημέρες, προτού οι διεθνείς πιστωτές εξετάσουν το ενδεχόμενο άμβλυνσης των όρων του μνημονίου.

Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της «Νιου Γιορκ Τάιμς», οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι τόνισαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιτείνει τις προσπάθειες για την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας, προτού εγκριθεί η επόμενη δανειακή δόση. Αναφερόμενος στην επίσκεψη των εκπροσώπων της τρόικας στην Αθήνα, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Όλι Ρεν δήλωσε ότι η αποστολή θα επιστρέψει στη χώρα σε περίπου 10 ημέρες για περαιτέρω εργασίες, ενώ ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι οι υπουργοί Οικονομικών θα συζητήσουν τον ερχόμενο Σεπτέμβριο την προσαρμογή των όρων του ελληνικού δανειακού προγράμματος.

Επίσης, υπογραμμίζεται ότι ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ιωάννης Στουρνάρας έδωσε διαβεβαιώσεις ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση θα λάβει τα αναγκαία μέτρα για να επαναφέρει το ελληνικό πρόγραμμα εντός πορείας. Παρόλο που η Ελλάδα δεν προέβη σε συγκεκριμένα αιτήματα στη συνάντηση, η ελληνική κυβέρνηση ευελπιστεί να κερδίσει παράταση των προθεσμιών για την εφαρμογή των στόχων και με σκοπό τη μείωση του ελλείμματος, αναφέρεται στο δημοσίευμα.

Η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» προβάλλει δήλωση Έλληνα αξιωματούχου, χωρίς να τον κατονομάζει, ότι, παρά τις προειδοποιήσεις πως η Ελλάδα θα εξαντλήσει τη χρηματοπιστωτική της ρευστότητα στις αρχές Ιουλίου, η χώρα διαθέτει αρκετά αποθέματα για να καλύψει τις ανάγκες των διοικητικών της λειτουργιών τουλάχιστον έως τις αρχές Αυγούστου ή και αργότερα. Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, οι νέες περικοπές δαπανών, μια μικρή ένεση ρευστού ύψους ενός δισ. ευρώ από τους διεθνείς πιστωτές και, το σημαντικότερο, οι ενδείξεις ότι οι Ευρωπαίοι ομόλογοι θα καλύψουν την επικείμενη εξαγορά ομολόγων της ΕΚΤ ύψους 3.1 δισ. ευρώ, θα δώσουν στην Ελλάδα λίγη ανάσα, ενώ συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς πιστωτές για περαιτέρω μέτρα λιτότητας.

Σε άλλο δημοσίευμα στην ίδια εφημερίδα υποστηρίζεται ότι για ακόμη μία φορά, μια Σύνοδος Ευρωπαίων ηγετών ήγειρε ελπίδες ότι το χρέος της ευρωζώνης και η τραπεζική κρίση θα αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και, για ακόμη μία φορά, οι ελπίδες αυτές διαψεύστηκαν. Μεταξύ άλλων, διατυπώνεται η άποψη ότι από τη συνάντηση υπουργών του Eurogroup δεν προέκυψε καμία εξέλιξη και ότι ένα μέτρο καθοριστικής σημασίας που αρχικώς συνέβαλε στην καθησύχαση των αγορών είναι πλέον αντικείμενο έντονης διαφωνίας μεταξύ κρατών-μελών και των Βρυξελλών. Πρόκειται για την απόφαση ότι τα ευρωπαϊκά ταμεία διάσωσης μπορούν να προβαίνουν στην άμεση αναχρηματοδότηση των ισπανικών τραπεζών, από τη στιγμή που θα συσταθεί ενιαίος μηχανισμός τραπεζικής εποπτείας.